Οι εταιρίες με τη μεγαλύτερη απόδοση

Παρά το γεγονός ότι το 2000 και το 2001 ήταν έτη, κατά τα οποία η Σοφοκλέους κινήθηκε πτωτικά, η έως τώρα πορεία των νεοεισηγμένων εταιριών δείχνει ότι υπάρχει μια καλύτερη χρηματιστηριακή πορεία των εταιριών αυτών σε σχέση με τη γενικότερη πορεία της Σοφοκλέους.

Οι εταιρίες με τη μεγαλύτερη απόδοση
του Κωνσταντίνου Βέργου, Διευθυντή Τμήματος Ανάλυσης & Αναδοχών

ΠΕΝΤΕΔΕΚΑΣ ΑΧΕΠΕΥ

Παρά το γεγονός ότι το 2000 και το 2001 ήταν έτη, κατά τα οποία η Σοφοκλέους κινήθηκε πτωτικά, η έως τώρα πορεία των νεοεισηγμένων εταιριών δείχνει ότι υπάρχει μια καλύτερη χρηματιστηριακή πορεία των εταιριών αυτών σε σχέση με τη γενικότερη πορεία της Σοφοκλέους.

Σε σχετική μελέτη που διενήργησε το Τμήμα Ανάλυσης της Πεντεδέκας ΑΧΕΠΕΥ, διαπιστώνουμε ότι οι νεοεισηγμένες εταιρίες είχαν μέση υπεραπόδοση (δηλαδή, απόδοση πέραν εκείνης του Γενικού Δείκτη) που έφτασε στο 19,2%.

Όμως, αυτή η υπεραπόδοση δεν ήταν ομοιόμορφη. Συγκεκριμένα, τα δύο τρίτα (2/3) των εταιριών σημείωσαν απόδοση καλύτερη του Γενικού Δείκτη, ενώ το ένα τρίτο (1/3) εξ αυτών είχε χειρότερη. Επιπλέον, η υπεραπόδοση δεν είναι ίδια για όλες τις εταιρίες που εξετάστηκαν. Εάν χωρίζαμε τις νέες εισαγωγές σε μεγάλες και σε μικρές, θα λέγαμε ότι η υπεραπόδοση ήταν υψηλότερη σε μικρές εισαγωγές.

Επιπλέον, παρατηρείται συγκεκριμένη σχέση υπεραπόδοσης προς το ύψος των αντληθέντων κεφαλαίων. Πιο συγκεκριμένα, στις μικρότερες εισαγωγές η υπεραπόδοση φτάνει το 34% κατά μέσον όρο, ενώ για καθένα εκατομμύριο ευρώ επιπλέον κεφαλαίων, παρατηρείται μείωση της υπεραπόδοσης κατά 0,7% περίπου.

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της τάξεως των 30 εκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή περίπου 10 δισ. δραχμών, προσδίδει, κατά μέσον όρο, μόνο 12% υπεραπόδοση, ενώ μία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 20 εκατομμυρίων ευρώ προσδίδει 20% υπεραπόδοση. Εάν η αύξηση περιοριστεί στα 10 εκατομμύρια ευρώ, η υπεραπόδοση ανεβαίνει σε ύψος 27%.

Η μελέτη της ΠΕΝΤΕΔΕΚΑΣ ΑΧΕΠΕΥ καταλήγει και σε άλλα ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι, σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν πολλοί παράγοντες της αγοράς, δεν παρατηρείται σχέση μεταξύ αριθμού νεοεισηχθεισών μετοχών και απόδοσης. Δηλαδή, είτε μία εταιρία εισάγει 300.000 νέες μετοχές είτε 10.000.000, η απόδοση δεν επηρεάζεται.

Όμως, το ίδιο δεν συμβαίνει και με την τιμή εισαγωγής. Μετοχές εταιριών που εισάγονται με τιμή κάτω από 3 ευρώ έχουν χειρότερη απόδοση από αυτήν του Γενικού Δείκτη του Χ.Α., ενώ επίσης μικρότερη (κάτω από 20%) υπεραπόδοση έχουν μετοχές που εισάγονται με τιμή εισαγωγής τα 10 ευρώ.

Αντίθετα, όσο η τιμή εισαγωγής πλησιάζει τα 5,6 ευρώ τόσο το καλύτερο. Οι μετοχές με τιμή εισαγωγής κοντά στα 5 με 6 ευρώ (δηλαδή, κοντά στις 2.000 δραχμές) έχουν υπεραπόδοση 41%, ενώ όσο η τιμή εισαγωγής απομακρύνεται από αυτή τη ”χρυσή σταθερά”, οι αποδόσεις μικραίνουν. Αυτό ίσως οφείλεται σε ψυχολογικούς λόγους.

Θα λέγαμε, επομένως, ως συμπέρασμα, ότι, εφόσον αυτές οι τάσεις συνεχιστούν και στο μέλλον, ένας επενδυτής είναι αποδοτικότερο να επιλέγει μικρής αξίας νέες εισαγωγές, και ιδιαίτερα εκείνες που έχουν τιμή εισαγωγής κοντά στο ”διχίλιαρο”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v