Τον κίνδυνο της συνέχισης της λειτουργίας της ΔΕΗ επισημαίνει η Ernst & Young, ο ορκωτός ελεγκτής της δημόσιας επιχείρησης, στην έκθεσή του που επισυνάπτεται στα ετήσια οικονομικά αποτελέσματά της για το 2018.
Σύμφωνα με την EY, «η εταιρεία και ο όμιλος στην κλειόμενη χρήση παρουσιάζουν μειωμένα έσοδα και υψηλές ζημίες προ φόρων, ενώ κατά την 31 Δεκεμβρίου 2018 οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις της εταιρείας και του Ομίλου υπολείπονταν κατά 949 εκατ. ευρώ και 708 εκατ. ευρώ των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, αντίστοιχα», λέει ο ορκωτός ελεγκτής και συνεχίζει αναφέροντας χαρακτηριστικά στη σελίδα 81 της ετήσιας έκθεσης της ΔEΗ: «Με βάση τις εκτιμήσεις της διοίκησης, οι ανωτέρω συνθήκες, οι οποίες αναμένεται να συνεχιστούν κατά τη διάρκεια των επόμενων δώδεκα μηνών μεμονωμένα αλλά και στο σύνολό τους μαζί με άλλα θέματα, υποδηλώνουν την ύπαρξη ουσιώδους αβεβαιότητας, η οποία ενδεχομένως θα εγείρει σημαντική αμφιβολία σχετικά με τη δυνατότητα της εταιρείας και του ομίλου να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους».
Κυβέρνηση και διοίκηση της δημόσιας επιχείρησης καλούνται, λοιπόν, να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις για τη διάσωση της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας, μετά τα χειρότερα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε ποτέ στην ιστορία της, στα 69 χρόνια της ζωής της.
Οι ζημίες της ΔEΗ για το 2018, όπως και να τις διαβάσει κανείς, είτε ως 542 εκατ. ευρώ, με τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες, είτε ως 903,8 εκατ. ευρώ με τις διακοπτόμενες δραστηριότητες (δηλαδή με τις πωλούμενες λιγνιτικές μονάδες), χτυπάνε τον κώδωνα του συστημικού κινδύνου.
Ο κίνδυνος
Για να γίνει αντιληπτή η έκταση της απειλής, αρκεί να θυμίσουμε το μέγεθος της επιχείρησης και του δανεισμού της. Ηλεκτροδοτεί 7 εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όλες τις μεγάλες βιομηχανίες της χώρας (υψηλή τάση με μερίδιο 97,6%) και το Δημόσιο.
Το μερίδιό της στην προμήθεια ρεύματος το 2018 ήταν στο 81,9%, αν και το αντίστοιχο μέγεθος στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μόλις 47,9%.
Ταυτόχρονα οι συστημικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες με δανεισμό προς την εταιρεία. Πρόσφατα αναχρηματοδότησαν δάνειά της ύψους 1,2 δισ. ευρώ και άνοιξαν γραμμή πίστωσης 200 εκατ. ευρώ για την πληρωμή μέρος του ομολόγου των 350 εκατ. ευρώ που λήγει στο τέλος του μήνα, ενώ επενδυτικά δάνεια συνολικού ύψους 315 εκατ. ευρώ χορήγησαν η ΕΤΕπ και η Τράπεζα Εμπορίου και Αναπτύξεως Ευξείνου Πόντου.
Το καθαρό χρέος της ανέρχεται στα 3,7 δισ. ευρώ (αν και μειωμένο κατά 212,4 εκατ. ευρώ, σε σχέση με το 2017), αλλά οι ληξιπρόθεσμες οφειλές πελατών της βρίσκονται σχεδόν καρφωμένες στα επίπεδα των 2,5 δισ. ευρώ (στα 2,443 δισ. ευρώ από 2,536 δισ. την προηγούμενη χρονιά), ενώ ο κύκλος εργασιών της βαίνει μειούμενος στα 4,7 δισ. ευρώ από 4,9 δισ. ευρώ το 2017.
Για να γίνει σαφές το πρόβλημα της εταιρείας, αρκεί να σημειωθεί ότι ο λόγος καθαρού χρέους (3,744 δισ. ευρώ) προς τα EBITDA (216,5 εκατ. ευρώ) ξεπερνά το 17. Όταν κανονικά θα πρέπει να κινείται κάτω από το 4...
Η πολιτική αντιπαράθεση
Η προαναφερόμενη εικόνα πυροδότησε σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση. Οι αρμόδιοι τομεάρχες της ΝΔ Κώστας Σκρέκας και του ΚΙΝ. ΑΛ. Γιάννης Μανιάτης μίλησαν για «εγκλήματα» της κυβέρνησης, έστειλαν σαφέστατο μήνυμα στην κυβέρνηση και τη διοίκηση της ΔEΗ αναγγέλλοντας αναζήτηση «ποινικών ευθυνών» και έβαλαν στο «κάδρο» για την κατάσταση της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, τους αρμόδιους υπουργούς Γιώργο Σταθάκη και Πάνο Σκουρλέτη, αλλά και τον πρόεδρο της ΔEΗ Μανόλη Παναγιωτάκη.
Στα πυρά… απάντησε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας κάνοντας λόγο για «μία αρνητική συγκυρία», κατηγόρησε την αντιπολίτευση για κινδυνολογία και θύμισε επιλογές των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στην εποχή της διακυβέρνησής τους, όπως οι αυξήσεις στα τιμολόγια, η εκτίναξη του δανεισμού και το σκάνδαλο Energa - Hellas Power.
Η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού
Με βάση τις μνημονιακές δεσμεύσεις της κυβέρνησης, η εγχώρια αγορά ρεύματος έπρεπε να ανοίξει ώστε να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός. Η δημόσια επιχείρηση κλήθηκε να μειώσει το μερίδιο της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας κάτω από 50% στο τέλος της χρονιάς (έναντι 81,9% το 2018), ήτοι να χάσει πωλήσεις της τάξης των 2 δισ. ευρώ. Στην ιδανικότερη περίπτωση, τα έσοδα αυτά έπρεπε να ανακτήσει από άλλες δραστηριότητες.
Επιπλέον, η ΔEΗ καλείται να κινηθεί και σε ένα τοπίο στο οποίο η λιγνιτική παραγωγή ρεύματος δεν έχει θέση στην ενιαία αγορά, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ε.Ε. για καθαρότερες μορφές ενέργειας μακριά από τον άνθρακα.
Η ζημιά των ΝΟΜΕ
Η κυβέρνηση, θέλοντας να μείνει πιστή στο ιδεολογικό της αφήγημα που είχε παρουσιάσει πριν τις εκλογές του 2015, επέλεξε να ακυρώσει το νόμο της «μικρής ΔEΗ» και να προχωρήσει στην καθιέρωση των δημοπρασιών (ΝΟΜΕ) λιγνιτικής ισχύος της δημόσιας εταιρείας. Θα έμενε δηλαδή η δημόσια εταιρεία υπό τον δημόσιο έλεγχο και η αγορά θα άνοιγε με την έμμεση πρόσβαση των ανταγωνιστών της στο φθηνό μονοπωλιακό της καύσιμο, τον λιγνίτη. Την ίδια στιγμή, το ευρωπαϊκό δικαστήριο καταδίκασε τη χώρα μας για τη μη απελευθέρωση της λιγνιτικής παραγωγής και η κυβέρνηση συμφώνησε στην πώληση του 40% των μονάδων της, ήτοι τους δύο σταθμούς της Μελίτης και της Μεγαλόπολης.
Ωστόσο οι δημοπρασίες δεν άνοιξαν την αγορά και η ΔEΗ δεν έπιανε τους στόχους του μνημονίου για μείωση του μεριδίου της. Έτσι, ενεργοποιούνταν το «πέναλτι» και ανέβαιναν οι ποσότητες ισχύος που θα έπρεπε να βγάζει σε δημοπρασία. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2018, όπως αναφέρεται και στα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα, «σε αρκετές περιπτώσεις, οι ποσότητες ΝΟΜΕ υπερέβαιναν το αντίστοιχο άθροισμα λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής, φαινόμενο το οποίο προβλέπεται να διατηρηθεί και όλο το 2019». Το 2018 λοιπόν η ΔEΗ ζημιώθηκε κατά 151,6 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σχέση με το 2017, ήτοι η επιβάρυνση ανήλθε στα 223,8 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι οι τιμές εκκίνησης των δημοπρασιών είναι κατά πολύ χαμηλότερες σε σχέση με την Οριακή Τιμή Συστήματος.
Το ράλι των τιμών CO2
Επιπλέον, μεγάλο ήταν και το κόστος που είχε η δημόσια εταιρεία από τις δαπάνες για αγορά δικαιωμάτων CO2. Αυτό σχεδόν διπλασιάστηκε στα 279,5 εκατ. ευρώ από 141,6 εκατ. ευρώ το 2017, εξαιτίας της ανόδου των τιμών των ρύπων που έχουν πυροδοτήσει οι ευρωπαϊκές αποφάσεις για την κλιματική αλλαγή. Αν και η επιχείρηση μείωσε τις εκπομπές ρύπων στα 23,4 εκατομμύρια τόνους από 24,8 εκατ., εντούτοις η μέση τιμή εκτινάχθηκε στα 11,93 ευρώ ανά τόνο από 5,71 ευρώ.
Η ρύθμιση για τους εργαζομένους
Μετά από έντονες πιέσεις της ΓΕΝΟΠ και ενόψει και των αναγκών για αποχωρήσεις εργαζομένων της εταιρείας από τις πωλούμενες λιγνιτικές μονάδες, η κυβέρνηση προχώρησε τον περασμένο Απρίλιο σε τροπολογία με την οποία κατάργησε τον συμψηφισμό των αποζημιώσεων με το εφάπαξ βοήθημα των εργαζομένων που αποχωρούν από την εταιρεία. Για τον λόγο αυτό η ΔEΗ πήρε πρόβλεψη αποζημίωσης ύψους 148,8 εκατ. ευρώ.
Τα χρέη προς τον ΑΔΜΗΕ
Αρνητικά επέδρασε και ο σχηματισμός πρόσθετης πρόβλεψης, ύψους 109,5 εκατ. ευρώ, για τόκους υπερημερίας που διεκδικεί ο ΑΔΜΗΕ από τη δημόσια εταιρεία από τη συμμετοχή της στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι λύσεις
Η διοίκηση της ΔEΗ, όπως επισημαίνει και ο πρόεδρός της Μανόλης Παναγιώτης, διεκδικεί κι επιμένει ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο λειτουργίας της εταιρείας, με όσο το δυνατό μικρότερο εναγκαλισμό του δημοσίου.
Ζητά θεσμικά μέτρα, όπως για παράδειγμα το σύστημα των προσλήψεων. Η εταιρεία έχει δρομολογήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, δράσεις για την αποχώρηση εργαζομένων, ωστόσο, η αντικατάστασή τους με νεότερους και χαμηλότερο κόστος κολλά στις γραφειοκρατικές διαδικασίες του δημοσίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δαπάνες μισθοδοσίας ανέρχονται στα 722,5 εκατ. ευρώ.
Στις σχεδιαζόμενες ενέργειες της επιχείρησης είναι και αυτή της τιτλοποίησης μέρους του χαρτοφυλακίου των οφειλών, όπως είχε αποκαλύψει το Euro2day.gr. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε στους αναλυτές χθες ο κ. Παναγιωτάκης, οι απλήρωτοι λογαριασμοί ανήλθαν στα 2,443 δισ. ευρώ από 2,536 δισ. ευρώ, με τα μέτρα εισπραξιμότητας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να έχουν μειώσει τις απαιτήσεις της σχετικής κατηγορίας κατά 250 εκατ. ευρώ.
Βέβαια στις μακροπρόθεσμες λύσεις συμπεριλαμβάνονται κι εκείνες της καθιέρωσης του μηχανισμού επάρκειας ισχύος των λιγνιτικών μονάδων, μέτρο που συνδέεται με τον διαγωνισμό πώλησης της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Χθες το υπουργείο ΠΕΝ έδωσε σε δημόσια διαβούλευση τον Μόνιμο Μηχανισμό Επάρκειας Ισχύος (ΑΔΙ) για όλες τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής του συστήματος.
Ο περιορισμός της έκθεσης της ΔEΗ στον λιγνίτη συνεπάγεται και στροφή προς άλλες δραστηριότητες, όπως στις ΑΠΕ. Και αυτό προκειμένου να ανακτήσει έσοδα από τη μείωση του μεριδίου της στην αγορά ηλεκτρισμού. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τον πίνακα των επενδύσεων ύψους 746,7 εκατ. ευρώ για το 2018, η εταιρεία επένδυσε 52,5 εκατ. ευρώ ενώ το 2017 είχε διαθέσει μόλις 1,5 εκατ. ευρώ! Σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της McKinsey & Company, έχει μπει ως στόχος η εταιρεία να ανεβάσει το μερίδιό της στις ΑΠΕ από το 3% σήμερα, στο 10% το 2022. Με τον τρόπο αυτό θα προσθέσει στα EBITDA της 73 με 84 εκατ. ευρώ.
Στις βραχυπρόθεσμες λύσεις συμπεριλαμβάνεται επίσης η διεκδίκηση από τη ΔEΗ ποσών για την παροχή ΥΚΩ το 2011.
Η μεγάλη αλλαγή, όμως, που απαιτείται, είναι η δυνατότητα της δημόσιας εταιρείας να ανακτά τα κόστη της από τα τιμολόγια ρεύματος. Ο αντιπρόεδρός της Γιώργος Ανδριώτης σε πρόσφατη εκδήλωση είχε σημειώσει πως η εταιρεία πριν το 2015 είχε αντλήσει έσοδα της τάξης των 600 εκατ. ευρώ από αυξήσεις στις τιμές της κιλοβατώρας, κάτι που στη ΔEΗ δεν είχε επιτραπεί μετά το 2015, εξαιτίας του πολιτικού κόστους…