Mε την πάροδο του χρόνου, το ελληνικό χρηματιστήριο στερεύει από επιλογές, καθώς αρκετά από τα ισχυρά του «χαρτιά» είτε το εγκαταλείπουν, είτε παραμένουν τραυματισμένα από την πολυετή οικονομική κρίση.
Η εγχώρια κεφαλαιαγορά δεν είναι σε θέση να δώσει φρέσκα κεφάλαια σε νέες επιχειρήσεις, ενώ οι αυξήσεις κεφαλαίου των ήδη εισηγμένων εταιρειών καλύπτονται σχεδόν αποκλειστικά από τους βασικούς μετόχους και από προεπιλεγμένους στρατηγικούς επενδυτές.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πολλοί παρομοιάζουν το Χρηματιστήριο της Αθήνας,με την... ετών 39 ανεπιθύμητη δεσποινίδα της θρυλικής ταινίας του Αλέκου Σακελλάριου.
Ωστόσο, υπάρχει και η άποψη των αισιόδοξων που λέει πως το μέλλον είναι ιδιαίτερα θετικό, καθώς η οικονομία θα μπει σταδιακά σε φάση διατηρήσιμης ανάπτυξης και έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους δεκάδες εταιρείες ικανές να πρωταγωνιστήσουν στη μετά την κρίση εποχή.
Σε κάθε περίπτωση, έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο μέτωπο της εταιρικής διακυβέρνησης και στο θεσμικό κομμάτι της προστασίας των επενδυτών.
H πρόθεση της ΒΙΟΧΑΛΚΟ να μεταφέρει την έδρα της από την Ελλάδα στο Βέλγιο θα έχει -όπως δείχνουν τα πράγματα- ως αποτέλεσμα και τη μεταγραφή της από το Χρηματιστήριο της Αθήνας στο Euronext των Βρυξελλών.
Το ανησυχητικό είναι πως η ΒΙΟΧΑΛΚΟ δεν είναι η μόνη εταιρεία που αποφασίζει να αποχωρήσει από το Χ.Α. Μόνο τα τελευταία χρόνια είδαμε την αποχώρηση επιχειρήσεων όπως η Coca Cola Hellenic (συνεχίζει στο Χ.Α. μέσω παράλληλης διαπραγμάτευσης), η S&B Βιομηχανικά Ορυκτά, η Crown Hellas Can, η Sciens, η ΖΑΜΠΑ, η Ιπποτούρ, η Olympic Catering, η Rilken, η ΑΤΕ Ασφαλιστική, ο ΔΟΛ, οι τράπεζες Εμπορική και Γενική, ενώ και πριν από το ξέσπασμα της κρίσης είχαν αποχαιρετήσει την ελληνική κεφαλαιαγορά αρκετές εταιρείες όπως η Interamerican, η SingularLogic, η Vivartia, η Παπαστράτος, η Ελαΐς, η Hyatt, η Βάρδας, η Vodafone αλλά και επιχειρήσεις που στη συνέχεια υποχρεώθηκαν σε λουκέτο (π.χ. Ιμάκο και Εκδόσεις Λυμπέρη). Την ίδια χρονική στιγμή, ο μεγαλομέτοχος του Ιατρικού Αθηνών έχει υποβάλει προαιρετική δημόσια πρόταση στο 0,18 ευρώ.
Χειρότερο όλων είναι πως -σύμφωνα με όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα- σήμερα:
Πολλοί επιχειρηματίες θα ήθελαν να αποχωρήσει η εταιρεία τους από το Χ.Α., αλλά δεν το πράττουν επειδή: α) δεν διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν την απαιτούμενη δημόσια εγγραφή, β) προτιμούν να διαθέσουν τη συγκεκριμένη ρευστότητα για τη στήριξη της εταιρείας τους, παρά για την εξαγορά ποσοστών μειοψηφίας και γ) δεν είναι καθόλου βέβαιοι για τις προοπτικές της επιχείρησης, οπότε δεν θεωρούν σκόπιμο τη διάθεση χρημάτων για την απόκτηση επιπλέον ποσοστού σε αυτήν.
Το σύνολο των διοικήσεων γνωρίζει πως με βάση τις τωρινές καταστάσεις το Χ.Α. δεν είναι σε θέση να αποτελέσει πηγή άντλησης νέων κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις και πως το σύνολο των αυξήσεων κεφαλαίου που έχουν επιχειρηθεί (με εξαίρεση τις τράπεζες) καλύφθηκε σχεδόν αποκλειστικά είτε από τους ίδιους τους βασικούς μετόχους είτε από στρατηγικούς επενδυτές εντοπισμένους εκ των προτέρων.
Μεγαλύτερη μάλιστα γκρίνια επικρατεί κυρίως στις μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, οι μετοχές των οποίων χαρακτηρίζονται από χαμηλή εμπορευσιμότητα. «Όχι μόνο το χρηματιστήριο δεν μας προσφέρει τίποτε, αλλά επιπλέον συνεπάγεται για εμάς ένα αξιοσημείωτο για τα μεγέθη μας ετήσιο κόστος, σε μια περίοδο όπου κάνουμε αιματηρές περικοπές δαπανών από παντού», δήλωσε πρόεδρος εισηγμένης μικρού μεγέθους.
Οι τρεις λόγοι
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς παράγοντες, τρεις είναι οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους το Χ.Α. δεν προσελκύει τα τελευταία χρόνια νέες εταιρείες και δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει αυξήσεις κεφαλαίου:
Πρώτον, το γεγονός ότι ο κλασικός Έλληνας επενδυτής της δεκαετίας του 1980 και του 1990 έχει μετατραπεί σε δανειολήπτη.
Η ραγδαία πιστωτική επέκταση που ακολούθησε την ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των δανείων των νοικοκυριών. Σύμφωνα με γνωστό χρηματιστή, «πολλοί παλιοί πελάτες μου δεν διαθέτουν χρήματα για μετοχές, αλλά αντίθετα αγωνιούν για το πώς θα αποπληρώσουν την επόμενη τοκοχρεολυτική τους δόση στην τράπεζα...».
Δεύτερον, η ελλιπής προστασία των συμφερόντων των μετόχων μειοψηφίας και ιδιαίτερα το ζήτημα της εύκολης δυνατότητας εξόδου των εταιρειών από το χρηματιστήριο. Συγκεκριμένα, υπάρχουν σοβαροί ιδιώτες επενδυτές που θα μπορούσαν να διαθέσουν κεφάλαια, προκειμένου να αποκτήσουν αξιοσημείωτα ποσοστά μειοψηφίας σε εταιρείες που πιστεύουν, ωστόσο φοβούνται το ενδεχόμενο μελλοντικής δημόσιας πρότασης από τον βασικό μέτοχο, και πιθανότατα ενός εξευτελιστικού τιμήματος. Γενικότερα, το θέμα της ουσιαστικής εταιρικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα παραμένει ανοιχτό και καυτό.
Και τρίτον, η βαθιά οικονομική ύφεση που πλήττει από το 2008 έως και σήμερα τη χώρα μας. Αποτέλεσμα αυτής δεν είναι μόνο οι πληγές των εταιρειών (αυτό θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από την παράλληλη υποχώρηση των αποτιμήσεων στο ταμπλό), αλλά επίσης η αύξηση του επενδυτικού κινδύνου και γενικότερα η τάση πολλών επενδυτών να διατηρήσουν μεγάλο ποσοστό της περιουσίας τους σε μετρητά, εξαιτίας της δυσκολίας ρευστοποίησης των άλλων τους περιουσιακών στοιχείων (π.χ. ακίνητα).
Επιπλέον, η αύξηση της αβεβαιότητας στη χώρα οδήγησε πολλούς Έλληνες να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό (εκτιμάται έξοδος της τάξεως των 80 δισ. ευρώ), γεγονός που περιόρισε ακόμη περισσότερο τα δυνητικά καύσιμα του ελληνικού χρηματιστηρίου.
Τέλος, η οικονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα τις μεγάλες διακυμάνσεις στο ταμπλό, γεγονός που μπορεί να αποτέλεσε τη... χαρά των traders, ωστόσο απώθησε όσους επενδυτές δεν μπορούσαν κατά καιρούς να αντέξουν διακυμάνσεις του 20% ή και του 30% μέσα σε μία ή δύο εβδομάδες.
Σήμερα, βέβαια, η κατάσταση έχει σχετικά ομαλοποιηθεί, με τον κίνδυνο εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη να έχει καταλαγιάσει και με τον Γενικό Δείκτη να κινείται σε σχετικά περιορισμένο εύρος τιμών (+/-10% μέσα στο καλοκαίρι) τους τελευταίους μήνες. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει πως πολλά hedge funds έχουν ήδη τοποθετηθεί στις ελληνικές τράπεζες (και όχι μόνο) όπως επίσης ότι η επικείμενη ένταξη του Χ.Α. στις αναδυόμενες αγορές θα σηματοδοτήσει τον ερχομό περισσότερο βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων από αυτά της δεκαετίας του 2000.
Η απάντηση των αισιόδοξων
Απέναντι σε αυτό το κλίμα, υπάρχουν και εκείνοι που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, πιστεύοντας ότι λίγο-πολύ τα δυσκολότερα ανήκουν στο παρελθόν και πως το μακροπρόθεσμο μέλλον είναι πολύ καλύτερο. Μερικά από τα επιχειρήματα που παραθέτουν είναι:
Πρώτον, η οικονομία ξεκινά από το 2014 μια πορεία αργής, αλλά σταδιακής, ανάκαμψης, η οποία θα συνδυάζεται με θετικό πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα και με σταδιακή ανάκτηση της χαμένης εμπιστοσύνης στις προοπτικές της οικονομίας. Η νέα ανάκαμψη που θα προκύψει θα βασίζεται σε στερεότερες βάσεις, καθώς ελπίζεται πως θα αποφευχθεί η επανάληψη των σφαλμάτων του παρελθόντος (π.χ. μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, υπερδανεισμός επιχειρήσεων και νοικοκυριών, μεγάλη έκθεση τραπεζών σε κυβερνητικά ομόλογα).
Δεύτερον, μέσα στο νέο περιβάλλον που ελπίζεται να διαμορφωθεί, οι επιχειρήσεις θα καταφέρουν να βελτιώσουν την κερδοφορία τους, καθώς η αύξηση του τζίρου τους θα συνδυάζεται με το πολύ χαμηλότερο κόστος σε σχέση με το παρελθόν.
Τρίτον, μετά την εμπειρία της τελευταίας 15ετίας, το επενδυτικό κοινό είναι σε θέση να ξεχωρίσει την... ήρα από το στάρι, άρα να εμπιστευτεί διοικήσεις και εταιρείες που αξίζουν τον κόπο (και το χρήμα της επένδυσης).
Αλήθεια επίσης είναι πως μέσα από την επώδυνη διαδικασία της κρίσης αναδείχτηκαν στο ευρύ επενδυτικό κοινό αρκετές σοβαρές και υποσχόμενες εταιρείες, οι οποίες στο παρελθόν δεν το απασχολούσαν (MLS, Κρι Κρι, Πλαστικά Κρήτης, Αφοί Καράτζη, Πλαστικά Θράκης, Flexopack, ΕΛΤΟΝ Χημικά, Space Hellas, Ικτίνος και Mevaco, είναι μερικά μόνο παραδείγματα της συγκεκριμένης κατηγορίας).
Και τέταρτον, μπορεί ενδεχομένως πολλές επιχειρήσεις να μην εξυπηρετούνται τα τελευταία χρόνια από την ένταξή τους στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, όμως οι διοικήσεις τους αντιλαμβάνονται πως τέτοια εγχειρήματα έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα. Αναγνωρίζουν πως στο παρελθόν άντλησαν σημαντικά κεφάλαια που τις βοήθησαν να αναπτυχθούν και ελπίζουν πως αυτό θα επαναληφθεί και στο μέλλον, στον βαθμό που ελληνική οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει.
Τα μπες - βγες στο Χ.Α. από το 2002
Ο θεσμός του χρηματιστηρίου αποτελεί μια αγορά που πρώτο μέλημα έχει την εύρεση μακροπρόθεσμων κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής της Κεφαλαιαγοράς, από το 2002 μέχρι και το τέλος του 2012 υπήρξαν 56 νέες εκδόσεις μετοχικών τίτλων με αρχική δημόσια προσφορά (IPO - Initial Public Offering).
Ωστόσο, από το 2006 και μετά ο συνολικός αριθμός είναι 7 και από το 2008 και μετά μόλις μία περίπτωση, δείχνοντας ότι αυτή η βασική δραστηριότητα της αγορά μετοχών έχει σταματήσει να λειτουργεί επί της ουσίας. Από το 2008 και μετά έως τα τέλη του 2013, το Χ.Α. ως μοχλός άντλησης κεφαλαίων για νέες εταιρείες και νέες εισαγωγές μετοχών προσέφερε μόλις 10 εκατ. ευρώ στην εταιρεία MIG Real Estate.
Την περίοδο 2008-2012, για τις ήδη εισηγμένες εταιρείες του Χ.Α. η εικόνα είναι αισθητά καλύτερη σε σχέση με τα IPOs. Οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου ανήλθαν σε 73, με το συνολικό ποσό που μπόρεσαν να αντλήσουν οι εισηγμένες να ανέρχεται σε 10,7 δισ. ευρώ, αρκετά υψηλό αν συγκριθεί με τη συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. όλα αυτά τα έτη (που κατά μέσο όρο προσέγγισε τα 53 δισ. ευρώ). Πάντως, με εξαίρεση τις τράπεζες, η συμμετοχή του ευρέος επενδυτικού κοινού υπήρξε ιδιαίτερα περιορισμένη.
Το 2012 δεν έλαβε χώρα έκδοση μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου (ΜΟΔ), ενώ επισημαίνεται ότι η συρρίκνωση της εκδοτικής δραστηριότητας τίτλων σταθερού εισοδήματος συνεχίζεται δεδομένου ότι ήδη από το 2011 μόνο μία έκδοση ΜΟΔ έλαβε χώρα.
Στο κρίσιμο θέμα των δημόσιων προτάσεων, το 2012 υπεβλήθησαν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έξι δημόσιες προτάσεις αγοράς μετοχών εταιρειών που είναι διαπραγματεύσιμες στο Χ.Α. Το 2011 υπεβλήθησαν τέσσερις δημόσιες προτάσεις, ενώ επιπλέον υπεβλήθησαν τρία αιτήματα για άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς (squeeze-out).
Στη διάρκεια του 2013, ωστόσο, τρεις ακόμα μεγάλες επιχειρήσεις, η Coca Cola 3E, η S&B Βιομηχανικά Ορυκτά ήδη και ο βιομηχανικός όμιλος της Βιοχάλκο αποχωρούν από την ελληνική αγορά μετοχών, χωρίς να υπάρχουν άλλες εταιρείες με ικανά μεγέθη να τις αντικαταστήσουν, μειώνοντας το βάθος της αγοράς σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία, όπου η ελληνική οικονομία συνολικά αναζητά επενδύσεις.
****Αναλυτικά οι πίνακες με τις εκδόσεις μετοχικών τίτλων και οι δημόσιες προτάσεις στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".