Παρά το γεγονός ότι τα στελέχη των επιχειρήσεων προετοιμάζονται για ένα δύσκολο χειμώνα γεμάτο προκλήσεις και αβεβαιότητες και κόντρα στην ανοδική τάση που συνεχίζουν να παρουσιάσουν τα διεθνή επιτόκια, ευχάριστα ηχεί το γεγονός ότι οι μεγάλοι τουλάχιστον όμιλοι θεωρούν την τρέχουσα συγκυρία ως μια «κακή παρένθεση» που δεν φαίνεται ικανή να διαταράξει τη μεσομακροπρόθεσμη ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, χρηματιστηριακοί παράγοντες εστιάζουν στο γεγονός ότι πολλές εταιρείες -είτε αυτές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας είτε όχι- συνεχίζουν ακάθεκτες τα επενδυτικά τους προγράμματα, ενώ παράλληλα διεθνή funds επιμένουν να αναζητούν τοποθετήσεις στην Ελλάδα και ξένοι «παίκτες» ενδιαφέρονται να αποκτήσουν τα ποσοστά που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στις ελληνικές τράπεζες (σε πρώτη φάση Εθνική και Πειραιώς). Επιπλέον, τα όποια εγχειρήματα για αποκρατικοποιήσεις και για εκμεταλλεύσεις δημόσιας ακίνητης περιουσίας εξακολουθούν να προσελκύουν επενδυτικό ενδιαφέρον.
«Οι εξελίξεις αυτές είναι πολύ σημαντικές, γιατί όλες αυτές οι κατηγορίες επενδύσεων δεν βασίζονται στην πορεία της οικονομίας κατά τους επόμενους λίγους μήνες, ούτε ποντάρουν σε κάποια γρήγορα χρηματιστηριακά κέρδη. Αντίθετα, εστιάζουν στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της χώρας, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τους όποιους κινδύνους μπορεί να προκύψουν μέσα στον χειμώνα, ή το ενδεχόμενο πολιτικό ρίσκο του 2023» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Επί του παρόντος, οι ελληνικές επιχειρήσεις παρατηρούν μετά το πέρας των καλοκαιρινών διακοπών τα πρώτα σημαντικά δείγματα κόπωσης της ζήτησης στην εγχώρια αγορά και όλα δείχνουν ότι η οικονομία θα χαμηλώσει σημαντικά τους ρυθμούς ανάπτυξης που κατέγραψε κατά το πρώτο φετινό εννεάμηνο. Ακόμη χειρότερα είναι τα μηνύματα που έρχονται από τις οικονομίες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, με ό,τι ενδεχομένως αυτό συνεπάγεται για την πορεία των εξαγωγών σε αποπληθωρισμένες τιμές.
Παράλληλα, όσο και αν το κόστος ενέργειας αποκλιμακώθηκε κατά το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου, διατηρείται σε πολύ υψηλά επίπεδα και κανείς δεν γνωρίζει το πώς θα κυμανθεί κατά τους επόμενους μήνες.
Όσο για τα επιτόκια, όλα δείχνουν πως θα έχουμε μια ακόμη γενναία αύξησή τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσα στη φετινή χρονιά, με τις προβλέψεις να μιλούν για ένα ύψος κοντά στο 3% κάποια στιγμή μέσα στο 2023.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, δεν είναι τυχαίο ότι οι διοικήσεις εξετάζουν εναλλακτικά σενάρια δράσης για άμβλυνση των επιπτώσεων, απέναντι σε ενδεχόμενα εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού και των επιπτώσεων που θα έχουν όλα αυτά στη ζήτηση και στις λειτουργικές δαπάνες των εταιρειών.
Παρ' όλα αυτά, οι επιχειρήσεις δεν φαίνεται να ανατρέπουν τους ήδη δρομολογημένους επενδυτικούς τους σχεδιασμούς και μάλιστα αρκετές εταιρείες επιμένουν να ξεκινούν νέα projects μέσα στην τρέχουσα συγκυρία, θεωρώντας πως οι μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν θετικές.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του πλήθους των επενδύσεων που σχεδιάζονται και υλοποιούνται στον ευρύτερο κλάδο του τουρισμού, παρά το γεγονός ότι αρκετοί Ευρωπαίοι θα δυσκολευτούν να επισκεφτούν την Ελλάδα το 2023, σε περίπτωση που δεν δούμε μια μεγάλη αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων κατά τους επόμενους έξι έως οκτώ μήνες. «Οι επενδύσεις στον τουρισμό έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα και η ουσία είναι πως υπάρχει η πεποίθηση ότι η Ελλάδα είναι σε θέση να κερδίσει σημαντικά μερίδια στη διεθνή αγορά κατά τα επόμενα χρόνια», δηλώνει χαρακτηριστικά διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας.
Αίσθηση επίσης προκάλεσαν οι δηλώσεις του Δημήτρη Ανδριόπουλου (προέδρου και CEO της εταιρείας ακινήτων Dimand) ότι «η Ελλάδα αποτελεί από μόνη της μια ευκαιρία» και σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις, ότι «τους επόμενους 18 μήνες είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά δεν έχουμε μειώσει τον ρυθμό των έργων μας. Δεν φοβόμαστε να κρατήσουμε τη μηχανή παραγωγής ανοιχτή».
Ένα ακόμη παράδειγμα έρχεται από τον κατασκευαστικό κλάδο, με την Intrakat να αποφασίζει αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά 100 εκατ. ευρώ. Άλλο παράδειγμα του «ζεστού κλίματος» στον κατασκευαστικό κλάδο αποτελεί το επενδυτικό ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί για απόκτηση στρατηγικής συμμετοχής στη Δομική Κρήτης (το τρέχον ανεκτέλεστο υπόλοιπο των εταιρειών του κατασκευαστικού κλάδου είναι περίπου διπλάσιο από αυτό του Ολυμπιακού έτους 2004).
Μπαράζ επενδύσεων υλοποιούνται αυτή την περίοδο και εκτιμάται ότι θα ενταθούν περαιτέρω σε κλάδους όπως η πληροφορική και η ενέργεια.
O Όμιλος Viohalco από την πλευρά του συνεχίζει τις επενδύσεις σε όλα σχεδόν τα μέτωπα, από τα ακίνητα (Noval) έως τον κλάδο έλασης αλουμινίου (αύξηση του capacity στη μονάδα της Elval) και τη δραστηριότητα των καλωδίων, όπου πέρα από τα σχέδια επέκτασης της μονάδας στην Κόρινθο αγόρασε την προηγούμενη εβδομάδα και τις εγκαταστάσεις της πρώην Πετζετάκις στη Βοιωτία.
Σημαντικές επενδύσεις επίσης υλοποιούνται από τις εταιρείες έλασης αλουμινίου (π.χ. η Αλουμύλ, η θυγατρική της Βιοκαρπέτ, Exalco, η Cosmos και η Aluminco) καθώς -μεταξύ άλλων- οι προσδοκίες τους για την πορεία της εγχώριας οικοδομικής δραστηριότητας παραμένουν ανοδικές.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον επεκτείνεται σε όλο το φάσμα των εταιρειών, ανεξαρτήτως μεγέθους. Για παράδειγμα, η AS Company αποφάσισε πρόσφατα να χρησιμοποιήσει τμήμα των διαθεσίμων της και να προχωρήσει στην απόκτηση γης με στόχο τη δημιουργία τουριστικών καταλυμάτων, ενώ οι Ευρωσύμβουλοι φαίνεται να έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε αμερικανικά κεφάλαια, προκειμένου να προχωρήσουν σε επενδύσεις που θα σηματοδοτήσουν τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων τους.