Ο Ματέο Ρέντσι δίνει μάχη σε όλα τα μέτωπα. Μια εύθραυστη οικονομική ανάκαμψη και η μεταναστευτική κρίση έχουν προκαλέσει την οργή των πολιτών, βάζοντας σε θέση οδηγού στις δημοσκοπήσεις το λαϊκίστικο Kίνημα Πέντε Αστέρων.
Η προσπάθεια του Ιταλού πρωθυπουργού να διασώσει τις προβληματικές τράπεζες της Ιταλίας έχει διογκώσει τις εντάσεις με τις Βρυξέλλες. Το σχέδιό του να διεξάγει ένα δημοψήφισμα για πολιτικές μεταρρυθμίσεις, που είχε σαν στόχο να ενισχύσει τη στήριξη προς την κυβέρνηση, μπορεί να απειλήσει τελικά την ίδια της την επιβίωση.
Δεν είναι να απορεί κανείς που οι επενδυτές αντιμετωπίζουν τώρα την Ιταλία ως το πιο άμεσο ρίσκο για τη σταθερότητα της ευρωζώνης.
H τελευταία αξιολόγηση της ιταλικής οικονομίας που δημοσιεύτηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν περιλαμβάνει κάτι που θα τους καθησυχάσει. Μετά το σοκ από το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα είναι φέτος κατά 1% χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν και θα βελτιωθεί οριακά το 2017. Προειδοποιεί ότι η Ιταλία -η μοναδική μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομία που δεν έχει ανακτήσει τα προ κρίσης επίπεδα παραγωγής- δεν προβλέπεται να φτάσει σε αυτό το σημείο μέχρι και τα μέσα της επόμενης δεκαετίας.
Η χώρα είναι αντιμέτωπη με δύο δεκαετίες χαμένης ανάπτυξης, με αρνητικές επιπτώσεις στην ανεργία και στους πραγματικούς μισθούς, σε μια περίοδο κατά την οποίοι οι εταίροι της στην ευρωζώνη θα έχουν αναπτυχθεί κατά 20 με 25%.
Αυτή η έλλειψη ανάπτυξης είναι η βασική πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει ο κ. Ρέντσι. Η Ιταλία υποφέρει από χαμηλές επενδύσεις, χαμηλό ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και σχεδόν ανύπαρκτη ανάπτυξη της παραγωγικότητας. Ο ΟΟΣΑ υπολογίζει τις προοπτικές ανάπτυξης στο -0,1%.
Τα προβλήματα αυτά είναι προγενέστερα της κρίσης της ευρωζώνης και των χρόνων λιτότητας. Φαίνεται πως προέρχονται τουλάχιστον από μια εσφαλμένη κατανομή πόρων: οι ικανότητες και το κεφάλαιο δεν διατίθενται στις πιο καινοτόμες εταιρείες και είναι οι πολύ μικρές, μη παραγωγικές επιχειρήσεις που αναπτύσσονται. Οι τράπεζες της Ιταλίας έχουν συμβάλει στο πρόβλημα, με τα δάνεια να πηγαίνουν σε όσους έχουν στενές σχέσεις με τους δανειστές. Η χαμηλή ανάπτυξη κάνει ακόμα πιο δύσκολη την αποκατάσταση της υγείας του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Τα καλά νέα είναι πως οι μεταρρυθμίσεις που έχει ήδη δρομολογήσει ο κ. Ρέντσι, ειδικά η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, έχουν αρχίσει να αποφέρουν καρπούς. Επιπλέον μεταρρυθμίσεις για να γίνει πιο αποτελεσματικό το νομικό σύστημα, να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα του τομέα υπηρεσιών, να ενθαρρυνθούν οι εργοδότες να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στις πιο φτωχές περιοχές και να εξαλειφθεί ο νεποτισμός από το τραπεζικό σύστημα θα έφερναν γρήγορα αποτελέσματα.
Ωστόσο, υπάρχει ένα όριο στο τι μπορούν να αναμένουν οι Ευρωπαίοι εταίροι από τον κ. Ρέντσι τους ερχόμενους μήνες. Η βασική του προτεραιότητα πρέπει να είναι η σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα. Το ΔΝΤ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι αυτό μπορεί να γίνει χωρίς να παραβιαστούν οι κανονισμοί για το bail in. O Μark Carney, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, έχει επισημάνει και αυτός ότι μπορεί να είναι απαραίτητη μια ανακεφαλαιοποίηση.
Ας ελπίσουμε ότι οι εταίροι της Ιταλίας θα είναι σε θέση να υιοθετήσουν μια ελεύθερη ερμηνεία των κανονισμών, ώστε να επιλυθεί η τρέχουσα κρίση.
Θα χρειαστεί επίσης να δείξουν κατανόηση όσον αφορά στη δημοσιονομική πολιτική. Η Ιταλία έχει αντιμετωπιστεί με μεγάλη επιείκεια από τις Βρυξέλλες και οι περικοπές φόρων έχουν τονώσει την κατανάλωση.
Αλλά αν η ανάπτυξη δεν είναι ανάλογη των προσδοκιών την επόμενη χρονιά, ο κ. Ρέντσι μπορεί να μην καταφέρει να τηρήσει τη δέσμευσή του να βάλει τον λόγο του χρέος προς το ΑΕΠ σε καθοδική τροχιά. Δεν θα έπρεπε να δημιουργηθεί ανησυχία για αυτό. Η δημοσιονομική χαλάρωση θα μπορούσε να ήταν καλύτερα στοχευμένη -για παράδειγμα με επενδύσεις σε υποδομές-, αλλά αυτή δεν είναι η στιγμή για να σφίξει το ζωνάρι.
Τέλος, οι εταίροι της Ιταλίας πρέπει να αναγνωρίσουν ότι μια αναστολή των μη δημοφιλών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι αναπόφευκτη. Ο κ. Ρέντσι είναι αντιμέτωπος με μια δύσκολη περίοδο ως το δημοψήφισμα του Οκτωβρίου, στο οποίο κρίνεται το πολιτικό του μέλλον. Παραμένει η καλύτερη ελπίδα της Ιταλίας για μεταρρυθμίσεις και για επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη. Μέχρι να ολοκληρωθεί το δημοψήφισμα, οι σύμμαχοι της Ιταλίας πρέπει να επιδείξουν υπομονή.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation