Την άποψη ότι η δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 είναι πιθανότατα «ανέφικτος στόχος» εξέφρασε ο Κώστας Σημίτης, μιλώντας στο συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Αλλά και η υπόδειξη του Eurogroup για πρωτογενή πλεονάσματα 2% μέχρι το 2060, όπως είπε ο πρώην πρωθυπουργός, επίσης συνεπάγεται ένα δυσμενές πλαίσιο για την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας.
Εκτίμηση του κ. Σημίτη είναι ότι η χώρα, παρά τις ευοίωνες προβλέψεις ορισμένων, δεν βρίσκεται στην έξοδο από την κρίση. «Η χώρα που βρίσκεται σήμερα σε στενωπό, θα εξακολουθήσει να βρίσκεται και τα προσεχή χρόνια», είπε, τονίζοντας ότι απαιτείται σχέδιο, προσπάθεια και υπεύθυνη στάση από την κυβέρνηση και τα κόμματα.
«Η χώρα μας θα συνεχίσει να σέρνεται αν δεν αλλάξουν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων», σημείωσε ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος εστίασε και στην ανάγκη άμεσης ρύθμισης του χρέους. «Πρέπει να γίνει το ταχύτερο δυνατόν ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών. Χρειάζεται η διαμόρφωση ενός προγράμματος μείωσης του χρέους και ταυτόχρονα ενός σχεδίου συμπαράστασης από την Ευρωζώνη σε περίπτωση ανόδου των επιτοκίων. Μόνο τότε το χρέος θα είναι βιώσιμο», σημείωσε.
Η χώρα, κατά τον κ. Σημίτη, «χρειάζεται μια ηγεσία που είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη και τη συνεννόηση, που θα έχει γνώση και ικανότητα για τον χειρισμό της κατάστασης». Εξέφρασε δε τη γνώμη ότι οι μέχρι τώρα ηγεσίες απέτυχαν, με φόντο την συνεχή ακραία αντιπαράθεση και τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, οι οποίες «έχουν δημιουργήσει την πεποίθηση ότι οι υπάρχουσες ηγεσίες δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν».
Η κρίση, ανέφερε ο πρώην πρωθυπουργός, «είναι και θα είναι παρούσα. Απαιτείται καθαρή ματιά στην ανάγνωση της πραγματικότητας και συγκροτημένη συνεκτική παρέμβαση. Απαιτείται μια νέα προσπάθεια, απελευθερωμένη από τις δεσμεύσεις του παρελθόντος, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας».
Για την κεντροαριστερά, υποστήριξε ότι «το κύριο θέμα είναι η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση, χωρίς διαχωριστικές γραμμές και συζητήσεις για το ποιος δικαιούται και ποιος όχι να επικαλείται το παρελθόν». Τόνισε επίσης την ανάγκη για μια δύναμη «εκσυγχρονισμού και προόδου. Μπορούμε να πετύχουμε αν το θελήσουμε, να προσπαθήσουμε τώρα να αρχίσει ο νέος δρόμος».