Ο πλανήτης δεν αντέχει άλλο τη χαμηλή ανάπτυξη

Οι συνέπειες της χαμηλής ανάπτυξης κατατρώνε τις πιθανότητες για μελλοντική ανάκαμψη, τονίζει ο Mohamed El-Erian. Αν οι πολιτικοί δεν αναλάβουν τις ευθύνες τους η οικονομία θα οδηγηθεί σε ύφεση. Ποια είναι τα σενάρια.

  • του Mohamed El-Erian*
Ο πλανήτης δεν αντέχει άλλο τη χαμηλή ανάπτυξη

Η πτωτική αναθεώρηση των προβλέψεων της Fed για την ανάπτυξη και τα επιτόκια την περασμένη εβδομάδα είναι ακόμη μια υπενθύμιση της αυξανόμενα κυρίαρχης άποψης υπέρ μιας παράτασης της πρόσφατης περιόδου υποτονικών αλλά σχετικά σταθερών επιδόσεων της παγκόσμιας οικονομίας. Δεν θα πείραζε αν σκεφτόσασταν ότι τα επόμενα λίγα χρόνια μάλλον θα είναι επανάληψη του «new normal» των τελευταίων επτά ετών.

Η πραγματικότητα ενδέχεται να είναι διαφορετική. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρία πιθανά σενάρια για την παγκόσμια οικονομία τα ερχόμενα χρόνια –ότι θα συνεχίσει να «τα κουτσοκαταφέρνει», ότι θα υποστεί σημαντική οικονομική και χρηματοοικονομική πτώση ή ότι θα εκτοξευτεί. Από αυτά, μια συνέχιση των πρόσφατων άτονων επιδόσεων εξελίσσεται στο λιγότερο πιθανό σενάριο. Και αυτό διότι για να συνεχίσουν τα πράγματα ως έχουν, χρειάζεται να είμαστε σίγουροι ότι οι οικονομικές, χρηματοοικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις που προέκυψαν από τη χαμηλή ανάπτυξη δε θα γίνουν οι καθοριστικοί παράγοντες που θα οδηγήσουν την οικονομία. Και αυτό γίνεται όλο και πιο απίθανο υπό το φως των όσων αποκαλύπτονται στη βάση κάθε μέρα.

Ας ξεκινήσουμε από τα οικονομικά. Οι συνέπειες της χαμηλής ανάπτυξης δεν περιορίζονται στις σημερινές χαμένες ευκαιρίες. Όσο περισσότερο επιμένουν, τόσο κατατρώνε τις πιθανότητες για μελλοντική ανάπτυξη. Αυτό το καταλαβαίνουν οι εταιρίες και έχουν γίνει πιο επιφυλακτικές και μεταξύ άλλων αναβάλλουν τα επενδυτικά τους σχέδια.

Με τον καιρό, αυτό ζημιώνει την καταναλωτική εμπιστοσύνη και αποδυναμώνει μια βασική κινητήρια δύναμη ανάπτυξης. Αυτές οι ανησυχίες ενισχύονται δεδομένου ότι τα οφέλη της περιορισμένης ανάπτυξης έχουν σε μεγάλο βαθμό συσσωρευτεί δυσανάλογα στα πιο προνομιούχα τμήματα του πληθυσμού, μειώνοντας με αυτό τον τρόπο τη διαφοροποίηση και την ανθεκτικότητα της δυναμικής της ανάπτυξης.

Τέτοιου είδους απογοητευτικά οικονομικά λειτουργούν ως καύσιμο για πολιτική πόλωση και δυσλειτουργία. Τροφοδοτούν την δυσπιστία απέναντι στις απόψεις των ειδικών και, όταν συνδυάζονται με την επιδεινούμενη ανισότητα στα εισοδήματα, τον πλούτο και τις ευκαιρίες, δίνουν έμφαση στην καχυποψία απέναντι στις κυβερνώσες ελίτ και το κατεστημένο, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Δεν αποτελεί, επομένως, έκπληξη το γεγονός ότι η επιρροή αντικαθεστωτικών κινημάτων μεγαλώνει στις πιο ανεπτυγμένες χώρες. Από το δημοψήφισμα για το Brexit που εμπνεύστηκε το βρετανικό κόμμα Ανεξαρτησίας και τις απειλές για περαιτέρω ολοκλήρωση σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη, μέχρι την θορυβώδη ρητορική κατά του εμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, το αποτέλεσμα είναι η υπονόμευση των μακρόχρονων αρχών των διασυνοριακών οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων και άρα μια απειλή στην ανάπτυξη.

Όσο περισσότερο κρατά η οικονομική δυσφορία, τόσο μεγαλύτερη είναι η επιρροή της πολιτικής της οργής στα εκλογικά σώματα, η οποία τροφοδοτείται από την τεχνολογική πρόοδο που διευκολύνει τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρά μια ομάδα ομοϊδεατών. Αυτό με τη σειρά του πιέζει περισσότερο τους πολιτικούς να επιλέξουν απομονωτικές θέσεις στα ζητήματα της μετανάστευσης και του εμπορίου. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε περιόδους κατά τις οποίες απειλείται η ασφάλεια από καταστροφικούς μη κρατικούς παίκτες και μονάδες που εγκαταλείπουν τις ομάδες σε αναζήτηση μεγαλύτερης ισχύος.

Παρ' όλες αυτές τις αβεβαιότητες, οι χρηματοοικονομικές αγορές έχουν ανταμείψει πολλούς επενδυτές με υψηλές αποδόσεις και, ακόμη πιο αξιοσημείωτο αυτό, με χαμηλή μεταβλητότητα. Γι' αυτό θα πρέπει να ευχαριστούν τις κεντρικές τράπεζες.

Στοχεύοντας σε υψηλότερα οικονομικά αποτελέσματα, και έχοντας μόνο το κανάλι μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής στη διάθεσή τους, αισθάνθηκαν πως όφειλαν να χρησιμοποιήσουν ακόμη πιο πειραματικά μέτρα. Αυτά περιλαμβάνουν πλέον τα αρνητικά επιτόκια, τις αγορές ομολόγων και, πιο πρόσφατα, την επιστροφή σε στοχευμένα επίπεδα επιτοκίων. Αλλά με την παρατεταμένη εξάρτηση από τόσο αντισυμβατικά μέτρα έρχονται και οι ανησυχίες για παράπλευρες απώλειες και ακούσιες συνέπειες.

Από στρεβλές οικονομικές αποτιμήσεις μέχρι την ανάληψη υπερβολικών ρίσκων, αυτοί είναι πραγματικοί κίνδυνοι για την μελλοντική ευημερία της παγκόσμιας οικονομίας, ιδιαίτερα όταν η νομισματική πολιτική δεν στηρίζεται επαρκώς από πιο κατάλληλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δημοσιονομική πολιτική και διεθνή συντονισμό. Αυτές καθ' αυτές, οι αγορές θα έπρεπε να είναι λιγότερο σίγουρες για την ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να συνεχίσουν να περιορίζουν την μεταβλητότητα.

Αν συνδυάσουμε όλους αυτούς τους παράγοντες είναι δύσκολο να θεωρήσουμε ότι η παγκόσμια οικονομία θα διατηρήσει για πολλά ακόμη χρόνια την χαμηλή, αλλά σταθερή, ανάπτυξη. Αντίθετα, κινδυνεύει να κινηθεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, ανάλογα με το πόσο καιρό θα πάρει στα πολιτικά συστήματα των ΗΠΑ και της Ευρώπης να ανταποκριθούν στην πρόκληση μιας ολόκληρης γενιάς: να καταστήσουν δυνατή την υψηλή και ανοικτή σε όλους ευημερία.

Αν η αντίδραση των πολιτικών συστημάτων συνεχίσει να είναι απογοητευτική, η χαμηλή ανάπτυξη θα δώσει τη θέση της στην ύφεση τη στιγμή που η τεχνητή σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα αντικατασταθεί από αναταραχή. Αλλά αν οι πολιτικοί αναλάβουν τις οικονομικές τους ευθύνες, το αντίθετο αποτέλεσμα θα γίνει όχι απλά δυνατό αλλά και πιθανό.

Ενώ περιμένουμε να δούμε το πώς θα δράσουν οι πολιτικοί, ένα πράγμα είναι σαφές: το «new normal» φτάνει στο τέλος του. Ο λόγος είναι απλός: έχει κρατήσει τόσο πολύ που τρέφει πλέον τις αιτίες της ίδιας της καταστροφής του.

 

*Ανώτατος οικονομικός σύμβουλος στην Allianz και συγγραφέας του βιβλίου «The Only Game in Town»

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v