Η αυξανόμενα πολυπολική παγκόσμια τάξη δίνει τη δυνατότητα σε ορισμένες αφρικανικές χώρες να διατηρήσουν ουδέτερη στάση στον πόλεμο στην Ουκρανία, παρά τις πιέσεις που δέχονται από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους να καταδικάσουν τη Ρωσία.
Και καθώς οι επιπτώσεις από τη Δύση είναι περιορισμένες, τα κράτη αυτά πιθανότατα θα είναι ελεύθερα να συνεχίσουν να βάζουν σε προτεραιότητα τον πραγματισμό έναντι των ιδεολογικών συμμαχιών, στην αντίδρασή τους στον συνεχιζόμενο πόλεμο.
Εικοσιοκτώ αφρικανικές χώρες υποστήριξαν το ψήφισμα του ΟΗΕ της 2ας Μαρτίου που καταδίκαζε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Δεκαεπτά αφρικανικά κράτη όμως απείχαν ενώ οκτώ άλλα κράτη απουσίαζαν από την ψηφοφορία.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 31 Μαρτίου, η πρέσβης των ΗΠΑ στην Αφρικανική Ένωση Jessica Lapenn είπε πως η Αμερική θέλει ισχυρές αφρικανικές απαντήσεις στη ρωσική επιθετικότητα και συγκεκριμένα χαιρέτησε την ευκαιρία συνεργασίας με τη Σενεγάλη, μια από τις αφρικανικές χώρες που ψήφισαν υπέρ του ψηφίσματος του ΟΗΕ. Τα σχόλια της Lapenn ευθυγραμμίζονται με τη θέση των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης πως τα αφρικανικά κράτη θα πρέπει να καταδικάσουν τη ρωσική εισβολή και πως η ουδετερότητα ή η αποχή υποδηλώνει συνέργεια με τις ενέργειες της Μόσχας στην Ουκρανία.
Η Ερυθραία είναι η μόνη αφρικανική χώρα που ψήφισε κατά του ψηφίσματος της 2ας Μαρτίου, πιθανότατα λόγω της στενής σχέσης που έχει ο πρόεδρος της χώρας Isaias Afwerki με τον Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin και της έχθρας του προς τη Δύση, η οποία τονίστηκε πρόσφατα από τις νέες κυρώσεις που επέβαλλαν πρόσφατα οι ΗΠΑ στην Ερυθραία, τον Νοέμβριο, για τον ρόλο της στον πόλεμο με την γειτονική Αιθιοπία.
Ορισμένοι Αφρικάνοι ηγέτες έχουν επικρίνει την επιμονή των ΗΠΑ η Αφρική να καταδικάσει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, λέγοντας πως υποδηλώνει ότι οι χώρες τους χρειάζονται καθοδήγηση από τη Δύση για την εξωτερική τους πολιτική και πως δεν είναι ελεύθερες να επιλέξουν τον δικό τους διπλωματικό δρόμο.
Για πολλές αφρικανικές χώρες, η ουδετερότητα από μόνη της είναι θέση στον πόλεμο, καθώς επηρεάζεται εν μέρει από μια όλο και πιο πολυπολική παγκόσμια τάξη. Για δεκαετίες ο αντιδυτικός ιμπεριαλισμός αποτελούσε κίνητρο αντίστασης της υποσαχάριας Αφρικής στην παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ωστόσο, η αυξανόμενη στροφή από έναν μονοπολικό κόσμο του οποίου ηγούνται οι ΗΠΑ, προς έναν πιο «πολυπολικό κοσμο» -με την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία να σχηματίζουν ορισμένους από αυτούς τους πόλους- κινητοποιεί ακόμα περισσότερο ορισμένους Αφρικανούς ηγέτες να απορρίψουν την ιδέα πως πρέπει να επιλέξουν μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης.
Από την άποψη του αναπτυσσόμενου κόσμου, η αυξημένη πολυπολικότητα φέρνει περισσότερες επιλογές, οδηγώντας σε πιο ευέλικτες -αλλά και πιο ευμετάβλητες- ευθυγραμμίσεις. Αυτή η τάση είναι ορατή στις ποικιλόμορφες πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές ιδεολογικές συνεργασίες και τις συνεργασίες ασφαλείας της Αφρικής με τους εταίρους σε ΗΠΑ, Ευρώπη, Κίνα και Ρωσία.
Οι μεγαλύτερες οικονομίες της Αφρικής, συμπεριλαμβανομένων της Νιγηρίας, της Κένυας και της Νότιας Αφρικής, επιδιώκουν να κλείσουν συμφωνίες για δάνεια, εξοπλισμούς και έργα υποδομών με διαφορετικούς εταίρους, φέρνοντας ορισμένες φορές τις παγκόσμιες δυνάμεις αντιμέτωπες τη μια με την άλλη προκειμένου να εξασφαλίσουν την πιο πλεονεκτική συμφωνία. Οι πιέσεις της Δύσης να καταδικάσουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία «βγαίνουν απ’ το παράθυρο» μπροστά στην πραγματικότητα πως η κυριαρχία των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην παγκόσμια τάξη αποδυναμώνεται, μειώνοντας έτσι το κίνητρο της Αφρικής να αναπτύξει αποκλειστικές πολιτικές ή οικονομικές συμμαχίες με δυτικές κυβερνήσεις. Με αυτό το υπόβαθρο, τα ουδέτερα αφρικανικά κράτη -πολλά από τα οποία πέρασαν δικούς τους πολέμους τα τελευταία χρόνια- επικεντρώνονται στην επιβίωση, ανάπτυξη και ανεξαρτησία τους σε έναν όλο και πιο αβέβαιο κόσμο.
Οι αφρικανικές χώρες που ψήφισαν υπέρ του ψηφίσματος του ΟΗΕ για την καταδίκη της ρωσικής εισβολής επικαλέστηκαν κυρίως αυτό που ο πρέσβης της Κένυας στον ΟΗΕ ανέφερε ως καθήκον για διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας. Αυτές που απείχαν από την ψήφο, όμως, επικαλέστηκαν εξίσου ηθικούς λόγους για την απόφασή τους: ο πρόεδρος της Ουγκάντα Yoweri Museveni, για παράδειγμα, έκανε λόγο για τα «δυο μέτρα και δυο σταθμά» της Δύσης για να αιτιολογήσει την ουδέτερη στάση της χώρας του στον πόλεμο, και είπε πως προτιμά να διατηρήσει διπλωματικούς δεσμούς με την Κίνα αντί για τις ΗΠΑ επειδή το Πεκίνο δεν τάσσεται υπέρ της παρέμβαση σε εσωτερικά ζητήματα άλλων χωρών.
Οι ΗΠΑ έχουν επανειλημμένως επικρίνει τη Νότια Αφρική ιδιαίτερα για την ουδέτερη στάση της στον πόλεμο στην Ουκρανία, με τον πρόεδρο Cyril Ramaphosa να απαντά επικρίνοντας τις παραβιάσεις του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Κατά τη διάρκεια συζήτησης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 2 Μαρτίου, ο πρέσβης της Νότιας Αφρικής Mathu Joyini επισήμανε πως οι δυτικές χώρες διέπραξαν δικές τους παραβιάσεις της Χάρτας του ΟΗΕ καθ’ όλη τη διάρκεια της Ιστορίας και πως χρησιμοποιούν την απόφαση που καταδικάζει τις ενέργειες της Ρωσίας προκειμένου να αυξήσουν το δικό τους γεωπολιτικό πλεονέκτημα έναντι της Μόσχας.
Η πολυπολικότητα είναι ορατή στις ποικιλόμορφες –και κάποιες φορές συγκρουόμενες- παγκόσμιες συνεργασίες των χωρών της υποσαχάριας Αφρικής σε θέματα όπως η οικονομική ανάπτυξη, η εδαφική ακεραιότητα και η πολιτική σταθερότητα. «Τα πολιτικά είναι τοπική υπόθεση», όπως λέει το ρητό.
Αναμφίβολα, οι ηγέτες στην Αφρική εξετάζουν το πώς θα επηρεάσουν τα μυριάδες πιθανά αποτελέσματα του ουκρανικού πολέμου τις δικές τους διεθνείς σχέσεις και την ικανότητα να διατηρήσουν τη διακυβέρνηση. Οι συμφωνίες για όπλα, δάνεια, υποδομές, ξένη βοήθεια, οι εμπορικές συμφωνίες, τα σύμφωνα και οι δασμοί με διαφορετικούς εταίρους (ορισμένοι εκ των οποίων βρίσκονται σε αντίπαλες πλευρές στην ουκρανική σύρραξη), μπαίνουν στην εξίσωση.
Για κάποια από τα αφρικανικά κράτη που είτε απείχαν ή δεν ήταν παρόντα για την ψήφο επί της διακήρυξης του ΟΗΕ για την Ουκρανία (όπως η Αιθιοπία, η Ουγκάντα, το Μάλι, το Σουδάν και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό), αν καταδίκαζαν τη Ρωσία θα διακινδύνευαν να ορίσουν ένα προηγούμενο για διεθνείς επεμβάσεις που αργότερα θα έβλεπε ξένες δυνάμεις να ερευνούν ζητήματα ασφάλειας, πολιτικά και ανθρωπιστικά εντός των δικών τους συνόρων.
Ξεχωριστά, οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας οδηγούν σε επισιτιστικές κρίσεις και εκτινάξεις στις τιμές σε όλη την Αφρική, κάνοντας τους ηγέτες πιο ευάλωτους σε εσωτερικές απειλές πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας. Η διατήρηση ουδέτερης διπλωματικής στάσης στον πόλεμο στην Ουκρανία δεν αίρει τις προκλήσεις αυτές, όμως δίνει στους Αφρικάνους ηγέτες ευελιξία καθώς επιχειρούν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση για να στηρίξουν τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, την Κίνα και άλλους διεθνείς εταίρους.
Το διμερές εμπόριο της Ρωσίας με την υποσαχάρια Αφρική ανέρχονταν σε περίπου 7 δισ. δολάρια το 2021 (το συνδυασμένο εμπόριο των ΗΠΑ και της Ευρώπης ανήλθε περίπου στα 44 δισ. δολάρια). Η Ρωσία παραμένει επίσης ο μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων προς την Αφρική. Τα ρωσικά όπλα χρησιμοποιούνται στις συνεχιζόμενες συγκρούσεις σε Μπουρκίνα Φάσο, Καμερούν, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Τσαντ, Κονγκό, Αιθιοπία, Μάλι, Μοζαμβίκη, Νίγηρα, Νιγηρία, Σουδάν, Νότιο Σουδάν και Σομαλία, μεταξύ άλλων.
Η Κίνα έχει ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με πολλά αφρικανικά κράτη και έχει επίσης αρχίσει να επεκτείνει τον ρόλο της στη διατήρηση της ειρήνης και ασφάλειας στην Ήπειρο. Το Πεκίνο έχει ανακοινώσει αρκετές διπλωματικές πρωτοβουλίες επικεντρωμένες στην προώθηση της σταθερότητας της Αιθιοπίας και της Σομαλίας, που και στις δυο συνεχίζονται οι εμφύλιοι πόλεμοι εντός των συνόρων τους.
Σε μια περιοχή που μαστίζεται από τις συγκρούσεις και τα στρατιωτικά πραξικοπήματα, η αύξηση της επισιτιστικής ανασφάλειας που δημιουργούν εν μέρει οι αυξήσεις των τιμών, ως αποτέλεσμα των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, καθιστά τις αφρικανικές χώρες ακόμα πιο ευάλωτες σε εξεγέρσεις, πολιτική αστάθεια και γενικότερες αναταραχές. Η Δυτική Αφρική αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει τη χειρότερη επισιτιστική κρίση στην ιστορία της, με την πείνα να αυξάνεται κατά 40% σε σχέση με το 2021.
Παρά τη ρητορική καταδίκη, η Δύση τελικά είναι απίθανο να επιβάλλει κυρώσεις σε αφρικανικές χώρες για την τήρηση ουδέτερης στάσης στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο για άμεσες οικονομικές επιπτώσεις στα κράτη που επιλέγουν τη στάση αυτή. Ενώ κράτη όπως η Νότια Αφρική και η Ουγκάντα μπορεί αυτή τη στιγμή να μην τα πάνε καλά με τις ΗΠΑ, η Ουάσινγκτον είναι απίθανο να τιμωρήσει την αφρικανική ουδετερότητα δεδομένου ότι είναι απασχολημένη με τον πόλεμο και με άλλα επείγοντα ζητήματα. Ως τέτοια, τα ουδέτερα αφρικανικά κράτη επιδιώκουν αυτό που πιθανόν θεωρούν ως χαμηλού κόστους τρόπο διατήρησης διακριτών συνεργασιών μέσω της ολοκλήρωσης του ουκρανικού πολέμου. Είναι προς το συμφέρον των περισσότερων (αν όχι όλων) των αφρικανικών κρατών να διατηρήσουν πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς και δεσμούς ασφαλείας με διάφορους παγκόσμιους εταίρους, ιδιαίτερα εάν το κόστος αυτού είναι ελάχιστο έως ανύπαρκτο.
Αν και η Δύση φαίνεται να θεωρεί την αφρικανική στήριξη ως κρίσιμης σημασίας για την παγκόσμια απάντηση στη ρωσική επιθετικότητα, καθώς μαίνεται ο πόλεμος οι Αφρικάνοι ηγέτες πιθανότατα θα συνεχίσουν να επιδιώκουν τον πραγματισμό.