Απόκλιση αντί σύγκλισης με τις ευρωπαϊκές χώρες του Βορρά κατέγραψε η Ελλάδα και δευτερευόντως η Ιταλία και η Πορτογαλία, στο μέτωπο της παραγωγικότητας από το 2000 μέχρι και το 2018, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτες στις επιπτώσεις από την πανδημία του κορωνοϊού, σύμφωνα με το Κέντρο για Ευρωπαϊκές Μεταρρυθμίσεις (Centre for European Reforms).
Η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη ετήσια μείωση στη συνολική παραγωγικότητα (total factor productivity), πλησιάζοντας το 1,5% την περίοδο 2010-2018, ενώ ελαφρώς αρνητική είναι επίσης την περίοδο 2000-2010. Η Ιταλία και η Ισπανία εμφάνισαν χειρότερες επιδόσεις από την Ελλάδα την πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας αλλά τα πήγαν συγκριτικά πολύ καλύτερα την περίοδο 2000-2010.
Οι άσχημες επιδόσεις της χώρας στη συνολική παραγωγικότητα δεν εκπλήσσουν.
Αν όμως η στασιμότητα ή πτώση στην παραγωγικότητα συνεχιστεί και σίγουρα η οικονομική κρίση λόγω Covid-19 δεν βοηθά, η Ελλάδα και οι άλλες χώρες του Νότου θα δυσκολευθούν να «σηκώσουν» τις υψηλότερες ετήσιες δαπάνες για την εξυπηρέτηση του χρέους, που συνεπάγονται μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα, σύμφωνα με το Κέντρο για Ευρωπαϊκές Μεταρρυθμίσεις.
Αλλωστε, τα πλεονάσματα είναι οικονομικά και πολιτικά ευκολότερο να παραχθούν με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, που πάνε χέρι χέρι με την παραγωγικότητα, παρά με αυξήσεις σε φόρους ή/και μειώσεις κρατικών δαπανών.
Φυσικά, η αύξηση της εργατικής δύναμης, π.χ. μέσω της μετανάστευσης, και του κεφαλαιακού στοκ μέσω των επενδύσεων μπορούν να τονώσουν τον ρυθμό ανάπτυξης. 'Ομως, στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ο βασικός μοχλός είναι η καλύτερη χρήση των μέσων παραγωγής όπως το εργατικό δυναμικό και το φυσικό κεφάλαιο, με βελτίωση των μεθόδων μάνατζμεντ, νέων τεχνολογιών κ.λπ.
Η ΕΕ διέπεται από δημοσιονομικούς κανόνες και όταν αυτοί επανέλθουν, οι χώρες του Νότου με τα υψηλότερα χρέη ως ποσοστό του ΑΕΠ θα χρειασθούν πιθανόν να εφαρμόσουν πιο σφιχτές δημοσιονομικές πολιτικές σε σχέση με τις Βόρειες χώρες για να συμμορφωθούν, σημειώνει.