«Αποφασίσαμε να επαναλάβουμε την επιλογή των stock options, καθώς είδαμε ότι το προηγούμενο εγχείρημα απέδωσε, όπως άλλωστε φάνηκε και από τις οικονομικές μας επιδόσεις».
Με αυτό τον τρόπο σχολίασε την πρόσφατη πρόταση του Δ.Σ. ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ίλυδας Βασίλης Ανυφαντάκης, προσθέτοντας ότι «το πρόγραμμα εστιάζεται κυρίως σε νέα διευθυντικά στελέχη και έγκειται στη δυνατότητα που έχουν να αποκτήσουν νέες μετοχές της εταιρείας έναντι χαμηλότερου τιμήματος σε σχέση με την τρέχουσα τιμή τους στο Χρηματιστήριο της Αθήνας».
Και μπορεί η σχετική πρόταση του Δ.Σ. της Ίλυδας να εγκρίθηκε ομόφωνα από τους αρκετούς μετόχους μειοψηφίας που παραβρέθηκαν στη γενική συνέλευση της 22ης Νοεμβρίου, πλην όμως δεν έχει συμβεί το ίδιο σε όλες τις άλλες εταιρείες πληροφορικής που έχουν «περάσει» ένα τέτοιο μέτρο.
Σε κάποιες εταιρείες για παράδειγμα, είχε ζητηθεί να υπάρξουν μετρήσιμοι στόχοι που θα πρέπει να επιτευχθούν -και μάλιστα να έχουν ανακοινωθεί εκ των προτέρων στη γενική συνέλευση- προκειμένου να εγκρίνουν τη διανομή stock options.
Γνωστός παράγοντας του κλάδου μιλώντας στο Euro2day.gr επισημαίνει: «Κατανοώ τους λόγους για τους οποίους ορισμένοι μέτοχοι μειοψηφίας αντιδρούν σε τέτοιες προτάσεις των διοικήσεων, ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες που έχουν υψηλό μέσο κόστος κτήσης και οι μερισματικές αποδόσεις είναι χαμηλές.
Ωστόσο, πιστεύω ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν έχουν δίκιο. Οι εισηγμένες εταιρείες -ορισμένες εκ των οποίων λειτουργούσαν με προσωπικό εκτάκτου ανάγκης- μεγάλωσαν πολύ απότομα σε μεγέθη κατά τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια, καθώς καλούνται να ανταποκριθούν σε υπερδιπλάσιο κύκλο εργασιών, ενώ κάποιες άλλες προχώρησαν και σε εξαγορές.
Αυτή την περίοδο, οι διοικήσεις των εταιρειών δεν έχουν ως πρώτη προτεραιότητα το να αναλάβουν νέες συμβάσεις, αλλά το να ολοκληρώσουν έγκαιρα και με επιτυχία τα ήδη αναληφθέντα έργα τους, κάτι που δεν είναι εύκολο αν συνυπολογίσει κάποιος την έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών.
Δεν είναι μόνο τα άτομα που την προηγούμενη δεκαετία απολύθηκαν από τις εταιρείες και συνέχισαν την καριέρα τους στο εξωτερικό. Είναι και οι λεγόμενοι ψηφιακοί νομάδες που δουλεύουν σε εταιρείες άλλων χωρών, εξακολουθώντας να διαμένουν στην Ελλάδα».
Η επένδυση σε στελέχη
Η επένδυση σε στελέχη όμως, αποτελεί παράλληλα και προϋπόθεση ανάπτυξης -ή ακόμη και βιωσιμότητας- και για την περίοδο που θα ακολουθήσει το τέλος των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, είτε αυτό γίνει στο τέλος του 2026, είτε λίγο αργότερα σε περίπτωση που δοθεί παράταση.
Ενδεικτική είναι η τοποθέτηση της Space Hellas, η διοίκηση της οποίας προετοιμάζεται από τώρα για την εποχή που θα ακολουθήσει το Ταμείο Ανάκαμψης, όταν τα δημόσια έργα δεν προβλέπεται να διατηρηθούν στα τρέχοντα επίπεδα και όταν οι δομές των εταιρειών θα έχουν «βαρύνει» και θα είναι περισσότερο ακριβές.
Έχει λοιπόν, σύμφωνα με την Space Hellas, μεγάλη σημασία στο να υπάρξουν πολιτικές αριστοποίησης του τρόπου λειτουργίας, στροφής προς ποιοτικές υπηρεσίες που θα αποφέρουν επαναλαμβανόμενα έσοδα, προσφορά νέων προϊόντων προστιθέμενης αξίας, κ.λπ. Όλα αυτά όμως δεν μπορούν να γίνουν χωρίς την ύπαρξη και την αποτελεσματική λειτουργία του απαραίτητου στελεχιακού δυναμικού.
Κύκλοι της χρηματιστηριακής αγοράς, θεωρούν από την πλευρά τους, πως κάθε περίπτωση stock options (δικαιωμάτων προαίρεσης) θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά, συνεκτιμώντας και τα δείγματα γραφής (track record) του παρελθόντος.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η υιοθέτηση προγραμμάτων stock options επηρεάζει επί τα χείρω τη λογιστική εικόνα των εισηγμένων εταιρειών πληροφορικής, καθώς -κατά παράδοξο τρόπο- θεωρείται ως «έξοδο» (χωρίς να μειώνει ούτε το ταμείο, ούτε άλλο περιουσιακό στοιχείο της εταιρείας, άρα ούτε και τα ίδια κεφάλαια) και επηρεάζει πτωτικά την «κάτω γραμμή» των αποτελεσμάτων χρήσεως.
Αυτή η παράλογη εγγραφή «εξόδων» έχει επηρεάσει κατά καιρούς πτωτικά τη λογιστική κερδοφορία αρκετών εισηγμένων εταιρειών, όπως π.χ. της Epsilon Net, της Profile, της Performance Technology, κ.λπ.