Το πρώτο απτό αποτέλεσμα της άτυπης διαβούλευσης που διενεργήθηκε στη Λίμα του Περού για την ανακεφαλαιοποίηση των εγχώριων τραπεζών ήρθε νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσανατολίζεται στην υιοθέτηση ηπιότερων παραδοχών ελάχιστης κεφαλαιακής επάρκειας από αυτές που αποφάσισε ο SSM.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης ο SSM γνωστοποίησε ότι ορίζει τον ελάχιστο Common Equity Tier I για το βασικό σενάριο της άσκησης προσομοίωσης στο 10,5% και για το δυσμενές στο 8%.
Η απόφασή του, εφόσον δεν τροποποιηθεί, συνεπάγεται ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες που προκύπτουν με το βασικό σενάριο αυξάνονται και θα ξεπεράσουν τα 10 δισ. ευρώ, που αποτελούν τον πήχη που έχει τεθεί ως προς το αν επιτευχθεί ή όχι συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών.
Παρότι υπάρχουν μαξιλάρια που θα μπορούσαν να μειώσουν τον λογαριασμό (σχηματισμός αναβαλλόμενου φόρου στο β' τρίμηνο για τις ζημίες που θα προκύψουν από το AQR, ενεργητική διαχείριση στοιχείων παθητικού κ.ά.), η αφετηρία από την οποία ξεκινά η τελευταία φάση της αξιολόγησης, όπου παραδοσιακά διενεργούνται και οι μεγαλύτερες ζυμώσεις, είναι για τις τράπεζες ελαφρώς δυσμενέστερη από αυτή που ανέμενε η αγορά.
Χαρακτηριστικό είναι ότι σχεδόν όλοι οι αναλυτές εκτιμούσαν ότι στη χειρότερη περίπτωση ο Common Equity Tier I θα οριστεί στο 10% για το βασικό σενάριο, με δεδομένο ότι στην περσινή πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων ο δείκτης ήταν στο 8% για όλες τις τράπεζες, των ελληνικών μη εξαιρουμένων.
Οι τελευταίες πληροφορίες όμως αναφέρουν ότι πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι ο δείκτης CET I να διαμορφωθεί κάπου πέριξ του 9,5% για το βασικό σενάριο και στο 8% για το δυσμενές. Το timing της αλλαγής πλεύσης, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνόδου του ΔΝΤ στη Λίμα του Περού, ερμηνεύεται από την αγορά ως προάγγελος ηπιότερης προσέγγισης με συμφωνία του συνόλου των θεσμών.
Όπως σημείωνε νωρίτερα το Euro2day.gr, η προσπάθεια που καταβάλλεται από μετόχους τραπεζών και μέρος των θεσμών που επιθυμούν την ενθάρρυνση συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στην ανακεφαλαιοποίηση είναι να λειανθούν οι παραδοχές του βασικού σεναρίου.
«Πρόκειται για ζήτημα φιλοσοφίας της ανακεφαλαιοποίησης», σημειώνει τραπεζικό στέλεχος που παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία. «Αν υιοθετηθεί η εμπροσθοβαρής προσέγγιση του SSM τότε οι τράπεζες θα θωρακιστούν κεφαλαιακά, άμεσα, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν δυνητικές ζημίες, αλλά δύσκολα θα επιτύχουν τη συμμετοχή ιδιωτών και επομένως τη μείωση της κρατικής βοήθειας».
Αντίθετα, αν η προσέγγιση είναι οπισθοβαρής, τότε οι τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν μεν με συντηρητικές παραδοχές, αλλά το βασικό σενάριο θα είναι ηπιότερο και το δυσμενές δυσμενέστερο. Με τον τρόπο αυτό θα ενθαρρυνθεί η συμμετοχή των ιδιωτών, χωρίς να τεθεί θέμα αξιοπιστίας της άσκησης.
Με δεδομένο ότι ο SSM δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του για το δυσμενές σενάριο της άσκησης, το αποτέλεσμα των ζυμώσεων μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές τροποποιήσεις.
Οι διοικήσεις των τραπεζών θα έχουν πιθανώς την ευκαιρία στις συναντήσεις με τον SSM, το διήμερο Τετάρτης και Πέμπτης 14 και 15 Οκτωβρίου, να αντιληφθούν τη φιλοσοφία της άσκησης.
Σημειώνεται ότι τις τελικές αποφάσεις για βασικές παραδοχές της συνολικής αξιολόγησης, όπως για παράδειγμα πού θα τεθεί ο πήχης για τον CET I σε βασικό και δυσμενές σενάριο, θα τις λάβει το ΔΣ της ΕΚΤ.
Οι κεντρικοί διοικητές θα κληθούν να ζυγίσουν, αφενός, τη διάθεση του SSM να θωρακιστούν οι τράπεζες αποτελεσματικά, ώστε να αντέξουν ακόμη και ενδεχόμενη επάνοδο της αβεβαιότητας για την τύχη της χώρας, και αφετέρου, τη διάθεση του ESM να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών, ώστε να μειωθεί το ύψος της κρατικής βοήθειας.
Στο πού θα βρεθεί ισορροπία θα μετρήσει σημαντικά τόσο η έγκαιρη και χωρίς εξαιρέσεις υλοποίηση των προαπαιτούμενων από την ελληνική πλευρά, ώστε να υπάρχουν πειστικές απαντήσεις στην επιχειρηματολογία για πιθανή επάνοδο της αβεβαιότητας, όσο και το να υπάρξει αξιόπιστο επενδυτικό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή στις ΑΜΚ.