Το πάγωμα της αμφιλεγόμενης δικαστικής μεταρρύθμισης από την ισραηλινή κυβέρνηση δεν θα παγώσει απαραίτητα και τις αναταραχές και διαμαρτυρίες, όσο συνεχίζονται οι σχετικές διαπραγματεύσεις. Οι υπηρεσίες ασφαλείας του Ισραήλ, εν τω μεταξύ, θα αντιδράσουν στην πρόταση για μια νέα εθνική φρουρά, τροφοδοτώντας περαιτέρω δυσπιστία μεταξύ της κυβέρνησης και του κατεστημένου στον τομέα ασφαλείας, ενώ πιθανώς επίκεινται περισσότερες κινητοποιήσεις στρατιωτών.
Εν μέσω διαδηλώσεων εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών στους δρόμους του Ισραήλ και γύρω από την Κνεσέτ (βουλή), ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου στις 27 Μαρτίου ανακοίνωσε ότι θα αναστείλει την προώθηση της επίμαχης δικαστικής μεταρρύθμισης τουλάχιστον μέχρι τον Μάιο, ώστε να γίνει διάλογος ως προς την τελική της μορφή.
Το ακροδεξιό κόμμα Θρησκευτικού Σιωνισμού - βασικός εταίρος στην κυβέρνηση συνασπισμού του Νετανιάχου που υποστηρίζει σθεναρά τις μεταρρυθμίσεις - αρχικά αντιτάχθηκε στο πάγωμα. Ωστόσο εν συνεχεία το δέχτηκε, αφού ο Νετανιάχου υποσχέθηκε να επεκτείνει τις εξουσίες του υπουργού Εθνικής Ασφάλειας Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ με μια νέα «εθνική φρουρά» που θα τεθεί υπό τη διοίκησή του. Ορισμένοι ηγέτες της αντιπολίτευσης, που πρωτοστάτησαν στις διαμαρτυρίες, όπως ο πρώην παρ' ολίγον πρωθυπουργός Μπένι Γκανζ, χαιρέτισαν την αναστολή της διαδικασίας. Αλλά άλλοι, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Γιαΐρ Λαπίντ, εξέφρασαν ανησυχία ότι η πρόκειται για παιχνίδι προς όφελος της σημερινής κυβέρνησης.
- Στις 25 Μαρτίου ο Νετανιάχου απέπεμψε τον υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ, ο οποίος καταδίκασε τις δικαστικές μεταρρυθμίσεις. Ο Γκαλάντ είπε ότι οι αλλαγές θα υπονομεύσουν το κατεστημένο ασφαλείας του Ισραήλ, αναφερόμενος στον αυξανόμενο αριθμό εφέδρων των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) που έχουν δηλώσει ότι θα αρνηθούν τα καθήκοντά τους σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις μεταρρυθμίσεις. Την επομένη ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις σε όλο το Ισραήλ — οι μεγαλύτερες από τότε που ανακοινώθηκε η δικαστική μεταρρύθμιση για πρώτη φορά, τον Ιανουάριο.
- Οι αντιτιθέμενοι έχουν αποδοκιμάσει την κατατεθείσα δικαστική αναμόρφωση του Νετανιάχου ως βήμα προς τη δικτατορία. Οι μεταρρυθμίσεις προβλέπουν απόδοση μεγαλύτερου ρόλου στην Κνεσέτ ως προς τον διορισμό των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (διαδικασία που επί του παρόντος εποπτεύεται από τους δικαστές), καθιστούν απρόσβλητους σε δικαστικό έλεγχο τους οιονεί συνταγματικούς Βασικούς Νόμους του Ισραήλ και, το πιο αμφιλεγόμενο απ' όλα, επιτρέπουν στην Κνεσέτ να παρακάμπτει το Ανώτατο Δικαστήριο με απλή πλειοψηφία. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι υποστηρικτές τους φοβούνται ότι τέτοιες αλλαγές θα επιτρέψουν στο νομοθετικό σώμα της χώρας -το οποίο επί του παρόντος κυριαρχείται από δεξιά και ακροδεξιά κόμματα- να θεσπίσει υπερσυντηρητικές και υπερθρησκευτικές πολιτικές, αντιδημοφιλείς στο αριστερό κοινό και στους υπέρμαχους του κοσμικού κράτους.
Παρά την ανακοίνωση αναστολής, η κυβέρνηση πιθανότατα θα συνεχίσει να επιδιώκει τους γενικούς στόχους των δικαστικών μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα να μη σταματήσουν οι ανησυχίες της αντιπολίτευσης και οι αναταραχές, πιθανώς πυροδοτώντας βία. Στο διάγγελμά του στον λαό στις 27 Μαρτίου, ο Νετανιάχου έδωσε ελάχιστες ενδείξεις ότι θα μπορούσε να εγκαταλείψει εντελώς τις μεταρρυθμίσεις, ενώ επικαλέστηκε την παραβολή του Σολομώντα μάλλον για να καθησυχάσει τους ακροδεξιούς και θρησκευτικούς εταίρους του ότι δεν θα απομακρυνθεί από τους στόχους τους, κατευνάζοντας τυχόν απειλές συμμάχων, όπως το κόμμα του Θρησκευτικού Σιωνισμού, πως θα εγκαταλείψουν τον κυβερνώντα συνασπισμό σε ένδειξη διαμαρτυρίας, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει η κυβέρνηση.
Μετά την ομιλία Νετανιάχου αρκετοί ζήτησαν να συνεχιστούν οι διαδηλώσεις, και φαίνεται πως έτσι θα γίνει μέχρι την επόμενη συνεδρίαση της Κνεσέτ. Δεν αποκλείεται μάλιστα να ενταθούν, εάν προκύψουν αναφορές για αποτυχία των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Δεν είναι σαφές ποιο συμβιβαστικό σενάριο θα εκτονώσει το κίνημα διαμαρτυρίας, καθώς ορισμένα μέλη της αντιπολίτευσης απαιτούν νέες εκλογές για την απομάκρυνση του Νετανιάχου και της Ακροδεξιάς από την εξουσία.
Εν τω μεταξύ, οι αντιδιαδηλώσεις εκ δεξιών κατά της αντιπολίτευσης, καθώς και η δράση της αστυνομίας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεμονωμένες πράξεις βίας, ενώ παραμένει και ο λανθάνοντας κίνδυνος επιθέσεων Παλαιστινίων μαχητών σε μαζικές συγκεντρώσεις, καθώς η κατάσταση στη τη Δυτική Όχθη συνεχίζει να επιδεινώνεται.
- Το 2020 ο Νετανιάχου υποσχέθηκε να προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη, αλλά έκανε πίσω μετά την κρίση του Covid-19 και την αυξανόμενη αντίθεση των ΗΠΑ, προκαλώντας όσα κόμματα είναι υπέρ των εποίκων να εγκαταλείψουν τον συνασπισμό του και να τον διώξουν από την εξουσία για περισσότερο από έναν χρόνο.
- Η Δυτική Όχθη βιώνει εκτεταμένη κρίση, που έχει εξαπλωθεί και στο Ισραήλ. Τουλάχιστον εννέα Ισραηλινοί έχουν σκοτωθεί σε επιθέσεις εντός της χώρας μέχρι στιγμής το 2023, συμπεριλαμβανομένων επτά σε συναγωγή στην Ιερουσαλήμ τον Ιανουάριο, ύστερα από επίθεση ένοπλων.
Το κατεστημένο ασφαλείας, με επικεφαλής τις δυνάμεις IDF και την υπηρεσία Σιν Μπετ, είναι πιθανό να αντιταχθεί στη δημιουργία νέας εθνοφρουράς υπό τον Μπεν-Γκβιρ, επιδεινώνοντας περαιτέρω τις ισορροπίες μεταξύ κυβέρνησης και δυνάμεων ασφαλείας. Δεν είναι ξεκάθαρο ποια μορφή και ποιο ρόλο θα έχει ο νέος θεσμός, δεδομένης της περίπλοκης φύσης του κατεστημένου ασφαλείας του Ισραήλ. Οι σχέσεις κυβέρνησης και δυνάμεων ασφαλείας σιγοβράζουν από τότε που ο Νετανιάχου έδωσε στον Μπεν-Γκβιρ τον έλεγχο της αστυνομίας, διορίζοντάς τον στο νεοπαγές αξίωμα του υπουργού Εθνικής Ασφάλειας. Πιθανές αντιρρήσεις του κατεστημένου ασφαλείας για τη νέα εθνική φρουρά θα τροφοδοτήσουν το αντικυβερνητικό αίσθημα, ιδιαίτερα εντός των υπηρεσιών ασφαλείας, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερες κινητοποιήσεις στρατιωτών.
- Η ισραηλινή αστυνομία έχει εκφράσει ανησυχίες για προηγούμενα σχόλια του Μπεν-Γκβιρ, όταν υποστήριζε τη χρήση βίας κατά των αντικυβερνητικών διαδηλωτών και των Παλαιστινίων.