Σε μείζον παγκόσμιο οικονομικό πρόβλημα εξελίσσεται η παχυσαρκία καθώς σχεδόν το ένα τρίτου του πληθυσμού είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο. Σύμφωνα με έκθεση της McKinsey, ο διεθνής οικονομικός αντίκτυπος από την παχυσαρκία είναι πλέον ισάξιος με εκείνος των ένοπλων συγκρούσεων και του καπνίσματος.
Η έκθεση αναφέρει επίσης πως εάν η τάση συνεχιστεί, τότε το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι παχύσαρκο στα επόμενα 15 χρόνια. Στην 150σέλιδη έκθεση, η συμβουλευτική εκτιμά ότι το παγκόσμιο κόστος ετησίως από την παχυσαρκία αγγίζει τα 2 τρισ. δολ., δηλαδή το 2,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Η εκτίμηση βασίζεται στην παραγωγικότητα που χάνεται, στο κόστος για το σύστημα υγείας και στις επενδύσεις που απαιτούνται για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της παχυσαρκίας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι κόστος για την παγκόσμια οικονομία από τις ένοπλες συγκρούσεις, τον πόλεμο και την τρομοκρατία αγγίζει τα 2,1 τρισ. δολ.
«Η παχυσαρκία είναι πλέον ένα κρίσιμο παγκόσμιο θέμα που απαιτεί στρατηγική εκτεταμένης παρέμβασης σε μεγάλη κλίμακα. Οιαδήποτε μεμονωμένη παρέμβαση πιθανότατα θα έχει μόνο μικρό αποτέλεσμα» αναφέρει ο Richard Dobbs που υπογράφει την έκθεση.
Κατά την τελευταία δεκαετία, το πρόβλημα της παχυσαρκίας μεταδίδεται από τις προηγμένες οικονομίες στις λιγότερο πλούσιες χώρες. Περίπου 2,1 δισ. άνθρωποι εκτιμάται ότι είναι παχύσαρκοι ή υπέρβαροι – μέγεθος υπερδιπλάσιο του αριθμού των ανθρώπων που υποσιτίζονται.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας περιγράφει την παχυσαρκία ως επιδημία που συνδέεται με πληθώρα προβλημάτων υγείας, όπως ο διαβήτης, οι καρδιακές παθήσεις, αλλά και ο καρκίνος. Της αποδίδουν έως και 2,8 εκατ. θανάτους ετησίως.