Δυστυχώς, οι οριζόντιες τομές, είτε λέγονται περικοπές, είτε μετατάξεις και διαθεσιμότητες, δεν συνιστούν τμήμα μιας ουσιαστικής μεταρρύθμισης.
Συνιστούν απλώς μια συστηματική ολιγωρία του ελληνικού πολιτικού συστήματος, περιλαμβανομένης και της αντιπολίτευσης, λόγω πλήρους ανυπαρξίας ολοκληρωμένων και λεπτομερών προτάσεων.
Ως συνήθως, το ψάρι βρομάει από το κεφάλι. Αυτοί που σήμερα καλούνται να προωθήσουν τις «μεταρρυθμίσεις» είναι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πολιτικά προϊόντα της προηγούμενης κατάστασης. Που τώρα σύρονται από τις δίνες των εξελίξεων κι έχουν ως κύριο μέλημα να παραμείνουν στον αφρό. Να επιβιώσουν πολιτικά.
Κάθε φορά αρνούνται ή κωλυσιεργούν να εφαρμόσουν έγκαιρα το εύλογο, ακόμη και το προφανές, είτε πρόκειται για τους υπεράριθμους του Δημοσίου, είτε για τη φορολογία και τη φοροδιαφυγή.
Και τελικά εμφανίζονται να καταλήγουν σε λύσεις του τύπου «πονάει δόντι, κόψε κεφάλι» ( έστω και προσχηματικά πολλές φορές), ασθμαίνοντας υπό την αβάσταχτη πίεση της... εκάστοτε δόσης!
Στον ιδιωτικό τομέα, τέτοια προχειρότητα και ανικανότητα, τέτοια έλλειψη προβλεπτικής ικανότητας, θα είχε καταλήξει σε απολύσεις χωρίς ίσως και... αποζημίωση!
Λόγω εγκληματικής αμέλειας!
Κι όμως, στην πολιτική οι ίδιοι λίγο-πολύ άνθρωποι ανακυκλώνονται διαχρονικά σε διάφορες θέσεις Παρατηρήστε τους. Ακόμη κι όταν δεν είναι ίδια τα πρόσωπα, είναι ίδια η στάση τους απέναντι στο πρόβλημα, ίδια η φρασεολογία.
Λένε πολλά και κάνουν... λίγα.
Αυτή είναι η πραγματικότητα, δυστυχώς, σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος.
Η περιβόητη «μεταρρύθμιση» στον δημόσιο τομέα περνά από τέσσερις κινήσεις, που δεν χρήζουν ιδιαίτερης σοφίας:
-Πλήρης μηχανογράφηση και αυτοματοποίηση διαδικασιών, προκειμένου να μειωθεί η γραφειοκρατία, τα περιθώρια «άτυπων» χειρισμών, αλλά και οι ανάγκες σε προσωπικό. Κι όμως, ελάχιστα βήματα έχουν γίνει σε αυτόν τον τομέα.
-Παραγωγή και διασταύρωση στατιστικών στοιχείων. Αυτό αποτελεί βάση για οποιαδήποτε αποτελεσματική δραστηριότητα. Σκεφθείτε απλώς ότι τα ελληνικά στοιχεία για την ανεργία του Απριλίου δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 11 Ιουλίου, όταν λίγες μέρες πριν είχαν δοθεί από το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ τα στοιχεία για τον... Ιούνιο!
-Αξιολόγηση του προσωπικού. Μεγάλο αγκάθι, το συζητάμε περί τα τρία χρόνια, κι ακόμη βρίσκεται υπό συζήτηση. Ωσάν να ήταν κάτι πρωτόγνωρο, ενώ σε όλο τον κόσμο υπάρχουν συστήματα αξιολόγησης, είτε πρόκειται για τον ιδιωτικό, είτε για τον δημόσιο τομέα.
-Θεσμική απλοποίηση της λειτουργίας. Ίσως το πιο ακανθώδες ζήτημα, αφού προϋποθέτει ευρύτατες νομοθετικές αλλαγές. Ωστόσο, στα τρία χρόνια που πέρασαν θα μπορούσαν να έχουν γίνει ουσιαστικά βήματα μελέτης του θέματος, προκειμένου να απλοποιηθούν και να κωδικοποιηθούν νόμοι, να απλοποιηθεί για παράδειγμα το τέρας της φορολογικής νομοθεσίας με τα απίστευτα πλοκάμια του.
Γιατί δεν έχει γίνει σχεδόν τίποτε στους παραπάνω τομείς;
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, οι παράγοντες της τρόικας παραδέχονται σε μια πρόχειρη (draft) έκδοση της επικείμενης έκθεσής τους για την Ελλάδα ότι προβληματίζονται για το αν η ελληνική πλευρά «δεν θέλει ή δεν μπορεί» να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα.
Νομίζω ότι η σωστή απάντηση για τα χάλια μας στη δημόσια διοίκηση γενικότερα είναι ότι πως «ούτε θέλουν, μα ούτε και μπορούν».
Το ελληνικό δημόσιο είναι μια τεράστια εδραιωμένη «δομή», που από τη φύση της ούτως ή άλλως θα παρουσίαζε φαινόμενα αδράνειας και αντίστασης στην αλλαγή, όπως κάθε μεγάλος γραφειοκρατικός οργανισμός.
Είναι όμως ταυτόχρονα και ένας οργανισμός του οποίου η λειτουργία έχει αποσαθρωθεί από ολόκληρες δεκαετίες πολιτικής διαπλοκής, νεποτισμού, διαφθοράς και αναξιοκρατίας, καθώς το κράτος ήταν ο ιμάντας άσκησης της κομματικής εξουσίας από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Με άλλα λόγια, προκειμένου να μεταρρυθμίσουν τον δημόσιο τομέα, τα κυβερνητικά κόμματα θα πρέπει να συγκρουστούν με τον ίδιο τους τον... εαυτό, με ένα σημαντικό μέρος του ευρύτερου «μηχανισμού τους».
Και κινδυνεύουν να δουν αυτό το μέρος του μηχανισμού τους (που έχει σημασία μεγαλύτερη από την ψήφο του, διότι αποτελεί ταυτόχρονα και γρανάζι εξουσίας) να προσαρτάται στην αντιπολίτευση.
Γι' αυτό κι αποφεύγουν το πικρό ποτήρι όσο μπορούν.
Εν ολίγοις, παρ' όσα λέγονται, η μεταρρύθμιση θα αργήσει να πάρει σάρκα και οστά. Πιθανώς πρόκειται για διαδικασία που θα κρατήσει δεκαετίες, εις βάρος βέβαια της ανάπτυξης και της ανάκαμψης.
Άλλωστε, γιατί να το κρύψουμε, ούτε η τρόικα καίγεται ιδιαίτερα για τη «μεταρρύθμιση» στην Ελλάδα, με την πραγματική έννοια της λέξης. Αν καιγόταν, θα έδινε βάρος στην Παιδεία, στην Εκπαίδευση, στην πλαισίωση του Δημοσίου από στελέχη καταρτισμένα και καλοπληρωμένα, προκειμένου να προωθήσουν τις απαιτούμενες αλλαγές.
Δυστυχώς, για όλους μας, οι περισσότερες «μεταρρυθμίσεις» που έχουν κατά νου οι δανειστές μας έχουν απλώς να κάνουν με περικοπές κόστους και τίποτε περισσότερο.