Αν γινόταν ψηφοφορία ανάμεσα στους οικονομολόγους και στα άλλα στελέχη του ΔΝΤ με αντικείμενο την παραμονή ή όχι του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, η μεγάλη πλειοψηφία θα ψήφιζε ένα υπερήφανο όχι.
Όμως, δεν αποφασίζουν αυτοί.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία έχουν πιο ισχυρό λόγο και όλα δείχνουν ότι συμφωνούν για την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Υπό αυτή την έννοια, οι δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων υπέρ της αποχώρησης του Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα δεν έχουν νόημα και καλύτερο θα ήταν να σταματήσουν γιατί μπορεί να τους εκνευρίσουν.
Όμως, η Ελλάδα θα μπορούσε ίσως να επωφεληθεί σε κάποιο βαθμό από αυτή την εξέλιξη.
Πώς;
Ζητώντας να εφαρμοσθούν τρία συμπεράσματα των εμπειρογνωμόνων του ΔΝΤ, που προκύπτουν από μελέτες τους αναφορικά με την οικονομική πολιτική που θα πρέπει να υιοθετηθεί.
Πρώτον, το ΔΝΤ έχει παραδεχθεί πως ήταν λάθος να καθυστερήσει η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αποδεχόμενο την άποψη ότι η υπερχρέωση μιας χώρας αποτελεί εμπόδιο για τις επενδύσεις και την ανάπτυξή της.
Το Ταμείο τάσσεται λοιπόν υπέρ της απομείωσης του ελληνικού χρέους, εξαιρουμένων των δανείων που η χώρα οφείλει σ' εκείνο.
Είναι η γνωστή θέση με την οποία συμφωνεί η ελληνική πλευρά, αλλά με την οποία διαφωνούν οι Ευρωπαίοι-εταίροι πιστωτές, που προβάλλουν τα χαμηλά επιτόκια και τις μεγάλες περιόδους επιμήκυνσης των δανείων.
Όμως, η αποπληρωμή του χρέους προϋποθέτει την επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, ίσων με 3,5% από το 2018 και μετά.
Επομένως, το ΔΝΤ θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, έστω κι αν αποποιείτο τη θέση του περί ονομαστικής απομείωσης του χρέους για να συμφωνήσει με την Ευρωζώνη.
Δεύτερον, οι οικονομολόγοι του Ταμείου έχουν επισημάνει στις μελέτες τους πως η υπερβολική λιτότητα σε αδύναμες οικονομίες οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση, δυσκολεύοντας την αποπληρωμή των χρεών.
Με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να υποχωρεί για 34ο συνεχόμενο μήνα τον Δεκέμβριο του 2015, ο αποπληθωρισμός είναι ακόμη μαζί μας, δυσκολεύοντας την εξυπηρέτηση των δανείων που έχουν λάβει νοικοκυριά (λόγω μειωμένων μισθών) και επιχειρήσεις.
Επομένως, το Ταμείο θα πρέπει να είναι πιο ελαστικό στην επιβολή περιοριστικών δημοσιονομικών μέτρων, για να βγει η χώρα από την παγίδα του αποπληθωρισμού.
Τρίτον, πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ δείχνει πως οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δημιουργούν ευνοϊκότερες συνθήκες για ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.
Όμως, βραχυπρόθεσμα, τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων είναι αβέβαια και ίσως επιβαρύνουν την οικονομία. Ιδίως αν οι μεταρρυθμίσεις καταλήγουν σε μείωση μισθών και συντάξεων.
Το ΔΝΤ ίσως θα έπρεπε να κληθεί να τοποθετηθεί πάνω σ' αυτό το θέμα.
Αντί λοιπόν η ελληνική πλευρά να ξοδεύει χρόνο και κόπο για να εμποδίσει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, ίσως θα ήταν καλύτερα να ζητήσει από το Ταμείο να ευθυγραμμίσει τις προτάσεις πολιτικής του με τα ευρήματα των μελετών των οικονομολόγων του.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.