Η κοινή λογική λέει πως είναι πρακτικά αδύνατο στις επόμενες δεκαπέντε ημέρες να υποβληθούν περίπου 5 εκατομμύρια φορολογικές δηλώσεις. Αυτό επισήμαναν λογιστές και φοροτεχνικοί σε συνάντηση που είχαν χθες με συνεργάτες της αναπληρώτριας υπουργού Οικονομικών Ν. Βαλαβάνη και η εικόνα που αποκόμισαν είναι πως θα δοθεί τελικά παράταση της προθεσμίας έως τις 30 Ιουλίου.
Η αρχική προθεσμία λήγει στις 30 Ιουνίου. αλλά μέχρι χθες μόλις ένας στους έξι φορολογούμενους είχαν υποβάλλει τις δηλώσεις τους. Τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων δείχνουν ότι σε σύνολο περίπου 6 εκατ. δηλώσεων είχαν υποβληθεί μέχρι χθες 1.130.605.
Από την εκκαθάριση των 1.101.521 δηλώσεων προέκυψαν 387.463 χρεωστικά εκκαθαριστικά σημειώματα (ποσοστό 35,18%) με τα οποία βεβαιώθηκαν φόροι προς πληρωμή συνολικού ύψους 288.761.122 ευρώ.
Κάθε παραλήπτης χρεωστικού εκκαθαριστικού καλείται να πληρώσει κατά μέσο όρο ποσό φόρου 745,26 ευρώ. Με τα μέχρι τώρα δεδομένα, το οφειλόμενο ποσό φόρου μπορεί να εξοφληθεί είτε εφάπαξ μέχρι το τέλος Ιουλίου με έκπτωση 2%, είτε σε τρεις διμηνιαίες δόσεις, μέχρι το τέλος Ιουλίου, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου και μέχρι το τέλος Νοεμβρίου.
Επιπλέον έχουν προκύψει 228.839 πιστωτικά εκκαθαριστικά σημειώματα με επιστροφή φόρου 54,9 εκατ. ευρώ και 485.219 μηδενικά εκκαθαριστικά.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι εκπρόσωποι των λογιστών σημειώνουν ότι θα ήταν καλύτερο να δοθεί παράταση για τα φυσικά πρόσωπα έως τον Σεπτέμβρη και η παράταση της 30ης Ιουλίου θα πρέπει να αφορά μόνο τα νομικά πρόσωπα.
Εν τω μεταξύ, περισσότεροι από 100 λογιστές και φοροτεχνικοί κατέθεσαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, αγωγή εναντίον του Ελληνικού Δημοσίου, με σκοπό να ακολουθηθεί η διαδικασία της «πρότυπης-πιλοτικής» δίκης, που ενεργοποιείται σε ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων (επί του συγκεκριμένου, αφορά όλους τους φορολογικά υπόχρεους) και κρίνεται επιτακτικό να οριστεί άμεσα νομολογιακή γραμμή.
Το σκεπτικό της αγωγής είναι ότι το Ελληνικό Δημόσιο με τις πράξεις και παραλείψεις του παρεμβαίνει στην άσκηση του επαγγέλματος του Λογιστή Φοροτεχνικού υποχρεώνοντάς τους να εργάζονται «υπό συνθήκες αδικαιολόγητα δυσμενείς».