Η Κομισιόν παραδέχεται τις καθυστερήσεις στην αναθεώρηση του καταλόγου πρόσθετων στα τρόφιμα, που εκκρεμεί από το 2008. Αυτό προκύπτει από την απάντηση που έδωσε η Κομισιόν δια του αντιπροέδρου της, και αρμόδιου επιτρόπου για την Απασχόληση, Ανάπτυξη, Επενδύσεις και Ανταγωνιστικότητα, Γίρκι Κατάινεν, σε ερώτηση του αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υποψήφιου ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, αναφορικά με τους χημικούς παράγοντες κινδύνου στα τρόφιμα.
Στην απάντησή του ο επίτροπος Κατάινεν παραδέχεται τις καθυστερήσεις στην εκκρεμούσα από το 2008 αναθεώρηση του καταλόγου πρόσθετων στα τρόφιμα και ότι η Κομισιόν «δεν μπόρεσε να τηρήσει την προθεσμία για τον καθορισμό των διατροφικών προφίλ». Σημειώνει δε ότι η επαναξιολόγηση του ενωσιακού καταλόγου πρόσθετων στα τρόφιμα «πρόκειται να ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020», και συμπληρώνει πως «προχωρά ως επί το πλείστον σύμφωνα με το πρόγραμμα, με κάποιες καθυστερήσεις κυρίως για ορισμένα από τα πρόσθετα τροφίμων, των οποίων η αξιολόγηση έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018».
Στην ερώτηση του Δημήτρη Παπαδημούλη σχετικά με το «με ποια βήματα θα συμμορφωθεί η Κομισιόν μέσα στο 2019 (ημερομηνία-στόχος) με τις συστάσεις του ΕΕΣ και με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για την παρουσία κατάλοιπων φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα», ο Επίτροπος απαντά: «οι υπηρεσίες της Επιτροπής οριστικοποιούν μια αξιολόγηση βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας (REFIT) του κανονιστικού πλαισίου για τα φυτοφάρμακα, με στόχο να αξιολογηθεί κατά πόσον έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της νομοθεσίας για τα φυτοφάρμακα. Τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής θα παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια του 2019 στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και το Συμβούλιο».
Επίσης, σε πρόσφατη έκθεσή του το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο καταγράφει αδυναμίες και στον χαρακτηρισμό φυτοφαρμάκων όπως η γλυφοσάτη και επισημαίνει «αδυναμίες κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών, που μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρούς κινδύνους από πρόωρες γεννήσεις και γνωσιακή ανεπάρκεια, ως διάφορους καρκίνους».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ