Όταν τον Ιούλιο του 2016 η μετοχή της Παπουτσάνης διαπραγματευόταν στο 0,21 ευρώ, ούτε και ο φανατικότερος υποστηρικτής της μπορούσε να προβλέψει πως 3,5 χρόνια αργότερα ο τίτλος θα εκτινασσόταν στο επίπεδο του 1,70 ευρώ και πως τμήμα ανάλυσης εγχώριας χρηματιστηριακής εταιρείας (Beta ΑΧΕΠΕΥ) θα έδινε τιμή-στόχο τα 2,17 ευρώ!
Προφανώς, το ράλι είναι αξιοθαύμαστο και οι τρέχοντες χρηματιστηριακοί δείκτες ιδιαίτερα απαιτητικοί: Χρηματιστηριακή αξία στο ταμπλό (πάνω από 40 εκατ.) υπερδιπλάσια των ιδίων κεφαλαίων (18,9 εκατ. ευρώ στις 30/9/2019), δείκτης P/E αρκετά υψηλότερος του 20 με βάση τα φετινά εκτιμώμενα κέρδη και μια απόδοση χρηματικών διανομών γύρω στο 1,2% (φετινή επιστροφή κεφαλαίου 0,02 ευρώ).
Από την άλλη πλευρά, όλα γύρω από το μακροπρόθεσμο μέλλον της μετοχής αναμένεται να «παιχθούν» στο πόσο έντονα θα συνεχιστούν οι ρυθμοί ανάπτυξης της εισηγμένης, η οποία από turn around story έχει μετατραπεί σε growth story.
Τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα είναι χαρακτηριστικά, καθώς από μια προβληματική εταιρεία το 2010 (αρνητικό EBITDA και ζημία 4,7 εκατ. ευρώ), η Παπουτσάνης γύρισε στα κέρδη το 2017, τα υπερδιπλασίασε το 2018, στο φετινό εννεάμηνο έπιασε σχεδόν την επίδοση ολόκληρης της περυσινής χρονιάς και η διοίκηση αναμένει ένα σαφώς ισχυρότερο 2020.
Οι επενδυτές λοιπόν καλούνται να απαντήσουν στο πολύ συνηθισμένο δίλημμα: Πρόκειται για μια περίπτωση υπερτιμημένης μετοχής που κάποτε θα ξεφουσκώσει, ή για μια επενδυτική επιλογή που επί χρόνια θα θεωρείται «ακριβή» αλλά αυτή θα συνεχίσει να ανεβαίνει μακροπρόθεσμα λόγω των ανοδικών της επιδόσεων;