Η διεθνής τραπεζική σε κίνδυνο!

Η εθνική εποπτεία σκάβει τον λάκκο της διεθνούς τραπεζικής αφού η θυγατρικοποίηση θα αλλάξει το τοπίο στα τραπεζικά ιδρύματα. Μία πρόταση που περιλαμβάνει την ενίσχυση των ιδρυμάτων απευθείας από τους μηχανισμούς στήριξης.

  • του Dirk Shoenmaker (*)
Η διεθνής τραπεζική σε κίνδυνο!

Βαδίζουμε σιγά-σιγά προς την «αποπαγκοσμιοποίηση» της τραπεζικής, καθώς οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παίρνουν μέτρα τεμαχισμού των μεγάλων τραπεζών σε χωριστές εθνικές θυγατρικές με δική τους ρευστότητα και κεφαλαιακές απαιτήσεις.

Ωστόσο, υπάρχουν ξεχωριστές λύσεις για να κρατηθεί ζωντανή η διεθνής τραπεζική.

Η διεθνής κρίση έδειξε ότι το χρηματοοικονομικό σύστημα παγκοσμίως είναι ευάλωτο σε πιθανή κατάρρευση. Το οικονομικό τρίλημμα φανερώνει ότι η χρηματοοικονομική σταθερότητα, η ενοποίηση και οι εθνικές χρηματοοικονομικές πολιτικές είναι στοιχεία ασύμβατα. Οι εθνικές εποπτικές αρχές αναγκάζουν τις διεθνείς τράπεζες να έχουν εγχώριες δεξαμενές ρευστότητας και κεφαλαιακά buffers που δεν θα μπορούν να μεταφερθούν αλλού.

Ο πιο πρόσφατος καυγάς σε ό,τι αφορά τον προστατευτισμό σχετίζεται με την πρόταση της FED να απαιτηθεί από τις ξένες τράπεζες να περιχαρακώσουν τις αμερικανικές δραστηριότητές τους σε θυγατρικές με ξεχωριστή κεφαλαιοποίηση και εποπτεία.

Παρομοίως, η Αρχή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών συμβούλευσε για την ανάγκη «θυγατρικοποίησης» αμερικανικών και αυστραλιανών τραπεζών. Οι τελευταίες υπόκεινται στο λεγόμενο προνόμιο του καταθέτη (depositor preference), γεγονός που αφήνει χωρίς κάλυψη τους ξένους καταθέτες.

Μία κοστοβόρος λύση

Το κόστος της εθνικής προσέγγισης μπορεί να είναι μεγάλο, καθώς οι εθνικές θυγατρικές τράπεζες θα πρέπει να διατηρούν διαφορετικές δεξαμενές ρευστότητας και διαφορετικά κεφαλαιακά buffers. Για παράδειγμα, μια πανευρωπαϊκή τράπεζα: Οι εθνικές εποπτικές αρχές την πιέζουν να κρατά έξτρα ρευστότητα έως τα 20 δισ. στις διαφορετικές χώρες όπου λειτουργεί. Με το κόστος ευκαιρίας να υπολογίζεται στο 1%, το ετήσιο κόστος φτάνει τα 200 εκατ. ευρώ.

Άλλο παράδειγμα έχει να κάνει με μια ομάδα από 25 ευρωπαϊκές τράπεζες. Αν υπάρξει σοκ με τη μορφή της μείωσης στο ΑΕΠ κατά 2% και της ανόδου των επιτοκίων κατά 2%, οι τράπεζες χρειάζονται επιπρόσθετα 45 δισ. ευρώ σε κεφάλαιο με τη μέθοδο των ξεχωριστών θυγατρικών. Χωρίς αυτήν, οι τράπεζες χρειάζονται επιπλέον κεφάλαιο μόνο 20 δισ. ευρώ. Συνεπώς, η «εθνική» προσέγγιση είναι κοστοβόρος επιλογή στο τρίλημμα που αναφέρθηκε.

Υπάρχει ωστόσο μια εναλλακτική λύση για να κρατηθεί ζωντανή η διεθνής τραπεζική. Το βασικό στοιχείο είναι μια διεθνής συντονισμένη προσέγγιση στην εποπτεία και στην επίλυση θεμάτων διεθνών. Η μεταρρύθμιση της παγκόσμιας διακυβέρνησης, της οποίας οι βασικές οδηγίες δόθηκαν από το G20 και εκτελέστηκαν από το Διεθνές Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, έχει έως τώρα εστιάσει σε λύσεις εύκαμπτου δικαίου.

Οι εποπτικές αρχές υιοθετούν κοινή στάση όσον αφορά τη θέσπιση διεθνών προτύπων. Η δική μου βασική θέση είναι ότι η συνεργασία σε εθελοντική βάση είναι καταδικασμένη να αποτύχει - ειδικά σε εποχές κρίσης, όταν δηλαδή η συνεργασία είναι περισσότερο αναγκαία.

Η εξήγηση είναι ότι τα στοιχήματα είναι υψηλά και οι εθνικές κυβερνήσεις, οι οποίες είναι υπόλογες στα εθνικά τους κοινοβούλια, φροντίζουν αποκλειστικά για τις επιπτώσεις που θα έχει για τη δική τους χώρα τυχόν κατάρρευση διεθνούς πιστωτικού ιδρύματος. Αλλά πώς θα ήταν ένα σύστημα υποχρεωτικής παγκόσμιας διακυβέρνησης;

Αντίστροφη σκέψη

Το τελικό στάδιο της διαδικασίας εξυγίανσης θέτει τις προϋποθέσεις για εκ των προτέρων εποπτεία. Με αυτήν τη λογική, δοκιμάζω να εφαρμόσω μια αντίστροφης προσέγγισης λύση. Υπό αυτό το πρίσμα, το σχέδιο της παγκόσμιας διακυβέρνησης ξεκινά με την ενεργοποίηση των κεφαλαίων εξυγίανσης - την αποκαλούμενη χρηματοοικονομική στήριξη.

Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, ο Μηχανισμός Σταθερότητας που παρέχει τα κεφάλαια για την αντιμετώπιση της κρίσης σε χώρες τώρα είναι έτοιμος να επεκτείνει τη δράση του και στις τράπεζες. Ένα σύστημα ευρωπαϊκής διακυβέρνησης μπορεί έτσι να αποτελείται από την ΕΚΤ, για εποπτεία την Αρχή Εξυγίανσης Τραπεζών (European Resolution Authority) και τον ESM για οικονομική στήριξη.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το ΔΝΤ είναι το διεθνές χρηματοοικονομικό ίδρυμα με πόρους για διαχείριση κρίσεων. Το ΔΝΤ θα πρέπει να διευρύνει την παγκόσμια στήριξή του και προς τις «παγκόσμιες» τράπεζες. Το ταμείο έχει ήδη κάνει τις απαραίτητες κινήσεις για τη σχετική ανάμιξη των υπουργών Οικονομιών που παρέχουν τους πόρους σε αυτό.

Καθώς οι λειτουργίες της εποπτείας και της εξυγίανσης θα πρέπει να διαχωριστούν, θα χρειαστούμε έναν άλλον θεσμό για την εποπτεία. Ως παγκόσμιο επιβλέποντα του τραπεζικού κλάδου προτείνω την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS). «Έως σήμερα έχει αποκτήσει πολύ καλή φήμη στη χάραξη διεθνούς πολιτικής. Ωστόσο, μια γενική αναθεώρηση είναι απαραίτητη. Όπως και η ΕΚΤ, η BIS θα πρέπει να οικοδομήσει μια ικανότητα εποπτείας και να ενισχύσει το προσωπικό της.

Συνοπτικά, τα διεθνή χρηματοοικονομικά ιδρύματα όπως η BIS και το ΔΝΤ πρέπει να αναλάβουν ρόλο επιβλέποντα των παγκόσμιων συστημικών τραπεζών, διευρύνοντας τον σκοπό τους για νομισματική σταθερότητα ώστε να σκοπεύουν ταυτόχρονα πλέον και στη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Στην Ευρώπη, η ΕΚΤ έχει ήδη την εντολή χρηματοοικονομικής σταθερότητας για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

(*) Ο κ. Shoenmaker είναι Κοσμήτορας του Duisenberg School of Finance και καθηγητής οικονομικών και τραπεζικής στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ. Επίσης έχει γράψει το βιβλίο «Διακυβέρνηση και Διεθνής Τραπεζική: Το χρηματοοικονομικό τρίλημμα».

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v