Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ICAP: Κλαδική μελέτη για το ελαιόλαδο

Στην τρίτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο βάσει της παραγωγής ελαιολάδου και στη δεύτερη θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο βάσει της παραγωγής ελιών κατατάσσεται η Ελλάδα, σύμφωνα με την κλαδική μελέτη της ICAP. Την περίοδο 2004/05-2005/06, η εγχώρια κατανάλωση ελαιολάδου αναμένεται να παρουσιάσει ρυθμό αύξησης 3%.

ICAP: Κλαδική μελέτη για το ελαιόλαδο
Στην τρίτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο βάσει της παραγωγής ελαιολάδου και στη δεύτερη θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο βάσει της παραγωγής ελιών κατατάσσεται η Ελλάδα, σύμφωνα με την κλαδική μελέτη της ICAP. Την περίοδο 2004/05-2005/06, η εγχώρια κατανάλωση ελαιολάδου αναμένεται να παρουσιάσει ρυθμό αύξησης 3%.

Επίσης, σύμφωνα με την κλαδική μελέτη της ICAP ”Ελαιόλαδο – Πυρηνέλαιο – Επιτραπέζιες Ελιές”, η οποία κυκλοφόρησε προσφάτως, η αγορά του πυρηνελαίου αναμένεται να παρουσιάσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης (7%-8% ετησίως), ενώ η παραγωγή επιτραπέζιων ελιών εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 10%.

Σημειώνεται, επιπλέον, πως η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και βάσει της παραγωγής πυρηνελαίου.

Σημαντικό μέρος των εν λόγω προϊόντων κατευθύνεται στο εξωτερικό, κυρίως σε χύμα μορφή.

Όπως επισημαίνεται από την ICAP, o αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο είναι μεγάλος, ενώ το μέγεθος και η δομή αυτών παρουσιάζει ανομοιογένεια. Εκτός των επιχειρήσεων, στον κλάδο δραστηριοποιείται και ένας σημαντικός αριθμός ενώσεων αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίες συγκεντρώνουν τα προϊόντα των μελών τους και στη συνέχεια τα εμπορεύονται ή/και τα επεξεργάζονται ή/και τα τυποποιούν.

Παρά το γεγονός ότι, η παραγωγή και η διάθεση του ελαιολάδου σε χύμα μορφή είναι κατακερματισμένη, η εγχώρια αγορά του τυποποιημένου ελαιολάδου και πυρηνελαίου είναι συγκεντρωμένη, καθώς ελέγχεται από λίγες μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις.

Επίσης, χαρακτηριστικό της παραγωγής του ελαιολάδου, του πυρηνελαίου και των επιτραπέζιων ελιών είναι η κυκλικότητα που παρουσιάζει. Η εγχώρια παραγωγή του ελαιολάδου το 2003/04 εκτιμάται ότι παρουσίασε μείωση κατά 23,3% έναντι της προηγούμενης ελαιοκομικής περιόδου, ενώ η εγχώρια κατανάλωση παρουσίασε σταθερότητα την τελευταία διετία.

Η εγχώρια παραγωγή του ραφιναρισμένου πυρηνελαίου σημείωσε αύξηση της τάξης του 11% το 2003/04 έναντι του 2002/03, ενώ η κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος εμφάνισε αντίστοιχη αύξηση 14% περίπου. Οι εισαγωγές του ελαιολάδου και του πυρηνελαίου είναι περιορισμένες, ενώ οι εξαγωγές τους κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα.

Η κατανάλωση του τυποποιημένου ελαιολάδου κάλυψε το 25%-27% περίπου του συνόλου της αγοράς την περίοδο 2002/03-2003/04. Η διακίνηση ελαιολάδου σε μορφή χύμα κυμάνθηκε μεταξύ του 33%-35% την ίδια περίοδο, εμφανίζοντας πτωτική τάση, ενώ το υπόλοιπο κομμάτι της αγοράς καλύφθηκε από την αυτοκατανάλωση ελαιολάδου, το ποσοστό συμμετοχής της οποίας διαμορφώθηκε στο 40% περίπου την εν λόγω διετία.

Ακόμη, οι πωλήσεις των εγχωρίως παραγομένων ελιών το 2003/04 εκτιμάται ότι σημείωσαν μείωση κατά 6,5% έναντι του προηγούμενου έτους, ενώ η εγχώρια κατανάλωση ελιών εμφάνισε μείωση κατά 4% περίπου σε σχέση με το 2002/03. Οι μαύρες ελιές κάλυψαν το μεγαλύτερο ποσοστό της αγοράς, αποσπώντας μερίδιο που κυμάνθηκε μεταξύ του 65%-70% το διάστημα 2002/03-2003/04. Ακολούθησαν οι πράσινες ελιές καταλαμβάνοντας το 20% περίπου της αγοράς, ενώ το υπόλοιπο 10%-15% καλύφθηκε από ελιές διαφόρων τύπων.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης της ICAP, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του κλάδου διαδραματίζει ο τρόπος διάθεσης των εν λόγω προϊόντων.

Πιο συγκεκριμένα, η διακίνηση του ελαιολάδου – πυρηνελαίου και των επιτραπέζιων ελιών σε χύμα μορφή έχει δημιουργήσει προβλήματα στον κλάδο, τα οποία εμποδίζουν την ανάπτυξή του. Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών αφορά προϊόντα ανώνυμα, έχει ως αποτέλεσμα να μη γίνονται ευρέως γνωστά στη διεθνή αγορά ως ελληνικά, αλλά συχνά να τυποποιούνται και να κυκλοφορούν με ξένο εμπορικό σήμα.

Το πρόβλημα είναι πιο έντονο όσον αφορά το ελαιόλαδο, μέρος του οποίου αναμιγνύεται από τις εταιρίες του εξωτερικού με κατώτερης ποιότητας ελαιόλαδα, τα οποία διατίθενται στη συνέχεια στη διεθνή αγορά σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές. Το Νοέμβριο του 2003 εκδόθηκε κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος απαγορεύει τη διακίνηση ελαιολάδου σε ανώνυμες συσκευασίες μεγαλύτερες των 5 λίτρων.

Ο εν λόγω κανονισμός δεν έχει επηρεάσει ακόμα σημαντικά τη διάρθρωση της εγχώριας αγοράς ελαιολάδου, ενώ με επιφύλαξη αναμένονται τα αποτελέσματα του κανονισμού για την ενίσχυση του τυποποιημένου ελαιολάδου την προσεχή διετία.

Τέλος, η παραγωγή ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών υπόκειται σε καθεστώς ενίσχυσης, το οποίο θα παραμείνει σε ισχύ έως την 1η Νοεμβρίου 2005. Το νέο καθεστώς ενίσχυσης θα αφορά τη μερική ή ολική αποσύνδεση των πριμοδοτήσεων από την παραγωγή και τη δημιουργία ενός συστήματος ενιαίας ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v