Σόιμπλε: Αποδίδει η γερμανική συνταγή στην Ευρώπη

Κηρύσσοντας τον τερματισμό της ύφεσης στην ευρωζώνη, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας καλεί με άρθρο στους FT άπαντες να επιμείνουν στην πολιτική του Βερολίνου. Γιατί η συνταγή είναι πετυχημένη. Το γερμανικό παράδειγμα.

  • Του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε
Σόιμπλε: Αποδίδει η γερμανική συνταγή στην Ευρώπη

Ο κόσμος θα έπρεπε να χαίρεται με τις θετικές οικονομικές ενδείξεις που έρχονται σχεδόν συνεχώς από την ευρωζώνη αυτές τις ημέρες. Ενώ η κρίση εξακολουθεί να αντηχεί, η ευρωζώνη είναι σαφές ότι ανακάμπτει τόσο δομικά όσο και κυκλικά.

Αυτό που συμβαίνει είναι, σε γενικές γραμμές, ό,τι είχαν προβλέψει οι υποστηρικτές της ψύχραιμης διαχείρισης της κρίσης. Οι δημοσιονομικές και διαρθρωτικές εργασίες ανακατασκευής αποδίδουν, βάζοντας τα θεμέλια για βιώσιμη ανάπτυξη. Η εξέλιξη αυτή έχει αιφνιδιάσει τους επικριτές. Δεν θα έπρεπε όμως, επειδή, πραγματικά, τα έχουμε ξαναδεί όλα αυτά, πολλές φορές και σε πολλά μέρη στο παρελθόν. Παρ' όσα θέλουν οι επικριτές της διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης να πιστεύουμε, ζούμε σε έναν πραγματικό κόσμο και όχι σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου οι καλά εδραιωμένες οικονομικές αρχές δεν ισχύουν πλέον.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Γερμανία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ήταν αδιαμφισβήτητα ο ασθενής της Ευρώπης - εγχώριοι και διεθνείς σχολιαστές τη θεωρούσαν εξίσου μη ανταγωνιστική και καταδικασμένη σε ύφεση.

Μετά από έναν κύκλο ανάπτυξης και πτώσης που ακολούθησε την επανένωση της δεκαετίας του 1990 και την υιοθέτηση του ευρώ σε πολύ υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία, η ανεργία στη χώρα αυξήθηκε, φτάνοντας τα 5 εκατ. τον Ιανουάριο του 2005. Οι επενδύσεις μειώθηκαν και τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν, ενώ οι πολιτικοί έδειχναν ανίκανοι να αντιδράσουν. Η απόφαση να αντιμετωπιστεί η τάση ήταν συλλογική, συνένωσε σχεδόν όλα τα κόμματα του πολιτικού φάσματος, όπως επίσης εργοδότες και οργανωμένα συνδικάτα.

Το πρώτο κύμα προσαρμογής, που ξεκίνησε το 2003, επικεντρώθηκε στην ενίσχυση των κινήτρων απασχόλησης, στον εξορθολογισμό του δημόσιου τομέα, στην αποκατάσταση της κοινωνικής ασφάλειας και στην αύξηση της φορολογίας κατανάλωσης. Στο επίπεδο της παραγωγής, επιχειρήσεις και συνδικάτα συνεργάστηκαν για να καταστεί πιο ευέλικτη η εργασία. Ένα δεύτερο κύμα συγκράτησης δαπανών και μεταρρυθμίσεων ακολούθησε όταν πέρασε το αποκορύφωμα της χρηματοοικονομικής κρίσης.

Η κυβέρνηση, επιδιώκοντας την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, επανεξέτασε τις προτεραιότητες στις δαπάνες. Την περίοδο 2010 - 2013, η γερμανική κυβέρνηση αύξησε τις δαπάνες σε έρευνα και παιδεία κατά 13,3 δισ. ευρώ, ενώ διατήρησε τη δέσμευσή της στη δημοσιονομική της πορεία. Οι δαπάνες, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στη Γερμανία, για έρευνα και ανάπτυξη βρίσκονται στο 2,8% του ΑΕΠ. Μόνο η Σουηδία και η Δανία στην Ε.Ε. έχουν υψηλότερα ποσοστά. Εν μέρει χάρη στο εκπαιδευτικό της σύστημα, που προσαρμόζεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων, η Γερμανία έχει ποσοστό ανεργίας των νέων κάτω από 8%, το χαμηλότερο στην Ευρώπη.

Όσο και εάν έχουν σημασία οι πολιτικές, η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας, η ολοκλήρωσή της στην παγκόσμια οικονομία και η ικανότητα να δημιουργεί θέσεις εργασίας δεν ήταν καρπός κυβερνητικών διαταγμάτων, αλλά των χιλιάδων αποφάσεων που παίρνει η αγορά. Οι επιχειρήσεις άρχισαν να επενδύουν και να προσλαμβάνουν και ο κόσμος άρχισε πάλι να δουλεύει επειδή ήταν εφικτό και λογικό. Εργοδότες και εργαζόμενοι κατέληξαν σε λογικές συμβάσεις μισθών και ωραρίων που προφύλαξαν από τις κυκλικές πτώσεις.

Περισσότερα από 2 εκατ. Γερμανοί που βρίσκονταν στην ανεργία βρήκαν δουλειά, ως επί το πλείστον καλές, ασφαλείς θέσεις εργασίας, με αξιοπρεπή μισθό και γενναιόδωρες παροχές. Με τη σύσφιγξη της αγοράς εργασίας, οι μισθοί και η κατανάλωση αυξάνονται τώρα ισχυρά. Η εγχώρια ζήτηση είναι η βασική κινητήριος δύναμη της Γερμανίας σήμερα.

Αυτό που συνέβη στην ευρωζώνη στις αρχές της δεκαετίας διαφέρει μόνο στα συμφραζόμενα. Στη φάση της ραγδαίας ανάπτυξης, αρκετά από τα μέλη της άφησαν την εργασία να γίνει ακριβή και το μερίδιό τους στο παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε. Όταν επήλθε η πτώση, οι θέσεις εργασίας εξαφανίστηκαν και τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν.

Η αντίδραση δεν ήταν μόνο προϊόν της ευρωπαϊκής συναίνεσης - συχνά με τη στήριξη των εθνικών κοινοβουλίων. Ακολούθησε μία συνταγή που δεν έχει αναδειχθεί μόνο στη Γερμανία, αλλά επίσης και στη Βρετανία της δεκαετίας του 1980, στη Σουηδία και στη Φινλανδία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στην Ασία στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και σε πολλές άλλες βιομηχανικές και αναδυόμενες οικονομίες.

Η συνταγή πέτυχε τότε και πετυχαίνει και τώρα, παρά την πικρία και την κατάπληξη των πολυάριθμων επικριτών της στα ΜΜΕ, στην ακαδημαϊκή κοινότητα, στους διεθνείς οργανισμούς και στην πολιτική. Η προσαρμογή ήταν φιλόδοξη και ορισμένες φορές επώδυνη, αλλά η εφαρμογή ήταν ευέλικτη και προσαρμόσιμη. Τα ευρωπαϊκά δίχτυα ασφαλείας παρείχαν ένα καλά ισορροπημένο μίγμα κινήτρων και αλληλεγγύης για να αμβλύνουν την οδύνη.

Σε μόλις τρία χρόνια, τα δημόσια ελλείμματα στην Ευρώπη μειώθηκαν κατά το ήμισυ, το κόστος ανά μονάδα εργασίας και η ανταγωνιστικότητα προσαρμόζονται ταχύτατα, οι ισολογισμοί των τραπεζών βελτιώνονται και τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών εξαφανίζονται. Το δεύτερο τρίμηνο τερματίστηκε η ύφεση στην ευρωζώνη.

Τι μαθήματα μπορούμε να εξάγουμε λοιπόν από τη γερμανική προσαρμογή τη δεκαετία του 2000 και το πιο πρόσφατο παράδειγμα της ευρωζώνης; Βλέπω δύο:

Πρώτον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν. Όσοι είναι υπεύθυνοι για αυτές χρειάζονται υπομονή και την ικανότητα να αγνοήσουν τις σειρήνες όσων ζητούν γρήγορες λύσεις και τις διαμαρτυρίες των κατεστημένων συμφερόντων. Οι ενδείξεις βελτίωσης δεν είναι λόγος για να κάνουμε πίσω. Είναι λόγος για να επιμείνουμε.

Δεύτερον, αλλά εξίσου σημαντικό, όσο άσχημοι κι αν είναι οι καιροί, θα πρέπει να καταπολεμήσουμε την ανθρώπινη τάση να προεκτείνει το παρόν στο αέναο μέλλον. Τα συστήματα προσαρμόζονται, οι υφέσεις πιάνουν πάτο και οι τάσεις γυρίζουν. Με άλλα λόγια, ό,τι σπάει μπορεί να διορθωθεί.

Η Ευρώπη του σήμερα είναι η απόδειξη.

© The Financial Times Limited 2013. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v