Η χθεσινή συνάντηση δανειστών - διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος μπορεί να μην έβγαλε είδηση όσον αφορά ατη θέση του Γιάννη Στουρνάρα για τη μείωση του στόχου για το πλεόνασμα μετά το 2018, στάθηκε όμως αφορμή για να μπει στη συζήτηση η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Και ακριβώς αυτό ήταν το κέρδος από τη χθεσινή υπενθύμιση του διοικητή της ΤτΕ, ο οποίος εκφράζεται σταθερά και ξεκάθαρα ως προς το συγκεκριμένο θέμα, λειτουργώντας -ουσιαστικά- υποστηρικτικά των προσπαθειών της ελληνικής πλευράς.
Μπορεί στη σχετική ανάρτηση -Κατεβάζει τους τόνους η ΕΚΤ για τη μείωση του στόχου πλεονασμάτων- η Φρανκφούρτη να επιχειρεί να ισορροπήσει το θέμα, πλην όμως η ουσία είναι πως η πλευρά Ντράγκι δεν είναι αντίθετη -υπό προϋποθέσεις- να επανεξετασθούν ζητήματα όπως το συγκεκριμένο, που ενδιαφέρει και αφορά τα μέγιστα την Αθήνα.
Αλλωστε η πλευρά Ντράγκι, για δικούς της λόγους, ήταν υπέρ της μη επιβολής προστίμου σε Ισπανία, Πορτογαλία (λόγω της μη πλήρωσης του κριτηρίου του ελλείμματος), στάθηκε υποστηρικτικά στην προσπάθεια Ρώμης και Λισαβώνας να χρηματοδοτηθεί το προβληματικό τραπεζικό σύστημα των χωρών, ενώ προωθεί την επέκταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (μετά τον Μάρτιο του 2017).
Από την πλευρά του, ο Γιάννης Στουρνάρας επαναλαμβάνει (υπενθυμίζοντας) το αυτονόητο, στέλνοντας το μήνυμα προς τους δανειστές, πως πρωτογενή πλεονάσματα δεν μπορεί να επιτευχθούν ούτε από υγιέστερες οικονομίες, πόσο μάλλον σε μία περίοδο που η οικονομία της Ευρωζώνης προοιωνίζεται πως θα έχει επιδεινωθεί.
Γι' αυτό, κατά την εκτίμησή μου, καίρια η χθεσινή αναφορά πηγών της ΤτΕ.