Ο τουρκικός τραπεζικός τομέας έχει διανύσει πολύ δρόμο από τις σκοτεινές ημέρες προ δεκαπενταετίας, όταν το φτωχό πλαίσιο κανόνων οδήγησε σε ένα κύμα καταρρεύσεων. Τώρα, ο κλάδος, πλήρως συμβατός με τα όσα ορίζει η Βασιλεία και αυστηρά ρυθμισμένος, δίνει εικόνα υγείας και προσελκύει ακόμη νέες εισόδους και νέες επενδύσεις.
Οι προκλήσεις παραμένουν ωστόσο. Οι αυστηροί κανονισμοί στις πιστωτικές κάρτες έχουν πλήξει τα κέρδη και ανάγκασαν τις τράπεζες να επανεστιάσουν, ενώ οι τουρκικές, ευρύτατα γνωστές, πολιτικές πληγές οδήγησαν σε αλλαγές ιδιοκτησίας ιδρυμάτων. Η απόκτηση πέρυσι της εισηγμένης Asya εξέπληξε πολλούς -αν και όχι όσους το επιχειρηθέν πραξικόπημα τον περασμένο Ιούλιο, μετά το οποίο οι δραστηριότητες της τράπεζας περιορίστηκαν εν μέσω ισχυρισμών ότι λειτούργησε ως χρηματοδότης των πραξικοπηματιών.
Τα όρια στην καταναλωτική χρηματοοικονομική, η πτωτική πορεία της αύξησης των δανείων και γενικότερα οι σκληρότερες συνθήκες αγοράς ανάγκασαν τον τουρκικό χρηματοπιστωτικό κλάδο να αλλάξει στόχους και να μετακινηθεί από την ανάπτυξη σε απλή προστασία των περιθωρίων. Πριν από 5 χρόνια, οι μεγαλύτερες τράπεζες της Τουρκίας άνοιγαν περίπου 50 υποκαταστήματα τον χρόνο.
Σήμερα, ο εστιασμός είναι αποκλειστικά στην επάρκεια των καταστημάτων, δίνοντας ώθηση στον λόγο δανείων προς υποκαταστήματα, αλλά και οδηγώντας σε κλείσιμο υποκαταστημάτων που δεν έχουν ικανοποιητική απόδοση.
Περίπου το 59% από τα 79 εκατομμύρια κατοίκων της Τουρκίας έχει στην κατοχή του ένα smartphone, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχει προοπτική μετακύλισης αρκετών από τις τραπεζικές υπηρεσίες σε online μορφή -κυρίως αυτές που σχετίζονται με τα 58 εκατομμύρια ενεργές πιστωτικές κάρτες της χώρας.
Τα στοιχεία που έδωσε η Ένωση Τουρκικών Τραπεζών αφήνουν να φανεί ότι αυτή η «μετανάστευση» είναι ήδη καθ' οδόν: Ο αριθμός των ενεργών ιντερνετικά τραπεζικών πελατών αυξήθηκε κατά 17% στα 18,3 εκατ. και ο όγκος συναλλαγών αυξήθηκε κατά 31% έως τις 675 εκατ. λίρες (226,5 εκατ. δολ.) στο έτος μέχρι τον Ιούνιο. Ο αριθμός των ενεργών πελατών κινητής τηλεφωνίας αυξήθηκε κατά 67% στα 15,2 εκατ. για την ίδια περίοδο.
Ενώ οι πιστωτικές κάρτες παραμένουν δημοφιλείς στην Τουρκία, μια σειρά μέτρων που σκόπευε στη μείωση των καταναλωτικών χρεών περιόρισε σημαντικά την κερδοφορία τους. Τα ετήσια ποσοστά των καρτών στην Τουρκία διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο στο 24%, έναντι, για παράδειγμα, 19% στη Μ. Βρετανία, παρά το ότι τα αντίστοιχα επιτόκια είναι περίπου στο 0% και στο 11%.
Συνολικά η τουρκική οικονομία έχει επιβραδυνθεί από το πρώτο τρίμηνο του 2016, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης του όγκου των δανείων να διαμορφώνεται από 12,5% τον Ιούλιο στο 9,2% τον Αύγουστο. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση έκανε κινήσεις για να κόψει τα στεγαστικά επιτόκια, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει όσους θέλουν να εισέλθουν στην αγορά κατοικίας και να ωφελήσουν έτσι ολόκληρη την αγορά.
Ο κατασκευαστικός τομέας της Τουρκίας παραμένει μια βασική ατμομηχανή για το ΑΕΠ και οι πωλήσεις νέων κατοικιών ωθούν τις πωλήσει επίπλων και άλλων αγαθών, δίνοντας επιπλέον τόνωση στην οικονομία. Ωστόσο, καθώς τα επιτόκια στα στεγαστικά δάνεια είναι χαμηλά, οι τράπεζες στρέφονται στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Εξάλλου, η αυξημένη διαθεσιμότητα εγγυήσεων από διεθνείς χρηματοδότες σημαίνει ότι μη κρατικές τράπεζες έχουν έναν αυξανόμενα σημαντικό ρόλο.
Χρηματοδότηση καταθέσεων
Μια πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τουρκικές τράπεζες είναι τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα αποταμιεύσεων της χώρας. Αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα στην Τουρκία, όπου οι δανειστές δανείζουν στηριζόμενοι όχι στη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα αλλά στις ίδιες τις καταθέσεις. Με λόγο δανείων προς καταθέσεις κοντά στο 124%, οι τουρκικές τράπεζες ήταν υποχρεωμένες να προσφέρουν καταθετικούς λογαριασμούς με επιτόκια πάνω από το 8% του πληθωρισμού, ώστε να προσελκύσουν κεφάλαια. Αυτό με τη σειρά του περιορίζει την αποτελεσματικότητα των αντιπληθωρισμικών μέτρων της κεντρικής τράπεζας.
Σημαντική επίπτωση αναμένεται εξάλλου να έχει το σχέδιο που ανακοινώθηκε τον Αύγουστο για υποχρεωτική συμμετοχή σε μια μορφή ιδιωτικής ασφάλισης. Κατά το νομοσχέδιο, όλοι οι μισθωτοί κάτω των 45 ετών θα εγγραφούν αυτόματα στις σχετικές λίστες από τον Ιανουάριο του επόμενου χρόνου. Οι συνεισφορές τους θα παρακρατούνται από τους εργοδότες και το κράτος, ώστε να συνεισφερθεί ένα επιπρόσθετο 25%. Σύμφωνα με τον Τούρκο αντιπρόεδρο Mehmet Simsek, το νέο σχήμα θα μπορούσε να φέρει επιπρόσθετες καταθέσεις 100 δισ. τουρκικών λιρών.
Ωστόσο οι αναλυτές προειδοποιούν ότι ενώ το σχέδιο σίγουρα θα οδηγήσει σε αύξηση των καταθέσεων, δεν είναι ξεκάθαρο το πόσα από τα κεφάλαια αυτά θα μείνουν στον τραπεζικό κλάδο και πόσα θα οδηγηθούν σε άλλα οχήματα, όπως ένα σχεδιαζόμενο κρατικό επενδυτικό fund.
Με την τοπική χρηματοδότηση περιορισμένη, οι τουρκικές τράπεζες είναι τυχερές που έχουν την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και της Διεθνούς Χρηματοοικονομικής Συνεργασίας (IFC), οι οποίες από κοινού επενδύουν σε στρατηγικές που προωθούν την τουρκική οικονομία.
«Το 98% των επενδύσεών μας είναι στον ιδιωτικό κλάδο, με εστιασμό στο χτίσιμο μιας μεσαίας τάξης που θέλει να έχει μερίδιο στην κοινωνία», λέει ο Noel Edison, το αρμόδιο για την Τουρκία στέλεχος της EBRD, προσθέτοντας ότι ο ιδιωτικός τομέας δίνει στην EBRD μια πλατφόρμα διαλόγου με την κυβέρνηση. Η δέσμευση προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις οδήγησε την EBDR στη ανάληψη ποσοστών σε δύο ταχέως αναπτυσσόμενες τουρκικές τράπεζες με έκθεση σε δανεισμό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Πέρυσι η EBDR αγόρασε ποσοστό 10% στο τουρκικό χρηματιστήριο. «Είναι στρατηγική επένδυση. Βλέπουμε το χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης ως έναν πιθανό περιφερειακό παίκτη», λέει ο κ. Edison.
Σε μόλις τέσσερα χρόνια η θυγατρική της τουρκικής τράπεζας Audi, η Odeabank, είχε 32 δισ. λίρες σε στοιχεία ενεργητικού, γεγονός που την κατέταξε ως την όγδοη μεγαλύτερη τράπεζα σε καταθέσεις και ένατη σε συνολικά στοιχεία ενεργητικού. Ενώ οι αντίπαλοί της έριχναν το βάρος τους στη βελτίωση της απόδοσης των υποκαταστημάτων, ή ακόμη και έκλειναν υποκαταστήματα, η προσέγγιση της Odeabank ήταν να εστιάσει στην τεχνολογία, εκμεταλλευόμενη τα υψηλά ποσοστά της Τουρκίας σε smartphones και χρήση internet.
Με μόλις 50 υποκαταστήματα, η Odeabank υπηρηφανεύεται σήμερα για 750.000 πελάτες, συμπεριλαμβανομένων και 300.000 κατόχων πιστωτικής κάρτας, ενώ προσθέτει στο πελατολόγιό της περίπου 2.000 πελάτες την ημέρα.
Η επιτυχία αυτού του ευφάνταστου Business model σε συνδυασμό με την ηχηρή διεθνή φήμη της μητρικής Audi αποδίδει καρπούς: Η EBRD και το IFC αγόρασαν ποσοστό στην τράπεζα. «Αυτό θα μας ανοίξει περισσότερες πόρτες και θα μας βοηθήσει να απευθυνθούμε στην αγορά μικρομεσαίων επιχειρήσεων», λέει ο κ. Huseyin Ozkaya, CEO της Odeabank, εξηγώντας ότι η τράπεζα έχει δημιουργήσει γραμμές χρηματοδότησης με την EBRD και το IFC, στο πλαίσιο προγραμμάτων που είναι ειδικά για χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η σχετική αγορά της Τουρκίας έχει μεγαλώσει σε σημασία, και όχι μόνο λόγω των υποχωρούντων περιθωρίων στην καταναλωτική χρηματοοικονομική. Ως η πιο δυναμική περιοχή της τουρκικής οικονομίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι όλο και περισσότερο η μηχανή στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.