Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΙΟΒΕ: Απαραίτητη η στρατηγική στο real estate

Η οικονομία και η αγορά ακινήτων αλληλεπιδρούν και αλληλοεπηρεάζονται ώστε είναι έκδηλη η στρατηγική σημασία του κλάδου για τη μεγέθυνση της οικονομίας, τονίζει μελέτη του ΙΟΒΕ η οποία αποδίδει τις στρεβλώσεις και τον περιορισμό των αναπτυξιακών δυνατοτήτων στην έλλειψη συγκροτημένης πολιτικής ανάπτυξης του κλάδου.

ΙΟΒΕ: Απαραίτητη η στρατηγική στο real estate
Την ανάγκη χάραξης μακροπρόθεσμης πολιτικής στον τομέα της ακίνητης περιουσίας επισημαίνει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) σε ειδική μελέτη του για το κλάδο.

Η μελέτη ανέδειξε ότι η οικονομία και η αγορά ακινήτων αλληλεπιδρούν και αλληλοεπηρεάζονται σε τέτοιο βαθμό, συχνότητα και ποικιλία, ώστε να γίνεται έκδηλη η στρατηγική σημασία του κλάδου στη μεγέθυνση της οικονομίας και να απαιτείται η αναβάθμιση της αγοράς ακινήτων σε όλες τις εκφράσεις πολιτικής.

Ωστόσο η μέχρι σήμερα απουσία συγκροτημένης πολιτικής ανάπτυξης του κλάδου είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία σοβαρών στρεβλώσεων περιορίζοντας τις αναπτυξιακές δυνατότητες.

Όπως προκύπτει από την μελέτη του ΙΟΒΕ η Ελλάδα παρέμεινε τα τελευταία χρόνια θεατής των επενδυτικών κεφαλαίων ακινήτων και μάλιστα σε οικονομικές συγκυρίες αρκετά ευνοϊκές.

Η αγορά των ακινήτων αποτελεί σήμερα έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας.

Ο συνολικός τζίρος που αντιστοιχεί στην κατασκευή, αγορά, πώληση και ενοικίαση ακινήτων παγκοσμίως, αντιπροσωπεύει σχεδόν το 15% του συνολικού Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος των πλουσιότερων χωρών, ενώ οι επενδυτές έχουν πολλαπλάσια κεφάλαια τοποθετημένα σε ακίνητα απ’ ότι σε μετοχές και ομόλογα, αναφέρει ο ΙΟΒΕ.

Με βάση τα στοιχεία της μελέτης, η αξία των κατοικιών στο σύνολο των αναπτυγμένων οικονομιών αντιστοιχούσε σε 30 τρισ. δολάρια, έναντι 20 τρισ. δολαρίων των µετοχών και των κρατικών ομολόγων και 15 τρισ. δολαρίων των εταιρικών ομολόγων.

Όπως σημειώνεται στη μελέτη του ΙΟΒΕ οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου στην Ελλάδα είναι σημαντικές. Ανασταλτικός παράγοντας είναι η απουσία κτηματολογίου.

Το έργο του Ελληνικού κτηματολογίου, όπως αποδεικνύεται τόσο από τον αρχικό σχεδιασμό (πρόγραµµα 20ετίας), όσο και από την πρόοδο που έχει σημειωθεί μέχρι σήμερα (1995-2004: κάλυψη του 6.5% του εμβαδού της χώρας και 15% των δικαιωμάτων), βρίσκεται μακριά από τις σημερινές πραγματικές ανάγκες της χώρας και δεν φαίνεται να βοηθά τους αναπτυξιακούς στόχους της.

Σημαντικά συμπεράσματα της μελέτης αποτελούν:

- Η κατανόηση των παραγόντων που μετακινούν τις τιμές των ακινήτων είναι πολύ σημαντική για την αξιολόγηση της επίδρασης της αγοράς κατοικίας στην υπόλοιπη οικονομία.

Η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να αντιδρά μηχανιστικά στις τιμές των κατοικιών, αλλά πρέπει να αναγνωρίσει την πηγή και την φύση των παραγόντων που καθορίζουν τις τιμές κατοικίας αλλά και των εμπορικών ακινήτων, ώστε να κατανοήσει τις επιπλοκές, στην προοπτική σταθεροποίησης των τιμών και να δρομολογήσει την κατάλληλη πολιτική αντίδρασης, για την αποφυγή μιας ενδεχόμενης πτωτικής τάσης.

- Η κατανόηση της λειτουργίας του ενοικιαστικού τομέα είναι επίσης σημαντική, καθώς τα ενοίκια αποτελούν ένα άμεσο κόστος για ένα μεγάλο αριθμό νοικοκυριών και ένα σημαντικό συστατικό στοιχείο του συνολικού δείκτη τιμών καταναλωτή.

- Αν και δεν αποτελούν μέρος γενικότερης στρατηγικής ακίνητης περιουσίας, οι πολιτικές των δημόσιων οικονομικών (φόροι, επιδοτήσεις, ρυθμίσεις) οι οποίες επηρεάζουν και ως ένα βαθμό καθορίζουν τη λειτουργία της αγοράς ακινήτων, ενδέχεται να αποτελέσουν αιτίες ανεξάρτητων σοκ της αγοράς ή να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο οι αγορές αυτές αντιδρούν στα γενικότερα σοκ της οικονομίας.

Η Ελληνική αγορά ακίνητης περιουσίας τα τελευταία χρόνια έκανε σημαντικά βήματα προόδου, αναβαθμίζοντας το οικιστικό και εμπορικό απόθεμά της σε βαθμό τέτοιο, ώστε να προσελκύσει το ενδιαφέρον θεσμικών επενδυτών για μεγάλης κλίμακας επενδύσεις.

Άλλωστε, μια χώρα στην οποία επικράτησαν τα τελευταία χρόνια αξιοσημείωτοι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας, κατασκευάσθηκαν σημαντικά έργα υποδομής, ενώ αναβαθμίσθηκε το τουριστικό προφίλ της με την επιτυχή διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, αποτελεί εξ’ ορισμού έναν ελκυστικό προορισμό ξένων κεφαλαίων.

Παρολ’ αυτά, ελάχιστες ξένες εταιρείες τελικά δραστηριοποιήθηκαν στη χώρα, ακόμα και αν συνεργάσθηκαν με εγχώριες εταιρείες του κλάδου.

Και αυτό διότι η απουσία ενός συγκεκριμένου κανονιστικού πλαισίου, αποδυναμώνει και ανατρέπει τη διαδικασία σχεδιασμού των επενδύσεων και εν τέλει αποθαρρύνει την επένδυση σε ακίνητη περιουσία.

Στη μελέτη του ΙΟΒΕ σημειώνεται ότι η δημιουργία ενός διατομεακού φορέα θα μπορούσε να αποτελέσει τον εκφραστή της εθνικής πολιτικής ακίνητης περιουσίας, στοχεύοντας στο να σχεδιάσει μια μακροπρόθεσμη πολιτική ακίνητης περιουσίας που θα συνθέτει θεσμικά, οικονομικά, φορολογικά, τεχνικά, ερευνητικά, κοινωνικά ερεθίσματα και στοιχεία.

Παράλληλα θα βοηθούσε στο να αναγνωρίσει, καταγράψει, ερευνήσει, αναλύσει και να ποσοτικοποιήσει την αγορά ακίνητης περιουσίας.

Επίσης, θα οδηγούσε στο να υποστηρίξει στρατηγικά το έργο της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου και των λοιπών εταιρειών-φορέων αξιοποίησης/διαχείρισης γης και κτιρίων δημοσίου συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων και των ΟΤΑ, αλλά και να συμβάλλει στην αντιμετώπιση παθογενειών ή αδυναμιών της δημόσιας διοίκησης (γραφειοκρατία, κτηματολόγιο, εθνικό χωροταξικό σχέδιο).

Εξάλλου, θα μπορούσε να καθοδηγήσει και ενισχύσει επενδυτικές πρωτοβουλίες Ελληνικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια και να συμβάλλει στην περιφερειακή ανάπτυξη, ενισχύοντας τις λοιπές κτηματαγορές της χώρας αλλά και στην τουριστική ανάπτυξη αξιοποιώντας τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v