Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι πολυεθνικές «γυρνάνε την πλάτη» στη Ν. Ευρώπη

Σε έξοδο πολυεθνικών επιχειρήσεων από τη Νότια Ευρώπη οδηγεί η κρίση στην ευρωζώνη, σύμφωνα με τη Wall Street Journal. Η λιτότητα και η βουτιά στις καταναλωτικές δαπάνες βρίσκονται στη ρίζα του προβλήματος.

Οι πολυεθνικές «γυρνάνε την πλάτη» στη Ν. Ευρώπη
Για περισσότερο από μία δεκαετία, οι πολυεθνικές εταιρείες προχώρησαν σε μεγάλες επενδύσεις στη Νότια Ευρώπη, καθώς η σύσταση του ευρώ πυροδότησε την οικονομική ανάπτυξη.

Όχι όμως πλέον.

Η αμερικανική Kimberly-Clark Corp. ανακοίνωσε τον Οκτώβριο ότι θα αποχωρήσει από το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων της στις παιδικές πάνες Huggies στην Ευρώπη, καθώς εδώ και χρόνια «παλεύει» να αντιμετωπίσει τον χαμηλό ρυθμό γεννήσεων, τη μείωση των τιμών και τον ανταγωνισμό από τις ιδιωτικές ετικέτες.

Η αμερικανική Alcoa και η γαλλική εταιρεία λιανικών πωλήσεων PPR επίσης προχωρούν σε μείωση ή σε πλήρη αποχώρηση από τη Νότια Ευρώπη, χωρίς μάλιστα να υπάρχουν σχέδια για αύξηση της παρουσίας τους αργότερα.

Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, οι αποχωρήσεις αυτές αποτελούν μέρος μιας επιχειρηματικής εξόδου, που απειλεί να τραβήξει μαζί της τα κεφάλαια, την καινοτομία και τη διαχειριστική εξειδίκευση που χρειάζεται απελπισμένα η Νότια Ευρώπη για να ανακάμψει από την κρίση χρέους και την ύφεση.

Η βουτιά στις καταναλωτικές δαπάνες και τα κυβερνητικά προγράμματα λιτότητας βρίσκονται στη ρίζα του προβλήματος, και χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού είναι η γερμανική Putzmeister Holding.

Μετά από μία δεκαετία μεγάλων επενδύσεων από την εταιρεία, που κατασκευάζει πρέσες τσιμέντου, η οικονομική στασιμότητα στην Ιταλία και το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων στην Ισπανία την έχουν αναγκάσει να αποσυρθεί. Έχει ήδη προχωρήσει σε κλείσιμο μιας μονάδας στην Ιταλία και σε περιορισμό μιας άλλης στην Ισπανία τα τελευταία τρία χρόνια. Η εταιρεία δηλώνει ότι μπορεί να μην ξαναφτάσουν ποτέ οι δραστηριότητές της στην Ευρώπη στα προηγούμενα επίπεδά τους.

«Για να μπορέσουν να επεκταθούν οι δραστηριότητές μας σε οποιαδήποτε αγορά, πρέπει αυτή η αγορά να έχει τρία χαρακτηριστικά: αυξανόμενο πληθυσμό, αυξανόμενο πλούτο και ανέπαφους κυβερνητικούς προϋπολογισμούς», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Norbert Scheuch. Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης «δεν έχουμε καμία από αυτές τις συνθήκες, και η κατάσταση δεν θα γίνει καλύτερη τα επόμενα χρόνια».

Υπάρχουν και άλλες εταιρείες που αποσύρονται. Η γερμανική φαρμακοβιομηχανία Merck προσφάτως προχώρησε σε περικοπή του 20% του εργατικού δυναμικού της στην Ισπανία, εν μέρει λόγω των κυβερνητικών περικοπών στις φαρμακευτικές δαπάνες. Η βρετανική εταιρεία catering Compass Group έκλεισε τα εστιατόριά της σε αυτοκινητοδρόμους της Πορτογαλίας, δηλώνοντας πως τα ακριβότερα διόδια έχουν διώξει τους οδηγούς από τους αυτοκινητοδρόμους της χώρας.

Τέτοιου είδους κλεισίματα επιχειρήσεων απειλούν να πλήξουν τις τοπικές επιχειρήσεις αλλά και τις κυβερνήσεις για πολλά χρόνια. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Brescia, Marco Mutinelli, ο οποίος ειδικεύεται στις ξένες επενδύσεις, δηλώνει ότι, ενώ οι πολυεθνικές αντιπροσωπεύουν το 10% των θέσεων εργασίας στην Ιταλία, τέτοιου είδους εταιρείες αντιπροσωπεύουν το 30% των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης της χώρας. Και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι μικρές και οικογενειακές επιχειρήσεις της Ιταλίας δεν έχουν τη δυνατότητα να διαθέσουν χρήματα για επένδυση στην έρευνα και στην ανάπτυξη.

Κινήσεις όπως αυτή της φαρμακοβιομηχανίας Sanofi, η οποία πρόσφατα προχώρησε σε κλείσιμο του κέντρου ερευνών της στο Μιλάνο, το οποίο απασχολούσε 500 άτομα, είναι ιδιαίτερα επώδυνες διότι οι κυβερνήσεις της Νοτίου Ευρώπης δεν διαθέτουν τα χρήματα για να κρατήσουν τους εργαζόμενους.

Ο κίνδυνος, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, είναι το νότιο άκρο της Ευρώπης να έρθει αντιμέτωπο με μακροχρόνια κατάρρευση της απασχόλησης, παρόμοια με αυτήν που έπληξε τη Βόρεια Ευρώπη στις δεκαετίες του 1970 και του 1980 μετά την πτώση της πάλαι ποτέ ισχυρής ανθρακοβιομηχανίας.

«Οι ξένες εταιρείες τείνουν να επενδύουν περισσότερο στην καινοτομία», σύμφωνα με την οικονομολόγο της Oxford Economics, Marie Diron. «Υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το εάν οι εγχώριες επιχειρήσεις μπορούν να καλύψουν αυτό το κενό, και αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης των χωρών θα είναι χαμηλότερος».

Οι προοπτικές για τις καταναλωτικές δαπάνες δεν βελτιώνονται. Σύμφωνα με τη Standard & Poor’s, τα διαθέσιμα εισοδήματα θα συρρικνωθούν στη Νότια Ευρώπη φέτος και τον επόμενο χρόνο. Και γι’ αυτό, σε αντίθεση με τις προηγούμενες υφέσεις στην Ευρώπη, πολλές εταιρείες θεωρούν μη αναστρέψιμες τις αποφάσεις τους για απόσυρση των δραστηριοτήτων τους.

Από την αρχή του χρόνου υπάρχουν ενδείξεις ισχνών ξένων άμεσων επενδύσεων στη Νότια Ευρώπη. Το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι εκροές επενδύσεων από την Ιταλία, για παράδειγμα, ξεπερνούσαν τις εισροές επενδύσεων στη χώρα κατά 1,6 δισ. δολάρια, με βάση τη Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD).

Οι ξένες άμεσες επενδύσεις έχουν υποχωρήσει κατά 38% στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ελλάδα και στην Ιταλία από το 2007 αφού οι επενδυτές στρέφονται στις αναδυόμενες αγορές. Στο πρώτο φετινό εξάμηνο, οι αναδυόμενες αγορές, για πρώτη φορά, απορρόφησαν το ήμισυ του συνόλου των παγκόσμιων ξένων άμεσων επενδύσεων, σύμφωνα με τη UNCTAD.

Σε πρόσφατη έρευνα, οι οικονομικοί επικεφαλής πολυεθνικών δήλωσαν πως έχει μεγαλύτερο ρίσκο η επένδυση στην Ελλάδα παρά στη Συρία, ή στην Ισπανία απ' ό,τι στην Αίγυπτο. Από την άλλη πλευρά, στην Ιταλία οι νέες επενδύσεις βρίσκουν εμπόδια και στη γραφειοκρατία.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v