Τα τρέχοντα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ είναι επικίνδυνα όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την ορθή λειτουργία του πολιτεύματος, το οποίο εξαρτάται από την ύπαρξη στοιχειωδώς ισχυρής αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Όχι μόνο ως βασικού αντίβαρου στη συγκέντρωση σημαντικών εξουσιών από την οποιαδήποτε κοινοβουλευτικά αυτοδύναμη κυβέρνηση, αλλά και ως εναλλακτικής λύσης την ώρα της κάλπης, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν κυβέρνηση οι πολίτες.
Τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ είναι επίσης βαθιά αλλά και άμεσα, ενόψει δημοτικών εκλογών το φθινόπωρο και ευρωεκλογών τον προσεχή Ιούνιο. Διότι δεν έχει ούτε σοβαρούς μηχανισμούς στη κοινωνία, ούτε καθαρή πολιτική «ταυτότητα» (πρακτικά ποτέ δεν είχε από την εποχή της μετάλλαξής του σε κόμμα εξουσίας), ούτε όμως -πλέον- και «χαρισματικό» αρχηγό, με προσωπική απήχηση στους ψηφοφόρους.
Στην πράξη, έχει βρεθεί σε φάση πλήρους ασυνάφειας απέναντι στις ανάγκες του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας.
Σε μια εποχή που ευνοεί για διάφορους λόγους τη «συντηρητικοποίηση» του κοινωνικού ιστού, αυξάνοντας τα ποσοστά δεξιών αλλά και ακροδεξιών κομμάτων, μεγάλο μέρος των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αγκυλωμένο σε θεωρητικές «αριστερές» απόψεις που στις σημερινές συνθήκες, οικονομικές, κοινωνικές, γεωπολιτικές, εκφράζουν μόνο το παρελθόν.
Το υπόλοιπο τσαλαβουτάει άτσαλα σε μια αόριστη και παρωχημένη σοσιαλδημοκρατία, χωρίς όραμα και στρατηγική κατεύθυνση. Χωρίς ξεκάθαρες λύσεις και στοιχειοθετημένες προτάσεις.
Το αποτέλεσμα είναι να βγαίνει ένα μήνυμα όχι μόνο θολό αλλά και ξεπερασμένο, ασυναφές (άσχετο δηλαδή), με τις ανάγκες μιας κοινωνίας που είτε ενδιαφέρεται για «γάτες που πιάνουν τα ποντίκια», ανεξαρτήτως χρώματος, όπως είχε πει κάποτε ο Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, είτε προτιμά ακραίες αλλά επιφανειακά «απλές» λύσεις.
Αυτός άλλωστε ήταν ένας από τους λόγους που στις εκλογές έχασε τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά του. Κάποιοι, ακόμη και μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα προσθέσουν την έλλειψη επαφής με την κοινωνία σε διάφορα επίπεδα, σε βαθμό που να μην αντιληφθούν ότι έρχεται μεγάλη ήττα.
Θα συμφωνήσουμε, πλην όμως η επαφή με την κοινωνία, για να έχει θετικό αποτέλεσμα, απαιτεί ξεκάθαρες προτάσεις που να απηχούν τις ανάγκες της, μέσα από μια διαδικασία αφουγκρασμού, μελέτης και αλληλεπίδρασης. Ας μην έχουν λοιπόν την αυταπάτη ότι απλά «δεν έφτανε στην κοινωνία το μήνυμά μας λόγω της παντοκρατορίας του αντιπάλου στα ΜΜΕ». Διότι κι όταν έφτανε, δεν ικανοποιούσε.
Θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε δύο χαρακτηριστικά και πραγματικά «αριστερά» παραδείγματα. Τόσο ως εξουσία όσο και ως αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε να συγκρουστεί ριζικά με το φαινόμενο της φορολογικής αδικίας, ακόμη και εκεί που είναι εξόφθαλμη, δηλαδή με τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, εις βάρος των μισθωτών.
Δεύτερον, το μεγάλο θέμα της Παιδείας. Είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε έθιξε τη γελοία κατάσταση της δήθεν «δωρεάν» παιδείας την οποία οι πολίτες χρυσοπληρώνουν στα φροντιστήρια, προτιμώντας να δίνει μάχες οπισθοφυλακής για το θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων και το (αμαυρωμένο πλέον) άσυλο.
Αυτό, την ώρα που χιλιάδες ελληνόπουλα φεύγουν κάθε χρόνο για να σπουδάσουν στο εξωτερικό ή καταφεύγουν σε συχνά αμφίβολης ποιότητας υποκατάστατα του εσωτερικού (διότι δεν ελέγχονται ως πανεπιστημιακά ιδρύματα), πληρώνοντας πάλι από την τσέπη τους.
Πολλοί θα υποστηρίξουν ότι τέτοιου είδους «αιρετικές» ιδέες θα φέρουν διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Πιθανώς έχουν δίκιο. Μικρή σημασία έχει αυτό. Όποιος κι αν ανέβει στην ηγεσία του, θα πρέπει να σπάσει αυγά για να φτιάξει ομελέτα.
Είτε θα μείνουν εκείνοι που μπορούν να οραματιστούν την αριστερά του 21ου αιώνα, κατεβάζοντας ρεαλιστικές προτάσεις που να έχουν απήχηση σε ευρύ μέρος της σημερινής κοινωνίας, είτε εκείνοι που θεωρούν εαυτούς μια άλλη εκδοχή του ΚΚΕ και επιμένουν να αυτοχαρακτηρίζονται «σύντροφοι», χωρίς να αντιλαμβάνονται τη σημερινή γραφικότητα του όρου.
Οι δεύτεροι βέβαια θα πρέπει να προσέξουν την ούγια που έχει αυτό το στρίφωμα. Κατά κανόνα, ο κόσμος προτιμά τα original προϊόντα. Το μόνο αποτέλεσμα αυτής της επιλογής θα είναι η επιστροφή σε μονοψήφια ποσοστά, πιθανώς και χαμηλότερα στο μέλλον από το ΚΚΕ.
Μπορεί να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να βρει ένα νέο ρηξικέλευθο δρόμο προς τη σοσιαλδημοκρατία, να αποκτήσει πολυσυλλεκτικότητα και να εκφράσει συνολικά την κεντροαριστερά, διεκδικώντας στο μέλλον την εξουσία;
Δύσκολα, είναι η απάντηση.
Δεν είμαστε στην εποχή που «μετράνε» τα τσιτάτα, ακόμη κι όταν είναι εντυπωσιακά, αν δεν συνοδεύονται από ρεαλιστικές, ρηξικέλευθες προτάσεις. Κι αυτό απαιτεί υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό, τεχνοκράτες με όραμα που δεν θα πνίγονται μέσα στον ασφυκτικό μικροκομματισμό της καρέκλας και της δήθεν «αριστερής επετηρίδας».
Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα, είτε αρέσει είτε όχι. Αν φέρει για κάτι βαριά ευθύνη ο Αλέξης Τσίπρας, είναι ότι από το 2019 έως το 2023 αμέλησε να μετασχηματίσει το «συνονθύλευμα» τάσεων και ιδεών σε πραγματικό κόμμα, με μηχανισμούς πανελλαδικά, με πραγματικό «πάγκο» ικανών στελεχών, με φρέσκες προτάσεις και πολιτική στρατηγική.
Αμέλησε επίσης να εκδιώξει εκείνους που, είτε λόγω ιδεολογίας είτε λόγω επιδιώξεων, αδυνατούν να προσαρμοστούν σε μια πραγματικά πολυσυλλεκτική ταυτότητα κόμματος εξουσίας, αρκούμενοι στην ανέξοδη διαμαρτυρία. Ίσως διότι στην πραγματικότητα τους βολεύει η αντιπολίτευση και τους τρομάζει η ευθύνη της εξουσίας.
Αν λοιπόν οι έχοντες αρχηγικές φιλοδοξίες πιστεύουν ότι υπάρχουν σήμερα εύκολες λύσεις, πλανώνται πλάνην οικτράν. Τα εύκολα μπορεί να μη φέρουν τη διάσπαση, θα επιφέρουν όμως περαιτέρω ασυνάφεια προς τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Oπότε, η σημερινή τροχιά του ΣΥΡΙΖΑ, που μοιάζει με μαχαίρι που πέφτει, θα επιταχυνθεί, ματώνοντας άσχημα την ηγεσία του.
ΥΓ: Και το ΠΑΣΟΚ; θα ρωτήσουν ίσως κάποιοι, δεν είναι εναλλακτική; Θα μπορούσε να είναι σε κάποια εκδοχή του μέλλοντος. Ωστόσο, οι περιορισμένες επιδόσεις του στις διπλές εκλογές, η εντελώς άκομψη εκπαραθύρωση του Χάρη Καστανίδη (που ανήκει στο λεγόμενο παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ) από τη Βουλή, αλλά και η αποχώρηση του Ανδρέα Λοβέρδου (που αναμφίβολα εξέφραζε την πιο «δεξιά» πτέρυγα του κινήματος) κάθε άλλο παρά θυμίζουν κόμμα με δυναμική ισχυρής ανόδου.