Στην περίπτωση του «Ιανού», οι εγχώριες ασφαλιστικές εταιρείες θα κινηθούν και πάλι με τον ίδιο κλασικό τρόπο που επιλέγουν να δράσουν κάθε φορά μετά από μια φυσική καταστροφή: Σπεύδουν να καλύψουν με μεγάλη ταχύτητα τις ζημιές των πελατών τους, πράγμα που συχνά συνδυάζεται με σχετικά δελτία τύπου και ενίοτε με κινήσεις στήριξης στο πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.
Ειδικότερα στην περίπτωση του «Ιανού», τόσο επιμέρους γνωστοί ασφαλιστικοί όμιλοι, όσο και η ίδια η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (βλέπε δηλώσεις του προέδρου της κ. Αλέξανδρου Σαρρηγεωργίου) μίλησαν για «αποζημιώσεις με ταχύτητα και ευαισθησία».
Γεγονός είναι ότι σε αντίθεση με ό,τι πολλές φορές συμβαίνει στο εξωτερικό, τέτοιες καταστροφές στην Ελλάδα (Μάνδρα, Μάτι, Εύβοια) προκαλούν πολύ περιορισμένες οικονομικές συνέπειες στις ασφαλιστικές εταιρείες, για τον απλό λόγο ότι η πλειονότητα των Ελλήνων έχει την περιουσία του ανασφάλιστη.
Ο λόγος της άμεσης δράσης των ασφαλιστικών εταιρειών είναι διπλός. Πρώτα απ’ όλα, η ταχεία κινητοποίησή τους αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση για τις υπηρεσίες του κλάδου. Και δεύτερον, η έξαρση της συχνότητας των καταστροφικών φυσικών φαινομένων έχει καταστήσει πολύ πιο ισχυρό το επιχείρημα των ασφαλιστικών εταιρειών προς την κυβέρνηση στο να συνεργαστούν προκειμένου να προσφέρουν στους πολίτες προστασία της πρώτης κατοικίας τους έναντι φυσικών καταστροφών.
Αρχικά, όταν πριν από αρκετά χρόνια τέθηκε για πρώτη φορά το σχετικό αίτημα στο τραπέζι, είχε ουσιαστικά «απορριφθεί μετ’ επαίνων» καθώς δεν ήθελαν οι κυβερνήσεις που μεσολάβησαν να θεωρηθεί ότι επιβάλλουν ένα ακόμη «χαράτσι» στους ιδιοκτήτες ακινήτων.
Ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα, το περιβάλλον έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά:
- Πρώτον, γιατί η μεγάλη αύξηση της συχνότητας των φυσικών καταστροφών προκαλεί ήδη μια ολοένα και μεγαλύτερη ετήσια επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό, η οποία θα μπορούσε να πάρει τεράστιες διαστάσεις κάτω από την έλευση ενός περισσότερο ανεπιθύμητου φαινομένου (π.χ. ένας πολύ μεγάλος σεισμός).
- Δεύτερον, γιατί η αύξηση της συχνότητας έχει πλέον ευαισθητοποιήσει πολύ περισσότερο την κοινή γνώμη και
- τρίτον, γιατί έχουν αρχίσει να πέφτουν στο τραπέζι ιδέες που θα μπορούσαν να συνεπάγονται ένα σχετικά πολύ χαμηλό κόστος για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, αν για παράδειγμα το κράτος έβαζε και αυτό το χέρι στην τσέπη.
Σήμερα, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει δηλώσει εδώ και καιρό πως θα εξέταζε ένα ενδεχόμενο συνεργασίας με τις ασφαλιστικές εταιρείες (και) στο συγκεκριμένο μέτωπο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το αν και πότε θα μπορούσαν οι θεωρητικές προσεγγίσεις να μετατραπούν σε πράξη.
Εκτός όμως από τις φυσικές καταστροφές, οι ασφαλιστικές εταιρείες ζητούν συμπράξεις με το κράτος μέσω ΣΔΙΤ και στον τομέα της υγείας, με την έλευση της πανδημίας να αποτελεί ένα ακόμη επιχείρημα υπέρ αυτών. Επί του παρόντος, πάντως, ο κλάδος της υγείας είναι φέτος από τις λίγες «ζεστές» δραστηριότητες στην ασφαλιστική αγορά, καθώς -εκτός των άλλων- υπάρχουν πελάτες που συνάπτουν συμβόλαιο προκειμένου να καλυφθούν ακόμη και σε περίπτωση που τα κρατικά νοσοκομεία βρεθούν σε δυσχερή θέση.
Ακόμη πιο μακροπρόθεσμη υπόθεση φαίνεται να αποτελεί το αίτημα συνεργασίας ασφαλιστικών εταιρειών και κράτους στο κομμάτι της συνέχισης των εργασιών, τομέας που είναι άμεσα συνδεδεμένος με τις παρενέργειες της τρέχουσας πανδημίας.