Με μία απόδοση του 10% ολοκληρώνεται το 2021, για τον τραπεζικό κλάδο.
Τη χρονιά που φεύγει, έγιναν πολλά προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο είναι -ακόμη- περισσότερα αυτά που πρέπει να γίνουν, προκειμένου να επανακτηθεί η επενδυσιμότητα. Μετά από 13-14 χρόνια, που οι εταιρείες του κλάδου έχουν να δώσουν μέρισμα.
Προφανώς και η δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων συμβάλλει στη βελτίωση των ισολογισμών (παρότι πρόκειται για μετάθεση και όχι οριστική διευθέτηση του προβλήματος), που όμως, κατά γενική ομολογία, δεν αρκεί.
Πρέπει να παραχθούν έσοδα (κυρίως μέσω της ενίσχυσης της πιστωτικής επέκτασης, των εσόδων από τόκους, νέες χορηγήσεις δανείων).
Δεδομένη η κοινή εκτίμηση για το ποια θα ήταν η θέση του κλάδου χωρίς την αμέριστη (υπο)στήριξη της ΕΚΤ, τις κατά παρέκκλιση πρόνοιες (λ.χ. TLTROs) και για να έχουμε συγκριτική εικόνα του εγχώριου banking σε σχέση με το (μέσο) ευρωπαϊκό, αρκεί η παράθεση της απόδοσης 34,72% για τον δείκτη Stoxx Banks.
Πρακτικά αυτό επιβεβαιώνει το μέγεθος της προσπάθειας που θα πρέπει να καταβληθεί και το 2022, που λογικά θα είναι διαφορετική από τράπεζα σε τράπεζα.
Αδιάψευστος μάρτυς το ταμπλό, με τη Eurobank στο 0,89 ευρώ και μεταβολή 53,82% (2021), με την Εθνική στα 2,875 (27,16%) αλλά και με την Alpha Bank στο 1,0485 (9,88%), την Πειραιώς στο 1,293 ευρώ μακράν με απώλειες. Διόλου τυχαία η υποαπόδοση των Alpha Βank, Πειραιώς, αμφότερες με αμκ μέσα στο 2021.
Με αυτή την προσέγγιση, αρκετές οι προτεραιότητες συνολικά του κλάδου αλλά και ξεχωριστά για κάθε μία συστημική, με την Τράπεζα της Ελλάδος να εστιάζει στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Κατατοπιστικά όσα αναφέρει η Αναστασία Παπαϊωάννου, αναδεικνύοντας την εκτίμηση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος για το βάθος των συνεπειών της πανδημίας. Ο Γιάννης Στουρνάρας τα λέει ως έχουν, καθώς η πανδημία είναι εδώ, η έκταση των συνεπειών έχει βάθος χρόνου και προς τούτο επιβάλλεται διαρκής επανεξέταση της επάρκειας των προβλέψεων, συνακόλουθα η ενίσχυση των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης (για γενιά νέων μη εξυπηρετούμενων).