Παρά την επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος, ευρεία σειρά ξένων θεσμικών επενδυτών συνεχίζει να επιδεικνύει ενδιαφέρον για μετοχές ελληνικών εταιρειών πληροφορικής, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Euro2day.gr.
Ειδικότερα, κατά τα τελευταία χρόνια ξένοι θεσμικοί έχουν αποκτήσει αξιοσημείωτα ποσοστά σε τρεις-τέσσερις εταιρείες πληροφορικής, επηρεάζοντας άμεσα τις τιμές των συγκεκριμένων μετοχών και έμμεσα τις αποτιμήσεις των υπόλοιπων εισηγμένων του κλάδου.
«Το ενθαρρυντικό είναι ότι παρ’ όλες τις γενικότερες αντιξοότητες που έχουν προκύψει, θεσμικοί από όλα σχεδόν τα μήκη και τα πλάτη της Γης συνεχίζουν να επικοινωνούν ζητώντας στοιχεία, παρουσιάσεις, πληροφορίες και συναντήσεις.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι όλοι αυτοί αγοράζουν μετοχές, ούτε και το ότι όσοι αγοράζουν, επιδεικνύουν την ίδια επιθετική διάθεση που είχαν κατά την προηγούμενη διετία, όταν κάποιες φορές δρούσαν σαν να μην υπήρχε αύριο», υποστηρίζει γνωστός παράγοντας της αγοράς, συμπληρώνοντας:
«Είναι αυτονόητο ότι οι ξένοι θεσμικοί ζουν στον ίδιο πλανήτη με εμάς και γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία, όπως επίσης και το… ξεφούσκωμα που παρατηρήθηκε στον Nasdaq. Γι’ αυτό, οι όποιες νέες τοποθετήσεις τους είναι μετρημένες και προσεκτικές, έχοντας μάλιστα συνεκτιμήσει ότι οι τρέχουσες αποτιμήσεις των ελληνικών εισηγμένων είναι πλέον αρκετά χαμηλότερες από τα φετινά υψηλά τους. Επίσης, έχει μετρήσει στις πρωτοβουλίες τους και το γεγονός ότι οι ελληνικές μετοχές αποτιμημένες σε δολάρια είναι επιπλέον φτηνότερες κατά περίπου 10%-15% εξαιτίας της δραστικής υποχώρησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι του αμερικανικού νομίσματος.
Μάλιστα, σε δύο κυρίως πράγματα εστιάζουν το ενδιαφέρον τους:
- Πρώτον, γνωρίζοντας πως ο κλάδος δεν πλήττεται ουσιαστικά ούτε από την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους ούτε και από τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, ενδιαφέρονται για το κατά πόσο ένα γενικότερο περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και αυξανόμενων επιτοκίων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση στην ελληνική αγορά πληροφορικής. Η απάντηση των ελληνικών εταιρειών είναι πως η χώρα είναι έντονα υποεπενδεδυμένη σε ζητήματα ψηφιοποίησης των εργασιών της (δημόσιο και επιχειρήσεις), οπότε επιβάλλεται να καλυφθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα το χάσμα των εταιρειών σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους στο εξωτερικό. Παράλληλα, υπάρχει η ταχεία ανάθεση νέων έργων από το δημόσιο, τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και το θεσμικό πλαίσιο που σταδιακά υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να επενδύσουν στην τεχνολογία.
- Και δεύτερον, το πόσο θα μπορούσαν να πληγούν τα μελλοντικά κέρδη των εταιρειών του κλάδου, λόγω του αυξημένου κόστους μισθοδοσίας, σε ένα περιβάλλον πληθωριστικών πιέσεων, όπου μάλιστα παρατηρείται έλλειμμα έμπειρων στελεχών. Στο συγκεκριμένο ερώτημα, κάθε εταιρεία δίνει τη δική της απάντηση. Απαντήσεις όπως το καλό εργασιακό περιβάλλον, τα προγράμματα επιμόρφωσης προσωπικού, οι αυξήσεις μισθών, αλλά και τα stock options είναι αρκετά συχνές, χωρίς ωστόσο κάποια από τις εταιρείες να υποστηρίζει ότι το κόστος εργασίας δεν αναμένεται να αυξηθεί μέσα στα επόμενα χρόνια».
Από την πλευρά του, υψηλόβαθμο στέλεχος εισηγμένης εταιρείας του κλάδου μιλώντας στο Euro2day.gr σημείωσε: «Ήταν φυσικό να υπάρξει κάποιο αρχικό μούδιασμα φέτος από την πλευρά των ξένων θεσμικών, μετά τα όσα πρωτόγνωρα έχουν γίνει φέτος στην παγκόσμια οικονομία. Διαπιστώνω πάντως, το τελευταίο χρονικό διάστημα, μια αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος και μένει να δούμε αν αυτό θα μεταφραστεί μελλοντικά σε αγορές. Έχουμε τηλέφωνα, ερωτήσεις και συναντήσεις από επενδυτές που είτε κατέχουν θέσεις σε μας είτε όχι. Εκτιμώ ότι ενδιαφέρον από την πλευρά τους υπάρχει, ωστόσο είναι βέβαιο ότι και αυτοί περιμένουν το πώς τελικά θα εξελιχθεί η διεθνής κατάσταση».
Διευθυντικό στέλεχος άλλης εισηγμένης εταιρείας του κλάδου σημειώνει ότι «το ενδιαφέρον και οι επαφές μας με ξένους θεσμικούς συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό. Εκτιμώ ότι τους αρέσουν οι περιπτώσεις (cases) αρκετών ελληνικών εταιρειών, είτε αυτές δραστηριοποιούνται στην πληροφορική είτε σε άλλους κλάδους. Όμως, πολλοί από αυτούς διστάζουν να προβούν σε επιθετικές αγορές, υπό τον φόβο ότι αν επαληθευτεί μέρος τουλάχιστον των αρνητικών σεναρίων που κατακλύζουν τη διεθνή οικονομική σκηνή, τότε θα βρεθούν υπόλογοι επειδή αγόρασαν, αν και γνώριζαν την κατάσταση. Δεν ξέρω αν μιλάμε μόνο για κίνδυνο ή και για κινδυνολογία.
Πάντως, αν η διεθνής οικονομία επανέλθει σε κατάσταση κάποιας κανονικότητας, προσδοκώ ότι θα δούμε περισσότερες αγορές ελληνικών μετοχών από ξένους».