Τους Ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους θα ενημερώσει άμεσα ο Αλέξης Τσίπρας για τις συζητήσεις που είχε με τους Νταβούτογλου-Ερντογάν στην Αγκυρα για το προσφυγικό.
Κι αυτό διότι την παραμονή του ταξιδιού του ο πρωθυπουργός έλαβε την «εξουσιοδότηση» από την Ανγκελα Μέρκελ να συνομιλήσει με την τουρκική ηγεσία «και εκ μέρους» των εταίρων, ενόψει της Συνόδου Κορυφής ΕΕ-Τουρκίας που προγραμματίζεται για την επόμενη Κυριακή, 29 Νοεμβρίου.
Οπως αναμενόταν, οι Ταγίπ Ερντογάν και Αχμέτ Νταβούτογλου δεν άνοιξαν τα χαρτιά τους για το σύνολο των ζητημάτων που αφορούν στο προσφυγικό, παρά τις δραματικές διαστάσεις που πήρε μετά το μακελειό στο Παρίσι, καθώς θα εξαντλήσουν κάθε περιθώριο «διαπραγμάτευσης» με την ευρωπαϊκή πλευρά μέχρι τη Σύνοδο.
Το ίδιο, άλλωστε, έπραξαν και στις συζητήσεις που είχαν την προηγούμενη Κυριακή στην Αττάλεια με τους Ζ. Κλ. Γιούνκερ και Ντόναλντ Τουσκ, προκαλώντας δυσφορία και εκνευρισμό στους δύο κορυφαίους Eυρωπαίους αξιωματούχους.
Δύο «όχι» κι ένα αίτημα
Κατά τις πληροφορίες, στον κ. Τσίπρα ξεκαθάρισαν τα εξής:
-Δεν συμμερίζονται το κλίμα «μη μετεγκατάστασης» προσφύγων σε ευρωπαϊκές χώρες, λόγω του αρνητικού κλίματος που προκάλεσε το τρομοκρατικό χτύπημα στη γαλλική πρωτεύουσα. Αντιθέτως, εμφανίσθηκαν αρνητικοί σε κάθε συζήτηση για παραμονή των προσφύγων στο τουρκικό έδαφος.
-Δεν αποδέχονται τη δημιουργία hot spots στα τουρκικά παράλια. «Εχουμε κέντρα φιλοξενίας σε διάφορα σημεία, που αυτή τη στιγμή φιλοξενούν 800.000 πρόσφυγες, δεν χρειάζονται άλλα», φέρεται να ανέφεραν, θεωρώντας ότι τα πρόσθετα hot spots θα διευκολύνουν τη μη μετεγκατάσταση που προωθούν (ανεπισήμως) ευρωπαϊκοί κύκλοι.
-Ζητούν από την ΕΕ σαφή αριθμό προσφύγων που θα κατευθύνονται στις χώρες-μέλη της και χρονοδιαγράμματα μετεγκετάστασης, με το επιχείρημα ότι αυτή τη στιγμή, πέραν των 800.000 προσφύγων που βρίσκονται στα κέντρα φιλοξενίας, «κυκλοφορούν άλλα δύο εκατομμύρια στη χώρα». (Σ' αυτό το πλαίσιο, η δέσμευση για αντιμετώπιση του τουρκικού κυκλώματος διακίνησης προσφύγων μέσω του Αιγαίου ήταν μάλλον χλιαρή...).
Τριμερής Γερμανίας-Ελλάδας-Τουρκίας
Κατά τα λοιπά, η Αγκυρα αντιμετώπισε θετικά την πρόταση Μέρκελ περί τριμερούς συνεργασίας Γερμανίας-Ελλάδας-Τουρκίας για το προσφυγικό, σε σταθερή βάση και ανεξαρτήτως της επικείμενης (ή άλλων μελλοντικά) Συνόδου Κορυφής.
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι η εν λόγω πρόταση βρίσκει σύμφωνη («καταρχήν») και την ελληνική πλευρά, καθώς αναβαθμίζει τον ρόλο της Αθήνας στη διαπραγμάτευση ΕΕ - Τουρκίας. Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι θα λειτουργεί «υπό την ομπρέλα της ΕΕ» και θα επιφέρει λύσεις στα προβλήματα του προσφυγικού.
Στις ενστάσεις που εγείρονται, ότι η τριμερής θα «φορτώσει» το πρόβλημα στην Ελλάδα, οι ίδιες πηγές απαντούν πως «το μέγεθος και η ένταση του προβλήματος δεν επιτρέπουν αποστασιοποίηση της ΕΕ». Επισημαίνουν επιπλέον, ότι μέσω της τριμερούς «θα γίνεται επικέντρωση στο προσφυγικό, καθώς δεν θα έχει δικαιοδοσία για άλλα ακανθώδη θέματα, όπως η ενταξιακή πορεία της γείτονος».
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα της μετεγκατάστασης προσφύγων σε ευρωπαϊκές χώρες «με αριθμούς και χρονοδιαγράμματα» αποτελεί βασικό αίτημα και της Αθήνας, καθώς θεωρεί βέβαιο ότι θα αυξηθούν δραματικά οι ροές λόγω των πολεμικών εξελίξεων στη Συρία.
Κυπριακό και τουρκική ένταξη στην ΕΕ
Ως προς αυτό το τελευταίο, ο κ. Νταβούτογλου υποστήριξε πως η ένταξη της Τουρκίας «θα δυναμώσει την ΕΕ», ενώ ο κ. Τσίπρας παρέπεμψε στο ευρωπαϊκό πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να γίνει το «ξεπάγωμα» της ενταξιακής διαδικασίας.
Οσο για το κυπριακό, ο πρωθυπουργός μίλησε για την ανάγκη μιας «δίκαιης και βιώσιμης λύση» στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ και του ευρωπαϊκού πλαισίου, «χωρίς τρίτους εγγυητές». Θέση που, κατά τις κυβερνητικές πηγές, βρήκε σύμφωνη τη Λευκωσία.
«Γελοιότητα» τα περί δυσαρέσκειας της Λευκωσίας
Επ' αυτού, κυβερνητικές πηγές διευκρίνισαν αργά το απόγευμα ότι:
Πρώτον: Ο πρωθυπουργός, στις χθεσινές του δηλώσεις μετά τη συνάντηση με τον κ. Νταβούτογλου και ερωτώμενος σχετικά με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, εξέφρασε την εθνική γραμμή, η οποία χαράσσεται σε διαρκή συνεργασία με την κυπριακή κυβέρνηση:
«..Όπως σας είπα πριν, η Ελλάδα είναι αρωγός στην ενταξιακή διαδικασία στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Πιστεύουμε ότι τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία έχουν να κερδίσουν από αυτήν την πορεία, στον βαθμό όμως που γίνουν τα απαραίτητα βήματα και εκπληρωθούν οι όροι. Μ' αυτή την έννοια, θέλω να σας πω ότι εμείς είμαστε θετικοί στην έναρξη των διαδικασιών, στην έναρξη των κεφαλαίων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι θέλουμε τα κεφάλαια αυτά να κλείσουν εύκολα ή στο πόδι. Τα κεφάλαια πρέπει να ανοίξουν όχι για να κλείσουν άμεσα, αλλά για να συζητηθούν οι όροι, να εκπληρωθούν οι όροι και να μπορέσουν οι απαραίτητες προδιαγραφές και προϋποθέσεις να πληρωθούν, προκειμένου να έχουμε το αμοιβαίο όφελος από την ένταξη της γείτονος χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε ό,τι αφορά στην Κύπρο. Η Κύπρος, όπως γνωρίζετε, είναι χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει και αυτή ρόλο σημαντικό στις αποφάσεις που, από κοινού, παίρνουν οι 28 εταίροι και φαντάζομαι ότι αυτές οι θέσεις, οι θέσεις της Κύπρου, θα συζητηθούν και στο πλαίσιο της επόμενης συνάντησης Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας. Φαντάζομαι ότι όπου υπάρχει βούληση, υπάρχει και τρόπος. Όπου υπάρχει βούληση να γίνουν βήματα, αμοιβαία από όλες τις πλευρές, βρίσκεται και ο τρόπος ώστε τα βήματα αυτά να είναι αποτελεσματικά...».
Δεύτερον: Καλούνται να διαβάσουν -λένε οι ίδιες πηγές- την παραπάνω απάντηση όσοι προσπαθούν να ανακαλύψουν «δυσαρέσκεια» εκ μέρους της Κύπρου, για τις παραπάνω θέσεις που εξέφρασε ο Πρωθυπουργός, και δεν έχουν παρά να διαβάσουν την επίσημη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου της κυπριακής κυβέρνησης Ν. Χριστοδουλίδη, σχετικά με το θέμα:
«Είμαστε σε συνεχή επαφή με την ελληνική κυβέρνηση, δεν υπάρχει θέμα παρερμηνείας. Ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε για άνοιγμα κεφαλαίων και ότι αν υπάρχει θέληση μπορούν να προχωρήσουν αυτά τα κεφάλαια ή τα όποια κεφάλαια. Είναι αυτό που λέμε και εμείς, ότι στην Τουρκία εναπόκειται αν υπάρχει θέληση να προχωρήσουν τα κεφάλαια αυτά».
Τρίτον: Αγγίζει -καταλήγουν- τα όρια της γελοιότητας ο ισχυρισμός ότι επιδιώκεται εκ των υστέρων παραποίηση των δηλώσεων του Πρωθυπουργού, ισχυρισμός που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ένα τεχνικό λάθος στην απομαγνητοφώνηση, που έγινε από την ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα. Οι παραπάνω δηλώσεις του Πρωθυπουργού έγιναν μπροστά σε δεκάδες δημοσιογράφους και διεθνή ΜΜΕ, που μετέδιδαν απευθείας τη συνέντευξη Τύπου.