Με τη φράση «τα καλύτερα είναι μπροστά μας» (αρκεί να δουλέψουμε σκληρά), ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνθηκε στους υπουργούς του αισιόδοξος για την «επόμενη ημέρα» της συμφωνίας, στέλνοντας το ανάλογο μήνυμα στην κοινωνία.
Κατά την εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο, ο πρωθυπουργός επιχείρησε μία αποτίμηση αυτής της συμφωνίας, αλλά, όπως αναμενόταν, έστρεψε την προσοχή στο νομοθετικό έργο και στην αναπτυξιακή προσπάθεια από την οποία θα κριθεί το κυβερνητικό στοίχημα.
Αποφεύγοντας πανηγυρισμούς για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, ξεκίνησε την εισήγησή του με τη φράση: «Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας. Ούτε έγιναν τον Ιούλιο του ’15, ούτε τον Μάη του ’16, ούτε τώρα. Και αυτό δεν είναι ηθικό σχόλιο. Είναι η πραγματικότητα. Οι δανειστές αφενός επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τα χρήματα που δάνεισαν στην Ελλάδα και αφετέρου έχουν συγκεκριμένο μοντέλο και στρατηγική για τον τρόπο οργάνωσης της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας.
Το μοντέλο αυτό βρίσκεται σε σύγκρουση πολλές φορές με αυτό που εμείς επιδιώκουμε για τη χώρα, για την οικονομία και για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Έχουμε, όμως, ιεραρχήσει τον θεμελιώδη στόχο. Να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια. Να τελειώσει οριστικά η περίοδος της ταπεινωτικής επιτροπείας».
Πρόσθεσε δε, ότι επειδή η κυβέρνηση δεν ήταν και δεν είναι διατεθειμένη να υλοποιήσει αυτό τον στόχο «με οποιοδήποτε κόστος», αρνήθηκε να αποδεχτεί τις παροτρύνσεις όσων «επανειλημμένα μας καλούσαν να υπογράψουμε ό,τι συμφωνία μάς φέρουν οι θεσμοί».
Σ΄αυτό το πλαίσιο ενέταξε τη λύση «μέτρα-αντίμετρα», τονίζοντας: «Σε κάποια σημεία υποχωρήσαμε, όμως, σε άλλα τόσα καταφέραμε να κερδίσουμε πράγματα που θα δώσουν ανάσα σε εκατομμύρια συμπολίτες μας».
Ειδικότερα: «Για το 2019 τα περιοριστικά μέτρα στοχεύουν τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1%. Η τεχνική συμφωνία προβλέπει ότι η μεγαλύτερη μείωση δεν μπορεί να ξεπερνά το 18% παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προσωπικές διαφορές που υπερβαίνουν ακόμα και το 30% της συνολικής σύνταξης. Για το 2020 συμφωνήθηκε η εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ να προέλθει από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου. Το αφορολόγητο θα διαμορφωθεί επομένως το 2020 μεσοσταθμικά στις 5.900 ευρώ.
Στον αντίποδα όμως αυτών, για πρώτη φορά σε κλείσιμο αξιολόγησης, περιγράφονται και τα ισόποσα αντίμετρα για το 2019 και το 2020, υπό την προϋπόθεση ότι το 2018 θα επιτευχθεί ο στόχος για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα».
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι από την επόμενη εβδομάδα θα αρχίσει τις επισκέψεις σε κάθε υπουργείο ξεχωριστά, προκειμένου να λάβει σαφή εικόνα «περί των πεπραγμένων και του σχεδιασμού».
Ταυτόχρονα έστειλε και σαφές μήνυμα στους υπουργούς: «Δεν υπάρχει πλέον για κανέναν ανάμεσά μας το άλλοθι της διαπραγμάτευσης. Το κυβερνητικό έργο δεν μπορεί να καθυστερεί. Από την επόμενη μέρα και της τυπικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, ξεκινάμε την υλοποίηση του στρατηγικού μας σχεδιασμού. Ενός σχεδιασμού που ξεδιπλώνεται σε ορίζοντα εξαετίας. Τα δύο χρόνια μέχρι τις επόμενες εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2019, αλλά και η τετραετία που θα ακολουθήσει αυτή την αναμέτρηση, η οποία θα είναι η πρώτη περίοδος μετά από μια δεκαετία που μια ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί να υλοποιήσει έργο εκτός της μέγγενης της επιτροπείας».