Είναι φανερό ότι η οικονομική δραστηριότητα θα υποστεί μικρότερες απώλειες φέτος από εκείνες που προέβλεπε η συμφωνία με τους δανειστές τον προηγούμενο Αύγουστο.
Αν δεχθούμε τις προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2016, η οικονομία θα είναι στάσιμη φέτος και θα συρρικνωθεί 0,7% την επόμενη χρονιά.
Είναι πολύ καλύτερα από την ύφεση του 2,3% που προέβλεπαν οι δανειστές τον Αύγουστο, αλλά πολύ χειρότερα από τις εκτιμήσεις για ρυθμό ανάπτυξης 2,5% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2015 πέρυσι τέτοια εποχή.
Η αδυναμία των δανειστών να αντιληφθούν ότι πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις είχαν προεξοφλήσει τις εξελίξεις τους οδήγησε στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να γίνει προσομείωση των αρνητικών επιπτώσεων των κυπριακών capital controls στην ελληνική οικονομία.
Όμως, η δυναμική που είχε αποκτήσει η οικονομία την προηγούμενη χρονιά σε συνδυασμό με τη συνεχισθείσα άνοδο του τουρισμού και την αύξηση των καταναλωτικών δαπανών λόγω των ανησυχιών για Grexit συνέβαλαν στην αύξηση του ΑΕΠ το πρώτο μισό της χρονιάς.
Η ελληνική οικονομία επανήλθε σε ύφεση το 3ο τρίμηνο, αλλά ήταν ήπια.
Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η τελική καταναλωτική δαπάνη «κράτησε» και οι εισαγωγές μειώθηκαν περισσότερο από τις εξαγωγές.
Η συγκριτικά μεγαλύτερη πτώση των εισαγωγών συνδέεται στενότερα με την επιβολή των capital controls και των περιορισμών που συνεπάγονται.
Από την άλλη πλευρά, η τελική καταναλωτική δαπάνη ενισχύθηκε ελαφρώς 0,1% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2014, αλλά μειώθηκε κατά 1% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2015.
Με δεδομένους τους περιορισμούς στις αναλήψεις μετρητών και τις προληπτικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών το 2ο τρίμηνο λόγω Grexit, θα περίμενε κανείς μεγαλύτερη πτώση της κατανάλωσης σε τριμηνιαία βάση το διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου.
Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που άρχισαν να «τρέχουν» οι πληρωμές φόρων εισοδήματος κ.τ.λ.
Όμως, αυτό δεν συνέβη. Η καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε λελογισμένα σε τριμηνιαία βάση, ενώ αυξήθηκε ελαφρώς σε ετήσια βάση.
Προφανώς, αρκετός κόσμος χρησιμοποίησε μέρος των χρημάτων που είχε αποσύρει το πρώτο εξάμηνο για να χρηματοδοτήσει αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ταξίδια στο εξωτερικό και πληρωμές φόρων και εισφορών εκτός των άλλων.
Προς την ίδια κατεύθυνση έδειχνε η μικρή, έστω, αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων το δίμηνο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου.
Δεν θα αποτελέσει έκπληξη, αν η καταναλωτική δαπάνη συνεχίσει λίγο-πολύ στο ίδιο μοτίβο το τελευταίο τρίμηνο που διανύουμε.
Όμως, η λογική υπαγορεύει πως τα χρήματα που είναι κρυμμένα στα στρώματα, στους κήπους και αλλού θα μειώνονται ολοένα και περισσότερο όσο περνάει ο χρόνος.
Επομένως, η πίεση στην καταναλωτική δαπάνη θα αυξάνεται σταδιακά.
Πολύ περισσότερο όταν δεν προβλέπεται ούτε αύξηση της απασχόλησης, ούτε αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, ούτε δραστική μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου προς ιδιώτες, που θα μπορούσαν να «κρατήσουν» το επίπεδο της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης.
Αντίθετα, προβλέπονται μεγαλύτερες πληρωμές φόρων και εισφορών.
Η μείωση των καταθέσεων των ιδιωτών και επιχειρήσεων τον Οκτώβριο αντικατοπτρίζει σε σημαντικό βαθμό αυτή την πραγματικότητα.
Όμως, η κατανάλωση αποτελεί το μεγαλύτερο κομμάτι του ΑΕΠ.
Αν λοιπόν τα λεφτά στα στρώματα μειώνονται ταχέως και δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την καταναλωτική δαπάνη όπως πριν, η ύφεση θα επιδεινωθεί τους επόμενους μήνες και τα τρίμηνα, χωρίς βοήθεια από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι προβλέψεις για επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη το δεύτερο μισό του 2016 ίσως αποδειχθούν πολύ αισιόδοξες.
Όμως, το λιγότερο που χρειάζεται η χώρα είναι άλλη μια απογοήτευση.
Ας ξεκινήσουν λοιπόν οι ιθύνοντες τις ενέργειες για να ενισχυθούν οι επενδύσεις και οι εξαγωγές και να μην ποντάρουν στην κατανάλωση, για να ξαναβγεί η οικονομία στην επιφάνεια.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.