Όταν τελείωσε ο ψυχρός πόλεμος πριν από 25 χρόνια, η Ευρώπη έγινε εύπορη, δημοκρατική, ενωμένη και ειρηνική. Σήμερα, ωστόσο, αντιμετωπίζει συνδεόμενες κρίσεις που απειλούν να υπονομεύσουν την οικονομία της ηπείρου και να αποδυναμώσουν την ΕΕ.
Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες και για τον επόμενο πρόεδρό τους. Η Ευρώπη παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος και επενδυτής της Αμερικής και 25 ευρωπαϊκά κράτη είναι μέλη του ΝΑΤΟ, της πιο σημαντικής στρατιωτικής συμμαχίας τους. Ως παγκόσμια δύναμη, οι ΗΠΑ πρέπει να αλληλεπιδρούν με κάθε μεγάλη περιοχή του κόσμου. Αλλά παρά την αναμφισβήτητη σημασία της λεγόμενης «στροφής στην Ασία», ο επόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών μάλλον θα πρέπει να εστιάσει πρώτα στην Ευρώπη.
Αμερικανοί και των δύο κομμάτων εκφράζουν ανησυχίες για μια πιο αδύναμη και διχασμένη ΕΕ. Όταν αποχωρήσει η Βρετανία, το μπλοκ θα χάσει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του και τον πιο ισχυρό στρατό του. Σε συνδυασμό με την επαναλαμβανόμενη ελληνική κρίση χρέους και με τη μειούμενη στήριξη από τον κόσμο για «ακόμη μεγαλύτερη ολοκλήρωση», το ευρωπαϊκό πρότζεκτ δείχνει ακυβέρνητο.
Οι Αμερικανοί παρακολουθούν με επιφυλακτικότητα και την πιο σοβαρή ακροδεξιά λαϊκίστικη ανταρσία στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1930 και μετά. Αν και οι ΗΠΑ βιώνουν τη δική τους αποκρουστική, εθνοφυλετική (nativist) εκστρατεία, με επικεφαλής τον Ντόναλντ Τραμπ, ο αντιδραστικός Βίκτορ Όρμπαν είναι ήδη στην εξουσία στην Ουγγαρία και το κυβερνών κόμμα Νόμος και Τάξη στην Πολωνία έχει προκαλέσει προβλήματα τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Ουάσινγκτον. Παρόμοια κινήματα σε Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία και Γερμανία, θα εντείνουν την επίθεση στα φιλελεύθερα δημοκρατικά θεμέλια της ΕΕ;
Οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν επίσης ότι ο μεγάλος αριθμός Σύρων, Ιρακινών, Αφγανών και Βορειοαφρικανών προσφύγων έχει «πνίξει» την ικανότητα της Ευρώπης να τους αφομοιώσει. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες θα είχαν δίκιο αν ζητούσαν από τον νέο Αμερικανό ηγέτη να αποδεχθεί έναν σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Τέλος, μια προηγούμενα ενωμένη Ευρώπη διχάζεται από την επιθετικότητα του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, του οποίου η εισβολή στη Γεωργία και την ανατολική Ουκρανία και η προσάρτηση της Κριμαίας, απειλούν την επιβίωση των ελεύθερων χωρών κατά μήκος των νότιων και δυτικών συνόρων της Ρωσίας.
Η ρωσική πρόκληση θα γίνει ιδιαίτερα δριμεία τον επόμενο μήνα, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα βρίσκονται στο μεταβατικό στάδιο μεταξύ παλιάς και νέας προεδρίας. Τότε είναι που τα ευρωπαϊκά κράτη θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα διευρύνουν τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Μόσχα μετά την επίθεση στην Ουκρανία. Οτιδήποτε λιγότερο από μια πλήρη και αδιαμφισβήτητη επέκταση του καθεστώτος κυρώσεων θα αποδυνάμωνε τον εκλεγμένο Αμερικανό πρόεδρο τη στιγμή που η σχέση με τη Μόσχα αγγίζει τα χειρότερα επίπεδά της από τη δεκαετία του 1980 και μετά.
Η Χίλαρι Κλίντον έχει υποστηρίξει τις εντυπωσιακές προσπάθειες της ομάδας του κ. Ομπάμα να ανοικοδομήσει τη δύναμη του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη. Η μεταφορά στρατιωτικών μονάδων του ΝΑΤΟ στην Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής, για να προστατεύσουν αυτές τις χώρες από τη ρωσική επιθετικότητα, θα είναι επείγουσα προτεραιότητα το 2017.
Αυτό δεν θα ήταν «πολεμοχαρής» κίνηση, όπως ισχυρίστηκε ο Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, αλλά μια προειδοποίηση προς τον κ. Πούτιν ότι η Δύση θα προστατεύσει τις δημοκρατίες της ανατολικής Ευρώπης με κάθε τίμημα. Μια νέα διακυβέρνηση στις ΗΠΑ θα πρέπει επίσης να εξετάσει την παροχή αμυντικού οπλισμού στην Ουκρανία και θα πρέπει να ζητήσει από την ΕΕ να βαθύνει την οικονομική της δέσμευση προς την κυβέρνηση του προέδρου Πέτρο Ποροσένκο.
Μια τέτοια ισχυροποίηση της θέσης της Δύσης, είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να περιοριστεί ο κ. Πούτιν. Την ίδια στιγμή, ΗΠΑ και Ευρώπη θα χρειαστεί να διατηρήσουν ανοικτούς διαύλους προς τη Μόσχα προκειμένου να ζητήσουν τη συνεργασία της Ρωσίας σε κρίσεις που μας επηρεάζουν όλους: στο Ιράν, στο Αφγανιστάν, τη Βόρεια Κορέα και τη Συρία.
Υπάρχουν πολλά ακόμη που θα χρειαστεί να κάνει ο νέος πρόεδρος για να τονώσει την διατλαντική συμμαχία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επαναβεβαιώσουν τους στενούς δεσμούς τους με τη Βρετανία σε μυστικές υπηρεσίες και στρατό, καθώς επίσης και να εντείνουν τη στρατηγική σύνδεση με το ευρωπαϊκό κέντρο εξουσίας στη Γερμανία.
Αυτό που πολλοί Ευρωπαίοι αναφέρουν πως χρειάζονται περισσότερο, ωστόσο, είναι η επιστροφή σε μια ισχυρότερη αμερικανική ηγεσία που θα τους στηρίξει σε μια περίοδο κρίσης. Ο νέος πρόεδρος θα χρειαστεί να σταθεί αποφασιστικά στο πλευρό των ευρωπαϊκών εταίρων των ΗΠΑ, ιδιαίτερα ενάντια στην πρόκληση από την πλευρά του κ. Πούτιν.
Η κ. Κλίντον θα ήταν μια τέτοια πρόεδρος. Οι ισχυροί δεσμοί της με την ήπειρο, καθώς και οι στιβαρές θέσεις και η μεγάλη διεθνής εμπειρία της, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια αναβίωση του διατλαντικού δεσμού της Αμερικής με την Ευρώπη. Ο κ. Τραμπ, από την άλλη, έχει επιδείξει πέραν από κάθε αμφιβολία ότι δεν είναι προετοιμασμένος να ασκήσει αυτές τις ευθύνες. Έχει επανειλημμένως υποτιμήσει το ΝΑΤΟ και, με το εγκώμιο που έχει πλέξει δημοσίως στον κ. Πούτιν, έχει υπονομεύσει την πιεσμένη ουκρανική κυβέρνηση.
Γι' αυτό τον λόγο τόσοι πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες ελπίζουν με πάθος σε μια νίκη Κλίντον. Είναι η υποψήφια που κατανοεί αυτό που γνώριζαν όλοι οι πρόεδροι μετά τον Χάρι Τρούμαν -ότι η μοίρα της Αμερικής στον κόσμο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ζωτικό δεσμό με την Ευρώπη, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης.
*Ο Νίκολας Μπερνς είναι καθηγητής στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation