Με διαφοροποιήσεις και ενστάσεις σε επιμέρους θέματα κυρίως από την πλευρά των εργοδοτικών φορέων αλλά και με την επεισοδιακή παρέμβαση του ΠΑΜΕ ολοκληρώθηκε η πρώτη τριμερής μεταξύ υπουργείου εργασίας, εργοδοτών και εργαζομένων.
Κεντρικό θέμα ήταν τα δύο νομοσχέδια του υπουργείου για τη σταδιακή επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο προσκήνιο των εργασιακών σχέσεων.
Αμέσως μετά τη συνάντηση, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος τάχθηκε υπέρ της άμεσης επαναφοράς του κατώτατου μισθού, των πολυετιών και των ωριμάνσεων στην προ του μνημονίου κατάσταση, επισημαίνοντας βέβαια ότι «πεδίο όπου θα κριθεί η κατάσταση είναι η εφαρμογή, η νομοθέτηση και η υλοποίηση των δεσμεύσεων».
«Θέση της Γενικής Συνομοσπονδίας είναι η άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού μαζί με τις ωριμάνσεις και τα επιδόματα πολυετίας στην προ του μνημονίου κατάσταση, δηλαδή στα 751 ευρώ.
"Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση προτείνει ένα μεταβατικό διάστημα, που φτάνει μέχρι το 2016, εμείς θεωρούμε ότι κυρίως στο σημείο που αφορά στην επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, είναι απολύτως συμβατό μ' αυτά που διεκδικούσαν και διεκδικούν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις", τόνισε ο κ. Παναγόπουλος.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς, αφού χαιρέτισε την έναρξη του διαλόγου, επανέλαβε το αίτημα των μικρομεσαίων για κατάργηση της πράξης υπουργικού συμβουλίου 6/2012, επεσήμανε όμως ότι θεωρεί αρνητικά τα αποτελέσματα οποιασδήποτε παρέμβασης της Πολιτείας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, αντιδρώντας εμμέσως πλην σαφώς στη νομοθετική επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
Οπως τόνισε ο κ. Καββαθάς «υπάρχουν θέματα που συζητήσαμε σήμερα όπως είναι οι ωριμάνσεις που θα φέρουν μια μεγάλη αύξηση στο μισθολογικό κόστος, είναι μεγάλη κουβέντα και γι' αυτό θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συλλογικής διαπραγμάτευσης των εταίρων. Το θέμα του ΟΜΕΔ είναι ένα μεγάλο ζήτημα. Είναι σαφές ότι χρειάζεται να υπάρχει Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας, θα πρέπει όμως να ξαναδούμε το πλαίσιο της λειτουργίας του».
Εκ μέρους του ΣΕΤΕ, στη διαπραγμάτευση συμμετείχε ο αντιπρόεδρος Γιάννης Ρέτσος, ο οποίος έθεσε το θέμα των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών, όπως αναδείχθηκε και από την έκθεση του ΟΟΣΑ, σημειώνοντας ότι ο τουριστικός κλάδος δίνει αμοιβές ακόμη και πάνω από τα 751 ευρώ και ότι το θέμα που πρέπει να εξετασθεί είναι οι ασφαλιστικές εισφορές καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα ανάμεσα στις προηγμένες χώρες.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης τάχθηκε υπέρ της άπαξ νομοθετικής παρέμβασης για τον κατώτατο μισθό, ώστε στη συνέχεια να προχωρήσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, ενώ σε ερώτηση για τις ασφαλιστικές εισφορές, έθεσε το θέμα της μαύρης ανασφάλιστης εργασίας, σημειώνοντας ότι εάν αυτή μειωθεί, τότε θα μπορούμε να συζητήσουμε τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Επεσήμανε όμως ότι σήμερα, οι ανασφάλιστοι και παράνομα εργαζόμενοι ανέρχονται σε 800.000 στερώντας από τα ασφαλιστικά ταμεία 2 δισ. ευρώ ετησίως.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέχρι το τέλος της εβδομάδας οι κοινωνικοί εταίροι θα καταθέσουν και εγγράφως τις όποιες προτάσεις ή ενστάσεις τους. Εφόσον υπάρξει συμφωνία από τα δύο μέρη (εργαζόμενους και εργοδότες), ο υπουργός εργασίας Πάνος Σκουρλέτης άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να συμπεριλάβει τις αλλαγές στο σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί στην ΟΚΕ την ερχόμενη Δευτέρα, ώστε να πάρει το δρόμο προς τη Βουλή.
Επεισοδιακό το ξεκίνημα
Ο διάλογος μεταξύ των κοινωνικών εταίρων διεκόπη νωρίτερα από εισβολή μελών του ΠΑΜΕ στο υπουργείο εργασίας. Τα μέλη του ΠΑΜΕ είχαν συγκεντρωθεί από το πρωί έξω από το υπουργείο, όπου διεξήχθη ο τριμερής διάλογος για τα εργασιακά μεταξύ υπουργείου, εργοδοτικών οργανώσεων και ΓΣΕΕ.
Τα στελέχη του ΠΑΜΕ χαρακτήρισαν τον κοινωνικό διάλογο προσχηματικό και είπαν στον υπουργό Πάνο Σκουρλέτη ότι αν ήθελε πραγματικά να επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στα προ μνημονίου επίπεδα, θα κατέθετε το νομοσχέδιο στη Βουλή αύριο. Στη συνέχεια τα μέλη του ΠΑΜΕ αποχώρησαν και η διαδικασία συνεχίστηκε.
Αμέσως μετά την αποχώρηση των στελεχών του ΠΑΜΕ, ο υπουργός Εργασίας δήλωσε ότι «μετά από πέντε χρόνια απουσίας, με πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας παρουσιάζονται στους κοινωνικούς εταίρους τα νομοσχέδια για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ. Εμείς εμμένουμε στο διάλογο, από τις μονομερείς παρεμβάσεις της προηγούμενης κυβέρνησης. Είμαστε ανοιχτοί σε κάθε γνώμη. Κάποια σωματεία θεώρησαν ότι αυτή τη στιγμή μπορούν να παρέμβουν με αυτό τον τρόπο. Τους δεχτήκαμε. Αναρωτιέμαι όμως αν αυτός ο τρόπος βοηθάει στην προσπάθειά μας ή δεν είναι και τόσο χρήσιμη μια παρέμβαση».