Κατά μία βαθμίδα, σε ΒΒ- αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο η Standard and Poor's, διατηρώντας θετικό outlook στην αξιολόγηση.
Ο οίκος προβλέπει μέση ανάπτυξη 2,5% την τριετία 2019-2022, κυρίως λόγω ανάκαμψης της εγχώριας ζήτησης. Την ίδια στιγμή, έχουν μειωθεί τα ρίσκα για τον προϋπολογισμό μετά τις δικαστικές αποφάσεις για τις συντάξεις του δημοσίου.
Το θετικό outlook υποδηλώνει ότι ενδέχεται να ακολουθήσει νέα αναβάθμιση της Ελλάδας εντός 12 μηνών, εάν η κυβέρνηση συνεχίσει τις δομικές μεταρρυθμίσεις, ενισχύοντας τις οικονομικές προοπτικές και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Ενας ακόμη λόγος πιθανής αναβάθμισης θα ήταν η αξιοσημείωτη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών. Στον αντίποδα, ανάπτυξη χαμηλότερη των προβλέψεων ή «πάγωμα» των μεταρρυθμίσεων θα οδηγούσε σε σταθερό outlook.
Σημειώνεται ότι η S&P διατηρούσε τη βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας στο Β+ από το καλοκαίρι του 2018, χαμηλότερα από τους άλλους οίκους αξιολόγησης και τέσσερις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Την ίδια στιγμή, η βαθμολογία της Moody’s στην Ελλάδα είναι στο B1, ένα επίπεδο κάτω από αυτή της Fitch, η οποία στα τέλη Αυγούστου άφησε την χώρα στάσιμη (BB- με σταθερό outlook). Η Moody’s είχε αναβαθμίσει την 1η Μαρτίου την ελληνική οικονομία κατά δυο κλίμακες. Δίνει αξιολόγηση αντίστοιχη του οίκου S&P, μόνο που ο τελευταίος διατηρεί θετικό outlook, ενώ η Moody’s σταθερό.
Η αξιολόγηση
Οπως αναφέρει η S&P, η αναβάθμιση έρχεται μετά από εξελίξεις που μειώνουν σημαντικά τα ρίσκα για τον ελληνικό προϋπολογισμό και ειδικότερα, τις δικαστικές αποφάσεις για τις περικοπές μισθών και συντάξεων στο δημόσιο τομέα αλλά και η άρση των τελευταίων capital controls χωρίς ασυνήθιστες εκροές καταθέσεων, κάτι που βελτιώνει την εμπιστοσύνη στην οικονομία.
Η αξιολόγηση αντανακλά τη βελτίωση των προοπτικών στην οικονομία, σε συνδυασμό με ισχυρές επιδόσεις στον προϋπολογισμό και ευνοϊκό προφίλ χρέους. Τα ανωτέρω ισχυρά σημεία αντιπαραβάλλονται με το υψηλό εξωτερικό και δημόσιο χρέος και το πιεσμένο τραπεζικό σύστημα με υψηλά επίπεδα ΝΡΕs. Ο οίκος προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος και ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα μειώνονται από το 2019, με στήριξη και από την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και τα υψηλά πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.
Η οικονομία
Ο οίκος αναμένει ανάπτυξη περίπου 2% το 2019, με σταδιακή επιτάχυνση ως το 2022. Προβλέπει ακόμη αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 2% ετησίως ως το 2022 αν και η πρόσφατη αύξηση στον κατώτατο μισθό ίσως οδηγήσει σε επιβράδυνση των προσλήψεων.
Παράλληλα, η S&P σημειώνει ότι αν υλοποιηθούν τα σχέδια της κυβέρνησης για μείωση φόρων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, μείωση των τραπεζικών ΝΡΕs και βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ενδέχεται να επιταχύνει η μέχρι στιγμής ήπια ανάκαμψη. Σε γενικές γραμμές, αναμένει ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα υπερβεί το μέσο όρο της ευρωζώνης την επόμενη τριετία, με ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και των διαθέσιμων εισοδημάτων, και στήριξη από τις εξαγωγές.
Εαν δεν υπάρξουν εξωγενή σοκ από εξελίξεις όπως ο αυξανόμενος παγκόσμιος προστατευτισμός ή μια αναπάντεχη ύφεση στην ευρωζώνη, ο ελληνικός εξαγωγικός τομέας είναι σε καλή θέση για να επωφεληθεί από την αυξημένη ανταγωνιστικότητα. Το ελληνικό μερίδιο αγοράς στο παγκόσμιο εμπόριο έχει αυξηθεί και αναμένεται περαιτέρω άνοδος ως το 2022.
Ωστόσο, η Ελλάδα εμφανίζει χαμηλή βαθμολογία έναντι άλλων παρόμοιων οικονομιών λόγω φραγμών στον ανταγωνισμό στις αγορές εργασίας και προϊόντων, τις περίπλοκες διαδικασίες πτώχευσης, την ανεπαρκή δικαιοσύνη και την έλλειψη προβλεψιμότητας στην υλοποίηση συμβάσεων. Ως εκ τούτου, οι καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων, αν και έχουν βελτιωθεί, ίσως είναι ανεπαρκή για να χρηματοδοτήσουν ισχυρότερη ανάκαμψη.
Ο οίκος σημειώνει ότι θεωρεί πως οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης στα εργασιακά στοχεύουν στη βελτίωση της ευελιξίας των επιχειρήσεων. Τέτοιο είναι το προτεινόμενο μέτρο που επιτρέπει την εξαίρεση εταιριών με οικονομικά προβλήματα από τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις.
Οσον αφορά στη μεταμνημονιακή εποπτεία, ο οίκος εκτιμά ότι η Αθήνα θα αποφύγει πιθανή απόκλιση από τους συμφωνημένους στόχους έως ότου επιβεβαιωθεί ένας χαμηλότερος στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5% ως το 2023.
Η S&P σημειώνει ότι βλέπει θετικά τον διαχωρισμό των εκλογών για Πρόεδρο της Δημοκρατίας από τις εθνικέ εκλογές. Αν και οι λεπτομέρειες μένει να καθοριστούν, εξαφανίζεται το ρίσκο κυβερνητικής αστάθειας λόγω ανικανότητας του κοινοβουλίου να εκλέξει πρόεδρο.
Ο προϋπολογισμός
Η Αθήνα έχει χτίσει ιστορικό υπέρβασης των δημοσιονομικών στόχων από το 2015. Ο οίκος εκτιμά ότι το πλεόνασμα στον φετινό προϋπολογισμό θα διαμορφωθεί περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ από 1% πέρυσι, με το πρωτογενές πλεόνασμα περίπου στο 4,3%, υπερβαίνοντας το στόχο.
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού φέτος δείχνει ισχυρές επιδόσεις στα έσοδα, με στήριξη από έσοδα 1,8 δισ. ευρώ από την ανανέωση της σύμβασης στο «Ελ. Βενιζέλος» και κέρδη των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα.
Ο οίκος προβλέπει πλεόνασμα 0,8% στον προϋπολογισμό το 2020, με το πρωτογενές πλεόνασμα να ευθυγραμμίζεται με το στόχο του 3,5%. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγήσει σε μείωση του γενικού κυβερνητικού χρέους στο 166% του ΑΕΠ από 174% φέτος. Η τροχιά της μείωσης του χρέους τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί από τη στρατηγική της κυβέρνησης στη στήριξη της μείωσης των τραπεζικών κόκκινων δανείων αλλά και από τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων.
Οι τράπεζες
Οι ελληνικές τράπεζες έκαναν πρόοδο στη μείωση των NPEs, τα οποία στις 20 Ιουνίου 2019 ήταν ελαφρά πάνω από 75 δισ. ευρώ (εξαιρούνται τα εκτός ισολογισμού), μειωμένα κατά περίπου 30% έναντι των 107,2 δισ. τον Μάρτιο του 2016. Εξελισσόμενες πρωτοβουλίες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα περιλαμβάνουν διαγραφές, αναδιαρθρώσεις εκτός δικαστηρίων, ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς και ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.
Ο νόμος περί πτώχευσης των νοικοκυριών που συμφωνήθηκε με τους Θεσμούς νωρίτερα φέτος είναι πιθανό να μειώσει τον αριθμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και να επιταχύνει τους διακανονισμούς με τους δανειζόμενους, οι οποίοι υπό συγκεκριμένους όρους επωφελούνται από την επιδότηση του Δημοσίου στις δόσεις του δανείου.
Με βάση των πως εξελίχθηκε η κατάσταση στα NPEs σε Ισπανία, Ιρλανδία, Σλοβενία και Κύπρο, η S&P εκτιμά ότι μπορεί να μην είναι δυνατή μια ταχύτερη αποκλιμάκωση χωρίς περισσότερο αποφασιστικές προσεγγίσεις και δυνητικά επιπρόσθετη κρατική στήριξη. Οι ελληνικές αρχές, θυμίζει, ετοιμάζουν τον «Ηρακλή», που ήδη εγκρίθηκε από την DG Comp, και προβλέπει κρατική εγγύηση για τα senior ομόλογα της τιτλοποίησης που θα γίνει. Από την άλλη πλευρά, το σχέδιο της ΤτΕ έχει μπει στο συρτάρι.
Κατά τον οίκο, η εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων θα βελτιώσει ουσιαστικά την πιθανότητα να πετύχουν οι τράπεζες τον στόχο μείωσης των NPEs στο 20% ή χαμηλότερα. Πιστεύει ότι τέτοια μέτρα θα βοηθήσουν να επιδιορθωθεί ο μηχανισμός νομισματικής μετάδοσης και να επισπευσθεί η οικονομική ανάκαμψη. Ηδη, οι νέες πιστώσεις προς μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις αυξάνουν κατά 2,9% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο, ενώ η πίστωση προς τα νοικοκυριά κινείται πτωτικά. Ωστόσο η συνολική πίστωση προς τον μη χρηματοπιστωτικό τομέα ακόμα μειώνεται (κατά περίπου 10% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο.
Η ρευστότητα πάντως στο τραπεζικό σύστημα βελτιώνεται. Οι τράπεζες από το πρώτο τρίμηνο του 2019 δεν στηρίζονται στον ακριβό δανεισμό του ELA. Η χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας στον ελληνικό κλάδο έφτανε τα 8,2 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2019 έναντι της κορυφής των 126,7 δισ. ευρώ το 2015. Μια αύξηση στις καταθέσεις βοήθησε, όπως και οι πράξεις επαναγοράς με διεθνείς τράπεζες και η πώληση NPEs. Οι καταθέσεις αυξάνουν με αυτές επιχειρήσεων και νοικοκυριών να είναι 6,2% υψηλότερες σε ετήσια βάση τον Αύγουστο του 2019. Ωστόσο το σύνολο είναι ακόμα περίπου 13% χαμηλότερα από αυτό που είχε καταγραφεί πριν την κρίση που οδήγησε στα capital controls τον Ιούλιο του 2015. Η επιτυχής άρση των τελευταίων βελτίωσε την εμπιστοσύνη στην οικονομία.
Την τελευταία χρονιά, οι συστημικές τράπεζες προχώρησαν στην έκδοση καλυμμένων ομολογιών για πρώτη φορά από το 2014. Τώρα που το πρόγραμμα του ESM έχει τελειώσει, οι τράπεζες έχασαν το waiver που τους επέτρεπε να έχουν πρόσβαση στο κλασσικο πρόγραμμα χρηματοδότησης της ΕΚΤ με χρήση κρατικών ομολόγων ως εγγύηση. Ωστόσο η χρηματοδότησή τους δεν διαταράχθηκε.
Η S&P προβλέπει ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα αυξηθεί ελαφρά το 2019, στο 2,4% του ΑΕΠ, με αυξημένη πίεση από τις εισαγωγές για την κάλυψη της υψηλότερης κατανάλωσης, στέρεα ανάπτυξη των επενδύσεων και επιβράδυνση στο παγκόσμιο οικονομικό εμπόριο. Το 2018, η ισχυρή εξαγωγική επίδοση, περιλαμβανομένης ουσιαστικής αύξησης του πλεονάσματος στις υπηρεσίες, αντισταθμίστηκε με το παραπάνω από το υψηλότερο έλλειμμα λόγω πετρελαίου και την αύξηση των εισαγωγών.