ΕΝΕΙΣΕΤ: "ΟΧΙ" σε φορολόγηση υπεραξίας-μερισμάτων

Η ΕΝΕΙΣΕΤ με ανακοίνωσή της, γνωστοποιεί ότι εξεπλάγη διότι δεν εκλήθη στην Βουλή, προκειμένου να αναπτύξει τις απόψεις της στα προτεινόμενα φορολογικά μέτρα που άμεσα επηρεάζουν τις εισηγμένες εταιρείες.

ΕΝΕΙΣΕΤ: ΟΧΙ σε φορολόγηση υπεραξίας-μερισμάτων
Υπόμνημα με το οποίο καταθέτει τη διαφωνία της με τη επιβολή φόρου υπεραξίας απέστειλε η Ένωση Εισηγμένων Εταιρειών (ΕΝΕΙΣΕΤ) υπογραμμίζοντας ότι δεν εκλήθη στο Κοινοβούλιο ώστε να καταθέσει τις απόψεις της.

Η Ένωση Εισηγμένων Εταιρειών (ΕΝΕΙΣΕΤ) με ανακοίνωσή της, γνωστοποιεί ότι  εξεπλάγη διότι δεν εκλήθη στην Βουλή μαζί με τις άλλες εννέα οργανώσεις που προσκλήθηκαν, προκειμένου να αναπτύξει τις απόψεις της στα προτεινόμενα φορολογικά μέτρα που άμεσα επηρεάζουν τις εισηγμένες εταιρείες.

Οπως τονίζει στην ανακοίνωσή της, έχει την γνώμη ότι για την φορολόγηση των μερισμάτων, των υπεραξιών από πώληση μετοχών στο Χρηματιστήριο και των stock options είναι η πλέον αρμόδια οργάνωση. Θα ήταν εξ άλλου μια ευκαιρία να ξεκαθαρισθεί κατά πόσο θέλουμε και μικρομεσαίες εταιρείες και μικρομεσαίους επενδυτές στο Χρηματιστήριο. Στην ΕΝΕΙΣΕΤ πιστεύουμε ότι είναι και οι δυο απαραίτητοι.

Η επιβολή φορολογίας στα μερίσματα είναι αντιαναπτυξιακή ενέργεια με την οποία διασαλεύεται ένα σταθερό φορολογικό σύστημα πάνω στο οποίο βασίζονται τα επενδυτικά προγράμματα των επιχειρήσεων. Με την εισαγωγή φόρων στα μερίσματα και στις υπεραξίες επιδεινώνεται η φορολογική ανταγωνιστικότητα της χώρας μας – έναντι κυρίως των γειτονικών χωρών – με αναμενόμενο αποτέλεσμα όχι μόνο τη μη προσέλκυση νέων επενδύσεων, αλλά και τις διαρροές κεφαλαίων.

Εξάλλου, η φορολόγηση των μερισμάτων και των υπεραξιών θα έχει θα έχει αβέβαια δημοσιονομικά αποτελέσματα, καθώς οι εν λόγω φορολογίες δύσκολα θα επιβληθούν σε κατοίκους κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων κρατών με τα οποία η Ελλάδα έχει υπογράψει συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολόγησης.
 
Η ελευθερία κίνησης κεφαλαίων θα οδηγήσει πολλά κεφάλαια σε πιο πρόσφορες φορολογικά χώρες παρακάμπτοντας τον νόμο. Μόνο οι Έλληνες μικρομεσαίοι επενδυτές θα υποστούν τις συνέπειες των φόρων αυτών. Αντίθετα με το επιθυμητό, οι ρυθμίσεις αυτές θα τους κλείσουν μονίμως τις πύλες του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Οι Έλληνες επενδυτές θα στραφούν σε εναλλακτικές επενδύσεις όπως σε προθεσμιακές καταθέσεις, αποστερώντας έτσι τις εισηγμένες από τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από τη χρηματιστηριακή αγορά. Καλώς προβλέφθηκε όπως τα Αμοιβαία Κεφάλαια (ΑΚ) συμψηφίζουν τον φόρο μερίσματος και υπεραξίας με τις λοιπές φορολογικές τους υποχρεώσεις. Το ίδιο όμως θα έπρεπε να προβλεφθεί για όλους τους επενδυτές στο Χρηματιστήριο χωρίς διακρίσεις.

Οι εισηγμένες στο ΧΑ εταιρείες θα μειώσουν τα διανεμόμενα κέρδη. Θα μειωθεί επίσης η εμπορευσιμότητα και τα έσοδα της ΕΧΑΕ διότι, με την προτεινόμενη παρακράτηση του φόρου υπεραξίας από την ΕΧΑΕ, θα συμφέρει τους ξένους να μεταβιβάζουν τις μετοχές τους από πελάτη σε πελάτη και από φορέα σε φορέα μέσω συλλογικών λογαριασμών εκτός του Ελληνικού Αποθετηρίου.

Σεβόμενοι την σοβαρότητα που διακρίνει όλες τις ενέργειες της ΕΝΕΙΣΕΤ αποστείλαμε τις θεμελιωμένες απόψεις και προτάσεις μας στην Κυβέρνηση και στην Αξιωματική Αντιπολίτευση, καταλήγει η ανακοίνωση.

---- Οι θέσεις της ΕΝΕΙΣΕΤ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Η Ένωση Εισηγμένων Εταιρειών έχει την άποψη ότι η σχεδιαζόμενη επιβολή φόρου υπεραξίας και μερίσματος θα έχει αβέβαια δημοσιονομικά αποτελέσματα.

1. Οι Έλληνες επενδυτές θα στραφούν σε εναλλακτικές επενδύσεις όπως σε προθεσμιακές καταθέσεις, αποστερώντας έτσι τις εισηγμένες από τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από τη χρηματιστηριακή αγορά. Καλώς προβλέφθηκε όπως τα Αμοιβαία Κεφάλαια (ΑΚ) συμψηφίζουν τον φόρο μερίσματος και υπεραξίας με τις λοιπές φορολογικές τους υποχρεώσεις. Το ίδιο όμως θα έπρεπε να προβλεφθεί για όλους τους επενδυτές στο Χρηματιστήριο χωρίς διακρίσεις.

2. Θα οδηγήσει τις εισηγμένες στο ΧΑ εταιρείες σε μείωση των διανεμόμενων κερδών. Επιπλέον θα μειώσει την εμπορευσιμότητα στο ΧΑ των Ελληνικών εισηγμένων εταιρειών, καθώς η προτεινόμενη παρακράτηση του φόρου μέσω της ΕΧΑΕ δεν καλύπτει τις περιπτώσεις μεταβίβασης μετοχών Ελληνικών εισηγμένων εταιρειών σε πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης και εσωτερικοποιητές εξωτερικού, όταν δεν συνοδεύεται από μεταβίβαση μετοχών στην ΕΧΑΕ. Κατά συνέπεια συμφέρει σε ξένους επενδυτές να διενεργούν συναλλαγές το εξωτερικό μέσω συλλογικών λογαριασμών.

3. Υπάρχουν σημαντικοί περιορισμοί στη δυνατότητα επιβολής των εν λόγω φορολογιών σε κατοίκους κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων κρατών με τα οποία η Ελλάδα έχει υπογράψει συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολόγησης. Έτσι, δεν είναι δυνατή η φορολόγηση στην Ελλάδα υπεραξιών από την πώληση μετοχών αλλοδαπών κατοίκων άλλων κρατών με τα οποία η Ελλάδα έχει υπογράψει συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολόγησης, εκτός και αν το εισόδημα που προκύπτει μπορεί να θεωρηθεί εισόδημα εξ εμπορικών επιχειρήσεων (π.χ. αν ο αλλοδαπός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα). Τέτοιοι περιορισμοί υπάρχουν στις συμβάσεις που έχει υπογράψει η Ελλάδα με την Κύπρο. Επίσης με βάση το κοινοτικό δίκαιο όταν μητρική εταιρεία σε ένα κράτος μέλλος λαμβάνει διανεμηθέντα κέρδη από θυγατρική σε άλλο κράτος μέλος το κράτος μέλος της μητρικής οφείλει είτε να μην φορολογήσει τα κέρδη, είτε εφόσον τα φορολογήσει να εκπέσει από το ποσό του φόρου το φόρο που παρακρατήθηκε στο κράτος μέλος της θυγατρικής. Το νομοσχέδιο προκρίνει την πρώτη λύση όσον αφορά τις ξένες εταιρείες και την δεύτερη όσον αφορά τις Ελληνικές κάνοντας μια αδικαιολόγητη διάκριση.

Στην ίδια διαπίστωση είχε καταλήξει και η τελευταία έκθεση της Επιτροπής Αναμόρφωσης του Ελληνικού Φορολογικού Συστήματος του Μαρτίου 2002, γνωστή ως έκθεση Γεωργακόπουλου, η οποία αφού εξέτασε διεξοδικά τα διάφορα συστήματα φορολογίας νομικών προσώπων που ισχύουν στην Ευρώπη και την Αμερική και αλλού, τάχθηκε κατά της εισαγωγής πρόσθετης φορολογίας στα μερίσματα, με το σκεπτικό ότι η χώρα μας είναι καθαρός εισαγωγέας επενδύσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός το οποίο λόγω της αδυναμίας φορολόγησης των εξαγόμενων μερισμάτων (πχ μέσω της υποχρεωτικής απαλλαγής φορολόγησης των μερισμάτων που λαμβάνουν ξένες μητρικές επιχειρήσεις), έχει ως αποτέλεσμα σημαντική απώλεια εσόδων για τη χώρα μας, χωρίς κανένα αντίκρισμα για τη χώρα μας.

Αντίθετα προς την αμφίβολη αποτελεσματικότητα των μέτρων, οι συνέπειες τους είναι συγκεκριμένες και απτές. Απαριθμώντας τις κατηγορίες των επενδυτών που δραστηριοποιούνται στο Χρηματιστήριο μπορεί κανείς να επισημάνει τα εξής:

1. Ξένοι θεσμικοί επενδυτές οι οποίοι δεν καλύπτονται από τις συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολόγησης λόγω τις ιδιότητάς τους πχ. ως αμοιβαία κεφάλαια θα επιβαρυνθούν με παρακράτηση φόρου υπεραξίας και μερίσματος, που ενδεχόμενα δεν θα μπορούν να το συμψηφίσουν στη χώρα τους αν δεν επιβαρύνονται εκεί με φόρους, καθιστώντας έτσι την ελληνική κεφαλαιαγορά λιγότερη ελκυστική. Μάλιστα η διακριτική μεταχείριση των ελληνικών αμοιβαίων κεφαλαίων από το νόμο ως προς αυτό το θέμα μπορεί να καθιστά τη ρύθμιση αντικοινοτική.

2. Η Ελλάδα δεν έχει υπογράψει κατά κανόνα συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας με χώρες (φορολογικούς παράδεισους) στις οποίες έχουν έδρα συνήθως τα Hedge Funds. Κατά συνέπεια, και τα Hedge Funds θα επιβαρυνθούν με παρακράτηση φόρου υπεραξίας και μερίσματος, καθιστώντας και για αυτά την ελληνική κεφαλαιαγορά λιγότερη ελκυστική.

3. Εταιρικοί ή ιδιώτες επενδυτές κρατών μελλών της ΕΕ καθώς και τρίτων χωρών με τις οποίες η Ελλάδα έχει υπογράψει συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας είτε δεν θα επιβαρυνθούν καθόλου από τις νέες φορολογίες ή θα μπορούν να συμψηφίσουν οποιεσδήποτε καταβολές φόρων με άλλους φόρους επιβαλλόμενους στο κράτος της έδρας τους ή την κατοικίας τους, γεγονός όμως που αυξάνει το λειτουργικό κόστος των συναλλαγών.

4. Τέλος, οι Έλληνες ιδιώτες επενδυτές, και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίοι επενδυτές, οι οποίοι δεν θα είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν τεχνικές αποφυγής φορολόγησης με τη δημιουργία personal holding companies στην Κύπρο ή το Λουξεμβούργο, θα επωμιστούν το κύριο βάρος των νέων μέτρων. Με αυτό όμως τον τρόπο κλονίζεται η εμπιστοσύνη και συρρικνώνεται επικίνδυνα το ενδιαφέρον του Ελληνικού επενδυτικού κοινού στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο δεν μπορεί να στηρίζεται αποκλειστικά σε ξένους θεσμικούς επενδυτές, κάτι που όμως φαίνεται να διαφεύγει των υπευθύνων για τη σύνταξη του νομοσχεδίου.

Οι αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων που καταδείχθηκαν ή υπαινίχθησαν ανωτέρω, σε συνδυασμό με την περιορισμένη εφαρμογή των μέτρων και τους τρόπους παράκαμψης αυτών, καταδεικνύουν περίτρανα ότι, σε μία ενιαία αγορά σαν την Ευρωπαϊκή, είναι προς όφελος της εθνικής οικονομίας η εφαρμογή μέτρων ενίσχυσης του βάθους της κεφαλαιαγοράς και προσέλκυσης κεφαλαίων έτσι ώστε να ενισχυθεί η φορολογητέα ύλη. Η θέσπιση νέων φοροεισπρακτικών μέτρων αντενδείκνυται και είναι εξ άλλου αμφιβόλου αποτελεσματικότητας.

Όσο για το επιχείρημα ότι χώρες της ΕΕ διαθέτουν τέτοια φορολογία και μάλιστα αυστηρότερη, θα πρέπει κανείς να αφενός να εξετάσει τη συνολική πραγματική επιβάρυνση του φορολογούμενου, συνυπολογιζόμενων και του φόρου των επιχειρήσεων, εκπτώσεων λόγω μακροχρόνιων τοποθετήσεων και φοροαπαλλαγών για μικρά εισοδήματα από μερίσματα, και αφετέρου να στοχεύσει την έρευνά του σε χώρες που δύνανται να συγκριθούν με την Ελλάδα. Χώρες όπως ενδεικτικά η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Κύπρος, η Μάλτα και η Ελβετία δεν έχουν καθόλου φόρο υπεραξίας, ενώ χώρες όπως το Λουξεμβούργο, η Αγγλία, η Ιρλανδία δεν επιβάλλουν φόρο υπεραξίας σε περίπτωση μικρών υπεραξιών ή / και μακροχρόνιων τοποθετήσεων.

Η Ένωση Εισηγμένων Εταιρειών είναι καταρχήν αντίθετη με τη φορολόγηση μερισμάτων και υπεραξιών. Όπως ειπώθηκε ανωτέρω, σε μία ενιαία αγορά, είναι προς όφελος της εθνικής οικονομίας η εφαρμογή μέτρων ενίσχυσης του βάθους της κεφαλαιαγοράς και προσέλκυσης κεφαλαίων έτσι ώστε να ενισχυθεί η φορολογητέα ύλη, και όχι η επιβολή νέων φόρων που μειώνουν την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Κεφαλαιαγοράς.

Με δεδομένη όμως την επιμονή της κυβέρνησης σε αυτά τα μέτρα, η ΕΝΕΙΣΕΤ προτείνει τις εξής βελτιώσεις, ώστε να αμβλυνθούν τα αρνητικά αποτελέσματα των μέτρων:

1. Αναγνώριση του χρόνου διακράτησης της επένδυσης ως κριτηρίου για την επιβολή φόρου υπεραξίας και απαλλαγή από το φόρο υπεραξίας για κέρδη από πώληση μετοχών τις οποίες ο επενδυτής διακρατεί για διάστημα μεγαλύτερο του χρόνου. Με τον τρόπο αυτό θα ενισχυθεί ο ρόλος του Ελληνικού Χρηματιστηρίου ως αποταμιευτικού εργαλείου και θα ενισχυθούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις.

2. Καθορισμός ετήσιου αφορολόγητου ποσού υπεραξιών ύψους €50.000. Με τον τρόπο αυτό προσελκύονται μικρομεσαίοι Έλληνες επενδυτές.

3. Υπολογισμός υπεραξιών, τόσο για νομικά όσο και για φυσικά πρόσωπα, σε ετήσια βάση αφού αφαιρεθούν από τα ετήσια κέρδη κάθε επενδυτικής μερίδας τυχόν ζημίες από την πώληση μετοχών.

4. Στάθμιση με βάση τον όγκο συναλλαγών της μέσης τιμής απόκτησης μετοχών ως βάση για τον υπολογισμό τυχόν υπεραξιών.

5. Ευθυγράμμιση της ρύθμισης του φόρου μερισμάτων για Ελληνικές και ξένες μητρικές με την επέκταση της προβλεπόμενης απαλλαγής για τις ξένες μητρικές και στις Ελληνικές.

6. Απαλλαγή από τη φορολόγηση του υποχρεωτικά διανεμόμενου μερίσματος του 35% των κερδών, καθώς η διάταξη, αν και αναχρονιστική, έχει ως στόχο την προστασία της μειοψηφίας σε μία ανώνυμη μη εισηγμένη εταιρεία.

7. Η καθιέρωση ελάχιστου αφορολογήτου €15.000 για εισόδημα από μερίσματα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v