Σε έναν κόσμο όπου τα καθημερινά είδη πρώτης ανάγκης μετατρέπονται γρήγορα σε πολυτέλεια, το ελαιόλαδο, που κάποτε αποτελούσε βασικό συστατικό της ελληνικής κουζίνας, μοιάζει πλέον με πολύτιμο αγαθό.
Η αναταραχή της παγκόσμιας οικονομίας, σε συνδυασμό με τις ακραίες καιρικές συνθήκες σε βασικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές, έχει οδηγήσει τις τιμές του προϊόντος σε πρωτοφανή επίπεδα. Η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανέφερε πρόσφατα μια εντυπωσιακή αύξηση 56,7% στις τιμές του ελαιολάδου τον Ιούλιο, αναδεικνύοντας την πίεση που ασκείται στους καταναλωτές.
Αλλά τι σημαίνει αυτό για τις επιχειρήσεις; Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση της ΟΛΥΜΠΙΑ-ΧΕΝΙΑ, μιας εταιρείας που ιδρύθηκε το 1970, -σ.σ. το εργοστάσιό της ξεκίνησε το 1990-, και είναι γνωστή όχι μόνο για το ελαιόλαδό της αλλά και για τη γκάμα των ελαιοκομικών προϊόντων της, συμπεριλαμβανομένων των ελιών, της πάστας ελιάς αλλά και των έτοιμων γευμάτων. Παρά τις οικονομικές προκλήσεις, η εταιρεία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα.
Το 2022, η εταιρεία κατέγραψε αύξηση πωλήσεων 30,4%. Αυτή η ανοδική πορεία συνεχίστηκε και πέρυσι, με τις πωλήσεις να αυξάνονται μεν με μικρότερο ρυθμό κατά 7,5%, αλλά φτάνοντας στο ιστορικό ρεκόρ εσόδων 25,9 εκατ. ευρώ. Το επίτευγμα αυτό είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο αν ληφθεί υπόψη η ταυτόχρονη μείωση των εξόδων διοίκησης και διανομής, τα οποία μειώθηκαν σε 1,914 εκατ. ευρώ από 2,079 εκατ. ευρώ το 2022. Ως ποσοστό επί του κύκλου εργασιών, τα εν λόγω έξοδα μειώθηκαν στο 7,40%, από 8,63% το 2022 και 9,55% το 2021.
Ωστόσο, η οικονομική εικόνα δεν είναι εντελώς ρόδινη. Η εταιρεία «είδε» τα καθαρά χρηματοοικονομικά της έξοδα να εκτοξεύονται κατά 96,61% και να ανέρχονται σε 244.592 ευρώ. Και ενώ παρουσίασε κέρδη ύψους 1,162 εκατ. ευρώ, δεν μπορεί να γίνει διανομή από τα κέρδη της χρήσης γιατί η ζημιά του 2022 ύψους 1,327 εκατ. ευρώ τα υπερκαλύπτει και απομένει μεταφερόμενη ζημία 165.267 ευρώ.
Παρ' όλα αυτά, η διοίκηση της εταιρείας προτείνει στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων να εγκρίνει τη διανομή μερίσματος 350.394 ευρώ που προέρχεται από τα κέρδη προηγούμενων χρήσεων που εμφανίζονται στο υπόλοιπο των κερδών εις νέον. Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί την εμπιστοσύνη στη μακροπρόθεσμη σταθερότητα της εταιρείας, ακόμη και όταν αυτή πλοηγείται στις προκλήσεις του πληθωρισμού και της οικονομικής αβεβαιότητας.
Οι επιδόσεις της το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος οικονομικού έτους ενισχύουν περαιτέρω αυτή την αισιοδοξία. Με τις πωλήσεις να έχουν αυξηθεί κατά 35% το πρώτο εξάμηνο, η εταιρεία βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει πωλήσεις ύψους 30 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους, από 18,474 εκατ. ευρώ το 2022, όταν ξεκίνησε το ράλι των τιμών, ενώ η διοίκησή της προβλέπει ικανοποιητική κερδοφορία. Πέρυσι το περιθώριο καθαρού κέρδους ως ποσοστό επί των πωλήσεων αυξήθηκε κατά 10,58 μονάδες στο 5,59% με το περιθώριο του μικτού αποτελέσματος να ανέρχεται στο 13,55% από 3,02% το 2022.