Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κόντρα εμπόρων - τραπεζών για πιστωτικές

«Στα χαρακώματα» βρίσκονται οι ανά τον κόσμο έμποροι και οι τράπεζες με θέμα τις χρεώσεις των πιστωτικών καρτών. Ο τελευταίος γύρος παίζεται στις ΗΠΑ και θα δώσει γραμμή για το μέλλον, γράφει το The Banker.

  • Jane Cooper
Κόντρα εμπόρων - τραπεζών για πιστωτικές
Σκληρή κόντρα έχει ξεσπάσει μεταξύ των λιανεμπόρων και των εκδοτών καρτών με αφορμή τις τραπεζικές προμήθειες (interchange fees) και ενώ στο βάθος φαίνεται το έπαθλο των δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στον πυρήνα της κόντρας βρίσκεται το ερώτημα αν η αγορά των καρτών πληρωμής (πρέπει να) είναι ελεύθερη ή αν χρειάζεται παρεμβατική ρύθμιση.

Οι τραπεζικές προμήθειες που καταβάλλονται από την τράπεζα του εμπόρου στην τράπεζα του κατόχου της κάρτας κάθε φορά που μια κάρτα χρησιμοποιείται αποτελούν εδώ και καιρό αντικείμενο φιλονικίας. Οι έμποροι ανέλαβαν δράση και πέτυχαν να υπάρξουν ρυθμιστικές παρεμβάσεις στον κλάδο, οι οποίες έλαβαν διαφορετικές μορφές στις ανά τον κόσμο αγορές.

Ο τελευταίες γύρος της αναμέτρησης λαμβάνει χώρα στις ΗΠΑ, όπου η ομοσπονδιακή τράπεζα είναι έτοιμη να βάλει ως «καπέλο» στις τραπεζικές προμήθειες το 0,12 δολάριο - μειώνοντάς τες πρακτικά κατά περίπου 70%.

Σε αυτήν τη διαμάχη, κάθε πλευρά νιώθει ότι είναι ή ότι θα είναι «ριγμένη». Η αμερικανική Εθνική Ένωση Λιανεμπορίου (NRF) εκτιμά πως οι πιστωτικές και οι χρεωστικές κάρτες κοστίζουν στους λιανεμπόρους περίπου 50 δισ. δολ. τον χρόνο και ότι οι αλλαγές που σχεδιάζεται να εφαρμοστούν από τον Ιούλιο του 2011 θα έχουν ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση περίπου 14 δισ. δολ. ανά έτος. Αυτό θα σημάνει σημαντική απώλεια εσόδων για τις τράπεζες που εκδίδουν κάρτες πληρωμών.

Κακό προηγούμενο;

Τόσο οι μικρές όσο και οι μεγάλες τράπεζες είναι εξαιρετικά δυσαρεστημένες με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις. «Είναι η πρώτη φορά στην αμερικανική οικονομική ιστορία που επιτρέπεται στην κυβέρνηση να διαμορφώσει την τιμή αγοραπωλησίας ενός ιδιωτικού προϊόντος… Αυτό είναι ένα τρομερό προηγούμενο και αυτός είναι ο λόγος που οι τραπεζίτες είναι τόσο αναστατωμένοι», λέει ο κ. Camden Fine, επικεφαλής της Ανεξάρτητης Κοινότητας Αμερικανών Τραπεζιτών. Οι λιανέμποροι δεν είναι πιο ήρεμοι, καθώς υπογραμμίζουν ότι οι τραπεζικές προμήθειες αποτελούν στην πράξη κρυφό καταναλωτικό φόρο.

Τα τραπεζικά στελέχη νιώθουν ότι είναι οι ριγμένοι της όλης υπόθεσης, καθώς είναι αυτοί που ανέπτυξαν το σύστημα πληρωμών. Όπως λέει ο κ. Fine: «Οι τράπεζες επένδυσαν στο λογισμικό, στην τεχνολογία, στις μηχανές, στις πλαστικές κάρτες και ανέλαβαν όλο αυτό το κόστος σε μια περίοδο 25ετίας. Αυτό κόστισε στον τραπεζικό κλάδο δισεκατομμύρια δολάρια. Οι έμποροι δεν πλήρωσαν για το σύστημα αυτό».

Το βασικό παράπονο, ωστόσο, των εμπόρων είναι ότι η αγορά είναι άδικη γιατί έχει δομηθεί με τέτοιον τρόπο ώστε οι ίδιοι δεν μπορούν να διαπραγματευτούν τις προμήθειες.

Τα οικονομικά του συστήματος προμηθειών έχουν το εξής πρωτοφανές χαρακτηριστικό: ο χρήστης -ο κάτοχος της κάρτας- δεν πληρώνει και ο αποδέκτης -η εκδούσα τράπεζα- δεν ορίζει τις προμήθειες. Τα δίκτυα πληρωμών, όπως αυτό της Mastercard και της Visa, είναι αυτά που ορίζουν τις τραπεζικές προμήθειες αν και δεν έχουν έσοδα από αυτές. Λειτουργούν ως ενδιάμεσος, συνδέοντας τα τέσσερα μέρη του συστήματος των καρτών: τον κάτοχο, την τράπεζα που εξέδωσε την κάρτα, τον έμπορο και την τράπεζα του εμπόρου - οπότε το ποσό της πληρωμής λαμβάνεται από τον λογαριασμό του κατόχου και μεταφέρεται μέσω του δικτύου στον τραπεζικό λογαριασμό του εμπόρου.

Οι ιδιαιτερότητες

Ο μέσος κάτοχος κάρτας που βρίσκεται σε κάποιο σημείο πώλησης δεν γνωρίζει τη διαφορά στο κόστος μεταξύ των διαφορετικών μεθόδων πληρωμής. Στο μυαλό του καταναλωτή μπορεί να μην υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να πληρώνει με μετρητά, με πιστωτική ή με χρεωστική κάρτα και ίσως να αποκτά κίνητρο για να χρησιμοποιεί την πιστωτική του κάρτα από τους πόντους-bonus που παίρνει.

Αυτό μετατρέπεται σε κόστος για τον έμπορο, ο οποίος συνήθως δεν έχει ευθεία επαφή με τα συστήματα πληρωμών και έτσι δεν μπορεί να διαπραγματευτεί το ύψος των προμηθειών, καθώς οι χρεώσεις επιβάλλονται από την τράπεζα του εμπόρου που περιλαμβάνει τις προμήθειες στις χρεώσεις εμπορικών υπηρεσιών.

Ο κ. Eric Grover, principal consultancy στην Interpid Ventures, επισημαίνει ότι θέματα αντιτράστ αποτελούν μία ακόμη πηγή ανησυχίας, καθώς η Visa και η Mastercard πριν από τα IPO τους ήταν στενά συνδεδεμένες με τις τράπεζες. Οι έμποροι τόνισαν το γεγονός αυτό ως καρτέλ, όπου οι ίδιες τράπεζες είχαν συμμετοχή στα Δ.Σ. και των δύο δικτύων και έτσι καθόριζαν από κοινού τις προμήθειες, από τις οποίες βέβαια θα μπορούσαν να ωφεληθούν.

Η διαμόρφωση των τιμών υπήρξε αντικείμενο ομαδικών αγωγών κατά της Visa και της Mastercard στις ΗΠΑ. Τώρα, ωστόσο, η διαμάχη για τις προμήθειες έχει περάσει στην πολιτική αρένα.

Η διαμάχη

Η διαμάχη στις ΗΠΑ στρέφεται γύρω από την είσπραξη χρέους και γύρω από την απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας να ρυθμίσει τις προμήθειες με τρόπο που να είναι λογικός και αναλογικός προς τα κόστη που πραγματοποιήθηκαν από τον εκδότη για τη συναλλαγή.

Ο κ. Grover, ωστόσο, διαφωνεί, λέγοντας ότι οι προμήθειες δεν σχετίζονται καθόλου με το κόστος και πως αποτελούν απόπειρα εξισορρόπησης για να δοθεί κίνητρο τόσο στους καταναλωτές όσο και στους εμπόρους να χρησιμοποιούν κάρτες πληρωμών. Αν, για παράδειγμα, οι προμήθειες είναι υψηλές, οι καταναλωτές θα ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν κάρτες λόγω των ανταμοιβών, αλλά αν οι προμήθειες είναι υπερβολικά υψηλές οι έμποροι θα αρνηθούν να δεχτούν τις κάρτες.

Η τιμολόγηση αποσκοπεί στη διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στους δύο πόλους της αγοράς.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναλάβει δράση κατά των Visa και Mastercard, καθώς ανησυχεί για το επίπεδο του ανταγωνισμού. Το 2007 η Κομισιόν περιόρισε τις διασυνοριακές προμήθειες της Mastercard, με τη λογική ότι οι τιμές για τους λιανεμπόρους «φούσκωσαν» χωρίς να υπάρξουν αντίστοιχα αποτελέσματα στο σύστημα λόγω των προμηθειών. Η Mastercard έχει ασκήσει έφεση κατά της απόφασης. Οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές θεωρούν ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία αγορά, ενώ οι τιμολογήσεις θα πρέπει να είναι ίδιες σε όλες τις χώρες εντός της Κοινότητας. Με αυτήν τη λογική, οι διασυνοριακές προμήθειες αποτελούσαν πρόβλημα καθώς ήταν σε διαφορετικό επίπεδο από ό,τι οι εγχώριες συναλλαγές.

Η Visa Europe βρέθηκε επίσης στο μικροσκόπιο της Κομισιόν, η οποία εκτιμά ότι η πρώτη, με τις ενέργειές της, περιορίζει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις τράπεζες και στους εμπόρους. Το 2010 η Visa Europe πρότεινε να μειώσει τις χρεώσεις της για διασυνοριακές debit συναλλαγές στο 0,2%.

Η προσέγγιση στην Ευρώπη είναι διαφορετική, καθώς η παρέμβαση βασίζεται στην αρχή του «merchant indifference» - περίπτωση δηλαδή στην οποία οι προμήθειες θα πρέπει να τεθούν σε τέτοιο επίπεδο ώστε ο έμπορος να είναι αδιάφορος για το εάν ο πελάτης πληρώνει με μετρητά ή με κάρτα.

Τα επιχειρήματα υπέρ της μιας ή της άλλης προσέγγισης σχετικά με την παρέμβαση στην αγορά είναι περίπλοκα, όπως περίπλοκες είναι και οι ενδεχόμενες συνέπειες μιας τέτοιας πράξης. Αρκετοί επικαλούνται την περίπτωση της Αυστραλίας για να στηρίξουν τη θέση τους. Για παράδειγμα, ο τραπεζικός κλάδος υπογραμμίζει ότι οι καταναλωτές δεν ωφελήθηκαν από τη μείωση των προμηθειών, βλέποντας μείωση στις χαμηλότερες τιμές λιανικής.

Ο κ. Russel Zimmerman, επικεφαλής της Ένωσης Λιανεμπόρων Αυστραλίας, χαρακτηρίζει τα επιχειρήματα αυτά «απαράδεκτα», επισημαίνοντας ότι ποτέ δεν αναμενόταν από την εξέλιξη αυτή η υποχώρηση των λιανικών τιμών και ότι δεν είναι δυνατόν να ειδωθεί μεμονωμένα και με τέτοιον τρόπο η «οικονομία» που προκύπτει από τις προμήθειες.

«Οι λιανέμποροι έχουν πάντα να αντιμετωπίσουν αυξήσεις: το κόστος του ενοικίου, το κόστος της ασφάλισης και τα γενικά λειτουργικά κόστη αυξάνονται διαρκώς», λέει, προσθέτοντας ότι, καθώς οι λιανέμποροι λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, οδηγούνται στο να κρατούν τις τιμές τους χαμηλά.

Οι μικροί υποφέρουν

Οι τραπεζίτες στις ΗΠΑ, ωστόσο, εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι είναι οι έμποροι που θα ωφεληθούν από τις εξελίξεις και όχι οι καταναλωτές. Μπορεί όμως να μην είναι μόνο οι λιανέμποροι που θα καρπωθούν το όφελος από όποια μείωση των προμηθειών.

Ο κ. Bob Baldwin, επικεφαλής της Heartland Payment Systems, τονίζει ότι οι "μεγάλοι" έχουν αρκετή επιρροή για να συνεταιριστούν και να διαπραγματευτούν χαμηλότερες προμήθειες, αλλά είναι τα δικαιώματα των μικρών εμπόρων που συχνά παραβλέπονται. Ο ίδιος επισημαίνει την έλλειψη διαφάνειας στον κλάδο σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι έμποροι χρεώνονται για τις προμήθειες των καρτών.

Καθώς οι έμποροι και οι τράπεζες εξακολουθούν την αντιπαράθεσή τους για τις λεπτομέρειες, οποιοσδήποτε συμβιβασμός δεν φαίνεται πιθανός. Στη μάχη για το εάν ο κλάδος πληρωμών θα είναι ελεύθερη αγορά ή αν θα υπόκειται σε ρυθμιστικούς κανόνες, οι έμποροι και οι τράπεζες εξακολουθούν να διαφωνούν για το ποιος θα είναι περισσότερο «ριγμένος» και για το ποιος θα καρπωθεί τη διαφορά που θα προκύψει από την όποια αλλαγή στην τιμολόγηση των προμηθειών.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v