Πριν από μια δεκαετία, η Volkswagen είχε βυθιστεί σε ένα σκάνδαλο και σε μια εσωτερική διαμάχη για τον έλεγχο της εταιρείας.
Οι αποκαλύψεις των τελευταίων εβδομάδων δείχνουν πως τα τραύματα από την περίοδο εκείνη δεν έχουν κλείσει ακόμα, την ώρα που η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα ακόμα μεγαλύτερο σκάνδαλο.
Την περασμένη εβδομάδα, μια εσωτερική έρευνα για τις κατηγορίες χειραγώγησης του τεστ εκπομπής ρύπων στις ΗΠΑ πρόσφερε στο εποπτικό συμβούλιο του ομίλου στοιχεία που δείχνουν ότι οι πρώτες ενέργειες που οδήγησαν στο σκάνδαλο θα μπορούσαν να είχαν γίνει ήδη από το 2005-2006.
Είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον συμπέρασμα, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Martin Winterkorn, ο πρώην CEO της VW που παραιτήθηκε την περασμένη εβδομάδα, είχε αναλάβει καθήκοντα το 2007. Δείχνει ότι τα αρχικά αίτια του σκανδάλου εμφανίστηκαν κατά τη θητεία του προκατόχου του, του Bernd Pischetsrieder και του Wolfgang Bernhard, πρώην επικεφαλής του brand της VW.
Αποκαλύπτουν ωστόσο και μια μόνιμη σύγκρουση μεταξύ δύο διαφορετικών φιλοσοφίων στη VW, περίπου δέκα χρόνια αφότου ο όμιλος διασπάστηκε από το προηγούμενο σκάνδαλο -μια σύγκρουση που μας προσφέρει στοιχεία για το πώς προέκυψε το σκάνδαλο με τις εκπομπές.
«Είναι μια προσπάθεια να ανοίξουν παλιές πληγές», υποστηρίζει ένας manager εκείνης της περιόδου.
Οι κύριοι Pischetsrieder και Bernhard δεν έχουν αφήσει περιθώριο να αμφισβητηθεί η αθωότητά τους στο σκάνδαλο με τις εκπομπές ρύπων, δημοσιεύοντας ανακοίνωση μέσω νομικής εταιρείας με την οποία αρνούνται «με κατηγορηματικό τρόπο» ότι είχαν οποιαδήποτε γνώση για λογισμικό που χρησιμοποιήθηκε με στόχο να χειραγωγηθούν τα τεστ.
Σε κάθε περίπτωση, οι έρευνες των ρυθμιστικών αρχών και των εσωτερικών οργάνων της VW στρέφονται σε πρόσωπα που προσλήφθηκαν την προηγούμενη δεκαετία, με στόχο να δώσουν στη VW μια ανταγωνιστική πετρελαιοκίνητη μηχανή.
Το 2004, δύο χρόνια αφότου είχε ξεκινήσει τη θητεία του ως CEO της VW ο κ. Pischetsrieder προκάλεσε μίνι πραξικόπημα προσκαλώντας τον κ. Bernard -ο οποίος είχε γίνει γνωστός στη Mercedes για την ικανότητά του να ελέγχει το κόστος- να τον βοηθήσει να αναστρέψουν την πορεία της δοκιμαζόμενης VW.
Λίγους μήνες αφότου ο κ. Bernhard έφτασε στο Wolfsburg, η VW βρέθηκε μπλεγμένη σε ένα σκάνδαλο διαφθοράς για πληρωμές σε μέλη του πανίσχυρου συμβουλίου εργαζομένων και διασκεδάσεις που περιλάμβαναν πάρτι με ιερόδουλες.
Οδήγησε στην παραίτηση του διευθυντή ανθρώπινου δυναμικού της VW και του επικεφαλής του συμβουλίου εργαζομένων, που αντιπροσωπεύει τους 600.000 εργαζομένους του ομίλου.
Οι κύριοι Pischetsrieder και Bernhard προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν το σκάνδαλο για να μεταρρυθμίσουν τη VW με δύο τρόπους.
Πρώτον, ψαλίδισαν με επιτυχία το διογκωμένο κόστος της VW και έβαλαν τέλος σε προβληματικές εργασιακές ρυθμίσεις, όπως η τετραήμερη εργασία των 29 ωρών την εβδομάδα.
Δεύτερον, έκαναν μια απόπειρα να αλλάξουν την κουλτούρα της VW, ειδικά τις εξαιρετικά στενές σχέσεις ανάμεσα στη διοίκηση και στο συμβούλιο εργαζομένων.
Αλλά εκεί ήταν που απέτυχαν. Ο τότε πρόεδρος της VW, Ferdinand Piëch, ξεκίνησε έναν πόλεμο συμμαχώντας με εκπροσώπους των εργαζομένων στο Δ.Σ. για να αποδυναμώσει και στη συνέχεια να διώξει το 2006 τον κ. Pischetsrieder. Αντικαταστάθηκε από το δεξί χέρι του κ. Piech, τον Martin Winterkorn. Ο κ. Bernhard έφυγε λίγους μήνες αργότερα, το 2007.
Στελέχη και διευθυντές από εκείνη την εποχή πιστεύουν ότι η νέα διοίκηση άρχισε σύντομα να ακολουθεί την εξής στρατηγική: τα καλά νέα συνήθως αναγνωρίζονταν ως δικά της επιτεύγματα, ενώ τα κακά νέα αποδίδονταν στο προηγούμενο ηγετικό δίδυμο.
Ένα στέλεχος από την περίοδο εκείνη λέει: «Τώρα, για τελευταία φορά, προσπαθούν να επιρρίψουν την ευθύνη σε κάποιον άλλο. Είναι γελοίο, δεν έχει πια καμία βάση».
Ωστόσο, διάφορα πρώην στελέχη και μέλη του εποπτικού συμβουλίου εκτιμούν ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Το 2005, οι Γερμανοί κατασκευαστές είχαν εντοπίσει ότι είχαν την ευκαιρία να προωθήσουν πιο δυναμικά τα πετρελαιοκίνητα οχήματα στις ΗΠΑ, αν μπορούσαν να εξελίξουν μια μηχανή που θα πέρναγε τα τεστ εκπομπής ρύπων. Το πρόβλημα της VW ήταν πως δεν είχε την κατάλληλη μηχανή ντίζελ, ειδικά για τα μικρότερα αυτοκίνητα. Αναγκάστηκε μάλιστα να αποσύρει το 2006 τα μοντέλα ντίζελ στις ΗΠΑ, γιατί δεν μπορούσαν να πιάσουν τα νέα, αυστηρότερα κριτήρια.
Οπότε, για να εξελίξει μια νέα μηχανή για τις ΗΠΑ το 2008, ο κ. Bernhard προσέλαβε τον Rudolf Krebs, έναν μηχανολόγο της Audi, για να κάνει την ίδια δουλειά και στη VW. Οι δύο τους συνειδητοποίησαν ότι ο τρόπος που είχε αναπτύξει η VW για την κατασκευή πετρελαιοκίνητων μηχανών -χρησιμοποιώντας το σύστημα έγχυσης καυσίμου Pumpe Düse- δεν είχε πιθανότητες επιτυχίας.
Αντίθετα προτίμησαν μια τεχνολογία που χρησιμοποιούσε η Mercedes, ο παλιός εργοδότης του κ. Bernhard, γνωστή ως AdBlue, ένα αποτελεσματικό σύστημα έγχυσης καυσίμου που μείωνε τις εκπομπές διοξειδίων του αζώτου με τη χρήση πρόσθετου διαλύματος.
Το 2006, η νέα μηχανή AdBlue δοκιμάστηκε για πρώτη φορά σε εγκατάσταση της VW στη Νότια Αφρική. Αλλά γρήγορα μπήκε στην άκρη από τον κ. Winterkorn και τους μηχανικούς του το 2007, ενώ ο κ. Krebs άλλαξε ρόλο αναλαμβάνοντας επικεφαλής του εργοστασίου της VW στο Salzgitter στην κεντρική Γερμανία.
Αντίθετα, υπό τη νέα διευθυντική ομάδα, η VW εξέλιξε μια παγίδα των διοξειδίων του αζώτου για να προσπαθήσει να μειώσει τις εκπομπές. Ο κ. Winterkorn προήγαγε τους Ulrich Hackenberg και Wolfgang Hatz, για να αναλάβουν την τεχνική εξέλιξη και να είναι υπεύθυνοι για τις μηχανές και τις εκπομπές αντίστοιχα. Και οι δύο έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα από τότε που ξέσπασε το σκάνδαλο.
Ένας πρώην εργαζόμενος της VW λέει ότι μια κρίσιμη στιγμή, όσον αφορά στην ευθύνη της διοίκησης, ήταν το 2008, όταν έλαβε πιστοποίηση η μηχανή και το λογισμικό της με εκατομμύρια γραμμές κώδικα αναγνωρίστηκε. Υποστηρίζει ότι τα στελέχη είχαν πολλές ευκαιρίες να εντοπίσουν το πρόβλημα, όπως να προσέξουν ότι η ομάδα για την εξέλιξη του λογισμικού κάνει διπλή δουλειά για να προγραμματίσει τη μηχανή ώστε να λειτουργεί με έναν τρόπο στα τεστ και με άλλο στον δρόμο.
Αλλά ακόμα και το hardware πρόσφερε στοιχεία: ο καταλύτης δεν ήταν τόσο μεγάλος όσο αναμενόταν και θα έπρεπε να κρατάει περισσότερο. «Ακόμα και χωρίς να γνωρίζει κανείς το λογισμικό, θα μπορούσε να καταλάβει ότι κάτι περίεργο συμβαίνει», αναφέρει ο εργαζόμενος.
Σε μια ακόμα ανατροπή, πρόσωπο που είναι κοντά στις έρευνες αποκαλύπτει ότι ενώ η δραστηριότητα μπορεί να εντοπιστεί πίσω στο 2005-2006, καμία σύνδεση δεν μπορεί να βρεθεί με τους κυρίους Pischetsrieder ή Bernhard.
«Αφορούσε μια μικρή ομάδα στελεχών που ήθελαν να εξελίξουν τη μηχανή του μέλλοντος», σημειώνει.
© The Financial Times Limited 2015. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation