Η αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης στα τέλη Ιουλίου, στο 2,25-2,5% είναι "η κατάλληλη κίνηση", συμφώνησαν όλα τα μέλη της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης που δημοσιεύθηκαν σήμερα.
Κάποια μέλη του συμβουλίου της Fed υπογράμμισαν ότι τα επιτόκια θα πρέπει να ανέλθουν σε "επαρκώς περιοριστικά επίπεδα" για να ελεγχθεί ο πληθωρισμός και να παραμείνουν εκεί "για μεγάλη χρονική περίοδο". Από την άλλη, κάποια μέλη εξέφρασαν την ανησυχία για υπερβολική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, τονίζοντας ότι η κεντρική τράπεζα ενδέχεται να συσφίξει τη νομισματική πολιτική περισσότερο από ότι απαιτείται για να αποκατασταθεί η σταθερότητα των τιμών".
Ολα τα μέλη ωστόσο συμφώνησαν ότι οι μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων θα εξαρτηθούν από τα εισερχόμενα μακροοικονομικά δεδομένα, κρίνοντας ότι "σε κάποια χρονική στιγμή" θα είναι ορθό να επιβραδυνθεί η κλίμακα των αυξήσεων.
Όλοι οι συμμετέχοντας συμφώνησαν ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι υποχωρούν οι πληθωριστικές πιέσεις και ότι θα απαιτηθεί χρόνος για να εξομαλυνθεί η κατάσταση.
Παράλληλα, σημείωσαν ότι η ισχύς της αγοράς εργασίας δείχνει ότι η οικονομική δραστηριότητα είναι ισχυρότερη από ότι φάνηκε στην αδύναμη μέτρηση του ΑΕΠ β' τριμήνου, αυξάνοντας την πιθανότητα για ανοδική αναθεώρηση του ΑΕΠ.
Σημειώνεται ότι η Fed είχε αυξήσει τα επιτόκια κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες και στη συνεδρίαση του Ιουνίου ενώ η αγορά δίνει πιθανότητα άνω του 50% για νέα αύξηση επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης και στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου.
Στο ανακοινωθέν που είχε δημοσιευτεί μετά το πέρας της διήμερης συνεδρίασης, η Fed είχε στείλει μήνυμα «ισχυρής δέσμευσης» για επιστροφή του πληθωρισμού στο 2%.
Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ είχε υπογραμμίσει ότι η Fed δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε μεγαλύτερη αύξηση αν χρειαστεί, προσθέτοντας όμως ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με βάση τα εισερχόμενα στοιχεία για την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας.
Είχε σημειώσει δε ότι η αμερικανική οικονομία δεν είναι σε ύφεση "εκείνη τη στιγμή" (στις 27/7), με τα στοιχεία ωστόσο που ανακοινώθηκαν στη συνέχεια να τον διαψεύδουν, καθώς το αμερικανικό ΑΕΠ υποχώρησε για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο, κατά 0,9%, οδηγώντας την οικονομία σε "τεχνική ύφεση".