Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, λαμβάνοντας αφορμή από την εκκρεμή ενώπιον της Ποινικής Δικαιοσύνης υπόθεση στην οποία εμπλέκονται –εκτός άλλων- εν ενεργεία βουλευτές πολιτικού κόμματος και τα ποικίλα σχόλια που ακολούθησαν τη δικονομική μεταχείριση κατηγορουμένων στην υπόθεση αυτή από ανακριτή και εισαγγελέα, προερχόμενα από χείλη αρμοδίων και μη, υπενθυμίζει ότι :
(i) Ο χειρισμός των ποινικών υποθέσεων έχει από το Σύνταγμα και το νόμο ανατεθεί σε τακτικούς δικαστές και εισαγγελείς, οι οποίοι απολαμβάνουν πλήρους οργανικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.
(ii) Η αξιολόγηση της ποινικής κατηγορίας και η επιλογή της επιβολής ή μη μέτρων δικονομικού καταναγκασμού στον κατηγορούμενο είναι έργο που έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα και το νόμο στην κυριαρχική κρίση του αρμόδιου δικαστή και εισαγγελέα, οι οποίοι μόνοι έχουν τη γνώση του συνόλου του υλικού της σχετικής δικογραφίας, επί τη βάσει του οποίου αποφαίνονται. Συνεπώς, εικασίες, κρίσεις ή επιθυμίες τρίτων που δεν χειρίζονται ως αρμόδιοι δικαστικοί λειτουργοί την υπόθεση και αγνοούν τα στοιχεία της δικογραφίας, ουδεμία σχέση έχουν με την απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης, ούτε εξυπηρετούν τη σύμφωνα με το Σύνταγμα αντικειμενική, νηφάλια και ορθή απονομή της.
(iii) Οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης έχουν ανταποκριθεί και εξακολουθούν να αίρονται στο ύψος των εκάστοτε περιστάσεων, υποτάσσοντας με αυταπάρνηση την προσωπικότητα και την ικμάδα τους στην υπηρεσία της ορθής απονομής του Δικαίου, ως θεμελιώδους στοιχείου της εύρυθμης λειτουργίας της Δημοκρατίας και της ομαλής κοινωνικής συμβίωσης. Συνεπώς, κρίσεις επιπολής, σχολιασμοί προερχόμενοι από φορείς αναρμόδιους ως επί το πλείστον και δυσαρέσκειες υποκρύπτουσες κίνητρα άσχετα με την απονομή του Δικαίου, ουδόλως συμβάλλουν στην προστασία της θεσμικής αυθεντίας των Πολιτειακών λειτουργιών, ούτε στη δημιουργία και διατήρηση του κλίματος καταλλαγής και νηφαλιότητας, που είναι αναγκαίο για την επικράτηση του Δικαίου και την ηθική υπεροχή της Δημοκρατίας.
Τέλος, (iv) με ικανοποίηση το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ε.Ε. επιβεβαιώνει ότι οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης ευρίσκονται πέραν χρονικών ή άλλων συγκυριών, από τις οποίες δεν επηρεάζονται, όσον αφορά στην κυριαρχική, κατά συνείδηση, κρίση τους.