Ενστάσεις της βιομηχανίας στο Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης

Υποβαθμίζεται η εγχώρια βιομηχανία στο νέο Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης, υποστηρίζουν εκπρόσωποι του κλάδου. Προετοιμάζονται για παρεμβάσεις σε πολιτικό επίπεδο. Ποιες είναι οι βασικές ενστάσεις και τα αιτήματα. Τα ευρωπαϊκά παραδείγματα.

  • του Μιχάλη Καϊταντζίδη
Ενστάσεις της βιομηχανίας στο Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης

Έντονη ενόχληση αλλά και ανησυχία εκφράζουν κύκλοι της βιομηχανίας για την, κατά την άποψή τους, υποβάθμιση της εγχώριας βαριάς βιομηχανίας ως μοχλού ανάπτυξης, με βάση το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης το οποίο συνέταξαν το ΚΕΠΕ, το ΙΟΒΕ και η McKinsey.

Ήδη συλλογικοί φορείς της βιομηχανίας προετοιμάζονται για παρεμβάσεις σε πολιτικό επίπεδο, προκειμένου αφενός να καταδείξουν τον ρόλο κλάδων της βαριάς βιομηχανίας στην απασχόληση και στην οικονομία, αφετέρου να κατανοήσουν τις επίσημες θέσεις της Πολιτείας για το θέμα αυτό.

Η δομή και οι προτεραιότητες που θέτει το Σχέδιο αφήνουν εκτός προτεραιοτήτων κλάδους με χιλιάδες θέσεις εργασίας και έντονη εξωστρέφεια, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στις κάθε είδους υπηρεσίες, στις ΑΠΕ, στην παραγωγή γενοσήμων, στις τηλεπικοινωνίες, στη διαχείριση απορριμμάτων και στην επεξεργασία γεωργικής παραγωγής. Όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στο πρόγραμμα, έμφαση δίνεται στους κλάδους στους οποίους η Ελλάδα παρουσιάζει σταθερά συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της Ε.Ε.

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο τουρισμός, οι μεταφορές, το βαμβάκι, τα φρούτα, η ιχθυοκαλλιέργεια, τα γαλακτοκομικά και το λάδι, τα γουναρικά, το μάρμαρο και είδη ένδυσης. Ωστόσο όπως παρατηρούν στελέχη βιομηχανικών κλάδων, στους περισσότερους από τους παραπάνω κλάδους δραστηριοποιούνται με μεγάλη επιτυχία επιχειρήσεις χωρών της κεντρικής Ευρώπης, ενώ παράλληλα οι κυβερνήσεις τους προσφέρουν κάθε είδους κίνητρα για τη διατήρηση της παραγωγής σε κλάδους όπως τα μέταλλα, οι χαλυβουργίες, και εν γένει η βαριά βιομηχανία.

Η ανησυχία της βιομηχανίας γίνεται ακόμη πιο έντονη από τη στιγμή που χρόνια προβλήματα, όπως η υπερφορολόγηση εισροών της βιομηχανίας (ηλεκτρικό φυσικό αέριο), εξακολουθούν να υφίστανται, στερώντας ανταγωνιστικότητα από τα ελληνικά προϊόντα. Επίσης, οι υποσχέσεις για λήψη μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους παραμένουν υποσχέσεις, χωρίς ακόμη να υπάρξει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα.

Το γεγονός που προβληματίζει ιδιαίτερα είναι ότι ενώ όλοι οι εμπλεκόμενοι κυβερνητικοί παράγοντες με κάθε ευκαιρία αποδέχονται τη σημασία της βιομηχανίας στην οικονομία και την κοινωνία, στην πράξη ακόμη και τα ελάχιστα που κάνουν τα κάνουν με την παρέλευση αδικαιολόγητα μεγάλου χρονικού διαστήματος.

Χαρακτηριστική περίπτωση η τροπολογία για τον χαρακτηρισμό των βιομηχανικών καταναλωτών φυσικού αερίου ως επιλεγόντων πελατών, για την οποία απαιτήθηκαν πάνω από έξι μήνες μέχρι να νομοθετηθεί, ενώ στο ενδιάμεσο, μη ρύθμιση του θέματος οδήγησε σε κλείσιμο μεγάλη χαλυβουργία.

Όλα αυτά προκαλούν έντονο προβληματισμό για το κατά πόσον η κυβέρνηση και γενικότερα το πολιτικό σύστημα της χώρας θέλουν να υπάρχουν βιομηχανίες στην Ελλάδα. Αυτό δε που επισημαίνεται με κάθε ευκαιρία από κύκλους της βιομηχανίας είναι ότι θα ήταν προτιμότερο η κυβέρνηση να εκφράσει ευθαρσώς τον στρατηγικό της προσανατολισμό που θα εξαιρεί κάθε βιομηχανική δραστηριότητα με ενεργειακή η κεφαλαιακή ένταση, από το να αφήνει ολόκληρους κλάδους με χιλιάδες εργαζόμενους να καταρρέουν από την υψηλή φορολόγηση και το μεγάλο κόστος ενέργειας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v