Αρκετές εβδομάδες μετά το ξέσπασμα του κορωνοϊού Covid-19 που προήλθε από την Ουχάν της επαρχίας Χουμπέι στην Κίνα, είναι ξεκάθαρο πως η οικονομική επίπτωση θα είναι σημαντική, ακόμα και αν είναι μόνο προσωρινή. Άλλωστε, δεν είναι δυνατόν να κλείσει ένα μεγάλο μέρος της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου χωρίς να επηρεαστεί άμεσα η παγκόσμια ανάπτυξη, περιλαμβανομένων των επακόλουθων δευτερογενών επιπτώσεων, σε άλλες χώρες.
Οι τρέχουσες προβλέψεις για νομισματικές απώλειες φαίνεται πως προέρχονται από την επίπτωση της επιδημίας SARS το 2003, προσαρμοσμένη στο μέγεθος της κινεζικής οικονομίας, συν των προσπαθειών να υπολογιστούν οι αυξημένοι εμπορικοί δεσμοί και το ευρύτερο βάρος της Κίνας στο παγκόσμιο εμπόριο. Αυτό που διαφέρει σημαντικά τώρα, είναι η ενσωμάτωση της Κίνας στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
Μαντεύοντας την ποσοτική επίπτωση
Οι εκτιμήσεις για τις συνολικές οικονομικές απώλειες που μπορούν να αποδοθούν στον Covid-19 υποθέτουν πως, όπως στην περίπτωση του SARS, το ξέσπασμα θα ελεγχθεί γρήγορα εντός της Κίνας, χωρίς να υπάρχουν σημαντικά ξεσπάσματα αλλού. Ο SARS μείωσε το ΑΕΠ της Κίνας για ένα τρίμηνο κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες ετησιοποιημένα, σχεδόν το ήμισυ του οποίου ανακτήθηκε τα επόμενα τρίμηνα, και το ΑΕΠ και πάλι αυξήθηκε κατά 10% το 2003. Μετά από αυτό, οι παγκόσμιες επιπτώσεις εκτιμήθηκε πως ήταν περίπου 55 δισ. δολάρια, ή μείωση περίπου 0,1% της παγκόσμιας παραγωγής το έτος εκείνο.
Οι ποσοτικές προβλέψεις των επιπτώσεων της τρέχουσας επιδημίας, σε αυτή τη φάση, βασίζονται κυρίως σε εικασίες –κάτι που δεν αποτελεί αξιόπιστη βάση για τους υπεύθυνους χάραξης οικονομικής πολιτικής και των επιχειρήσεων για να καταρτίσουν σχέδια και να λάβουν αποφάσεις.
Οι προβλεπόμενες απώλειες ποικίλουν σημαντικά ωστόσο η κεντρική υπόθεση όλων είναι πως το βάθος και η διάρκεια της επίπτωσης θα είναι περιορισμένα –και ως επί το πλείστον θα έχουν τεθεί υπό έλεγχο μέχρι το τέλος Μαρτίου. Για παράδειγμα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένονταν την περασμένη εβδομάδα να πει στους υπουργούς οικονομικών και τους κεντρικούς τραπεζίτες των G20 που συνεδρίαζαν στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας στις 22-23 Φεβρουαρίου, πως η ανάκαμψη της Κίνας μπορεί να είναι ταχεία και πως δεν θα υπάρξουν συνολικές επιπτώσεις στην πρόβλεψή του για το 2020, που περιλαμβάνει αύξηση του ΑΕΠ κατά 6% για την Κίνα και 3,3% παγκοσμίως.
Άλλες εκτιμήσεις για τις νομισματικές απώλειες κυμαίνονται μεταξύ των 160 δισ. δολαρίων και των 280 δισ. δολαρίων, που αφαιρούν 0,1-0,3% από το προβλεπόμενο παγκόσμιο ΑΕΠ. Η Moody’s, από την άλλη πλευρά, πρόσφατα μείωσε την πρόβλεψή της για φέτος για την Κίνα από το 5,8% στο 5,2%.
Διαταραχές στις αλυσίδες προμηθειών
Ο ρόλος που καλύπτει η Κίνα στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες ως ενδιάμεσος παραγωγός και προμηθευτής τμημάτων που χρησιμοποιούνται στην τελική παραγωγή δεν θα πρέπει να υποτιμάται. Η Dun & Bradstreet, που παρακολουθεί δεδομένα για περισσότερες από 100 εκατ. εταιρείες παγκοσμίως, εκτιμά πως τουλάχιστον 51.000 εταιρείες διεθνώς έχουν τουλάχιστον έναν άμεσο (tier 1) προμηθευτή στην Κίνα, όμως περισσότερες από 5 εκατ. εταιρείες χρησιμοποιούν ύλες από εταιρείες στην Κίνα που βρίσκονται χαμηλότερα στην αλυσίδα προμηθειών τους.
Τα στοιχεία για κωλύματα στην παραγωγή είναι μέχρι στιγμής ανεξακρίβωτα, αναγκάζοντας τις εταιρείες να κάνουν σχέδια με περιορισμένα στοιχεία, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα κάτι που προκαλεί «ντόμινο» επιπτώσεων στην παραγωγή και στις επενδύσεις.
Η εξάρτηση από την Κίνα ποικίλει ανά χώρα. Οι ΗΠΑ παίρνουν περίπου το 30% των εισαγόμενων ενδιάμεσων μεταποιημένων εξαρτημάτων από την Κίνα, ενώ το Μεξικό έχει ελαφρώς μικρότερη εξάρτηση (24%). Αντιθέτως, οι ασιάτες κατασκευαστές εξαρτώνται από την Κίνα για το 40% των εισαγωγών ενδιάμεσων προϊόντων, περιλαμβανομένων αυτών στην Καμπότζη, το Βιετνάμ, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία.
Περισσότερο από το ένα πέμπτο των μη πετρελαϊκών εισαγωγών της Ινδίας είναι από την Κίνα και, ως μια από τις μεγαλύτερες χώρες προμήθειας γενόσημων φαρμάκων στον κόσμο, βασίζεται στην Κίνα για έως και το 80% των ενεργών φαρμακευτικών συστατικών. Η Κίνα κατασκευάζει βασικά συστατικά που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως στη φαρμακευτική για αντιβιοτικά φάρμακα, φάρμακα για τον διαβήτη, παυσίπονα και αντιρετροϊκά φάρμακα, και σε όλα αυτά εμφανίζονται προβλήματα στην προμήθεια.
Η παγκόσμια βαρύτητα της Κίνας
Οι εκτιμήσεις για μειωμένη ανάπτυξη το α’ τρίμηνο στην Κίνα κυμαίνονται από 1,5 έως 3 ποσοστιαίες μονάδες σε ετησιοποιημένη βάση στην περίπτωση που η επιδημία τεθεί υπό έλεγχο μέχρι τον Μάρτιο. Ωστόσο, η Κίνα μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολία στην επανεκκίνηση της οικονομίας της μετά την παρατεταμένη αργία του Σεληνιακού Νέου Έτους, ακόμα και στις περιοχές που δεν μπήκαν σε καραντίνα. Σε όλη τη χώρα οι αλυσίδες logistics διαταράχθηκαν και η καταναλωτική ζήτηση περιορίστηκε, καθώς ο κόσμος παραμένει στα σπίτια του.
Η Κίνα εκπροσωπούσε μόλις το 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2003, σε σύγκριση με το σχεδόν 17% το 2019. Σημαντικότερο, ωστόσο, είναι το γεγονός πως η συμβολή της στην παγκόσμια ανάπτυξη έχει διπλασιαστεί, καθώς αυξήθηκε από λιγότερο του ενός έκτου στο ένα τρίτο της εκτιμώμενης ανάπτυξης 2,4%-2,9% το 2019.
Ένας εμπειρικός κανόνας για να μετρηθεί η σχέση της Κίνας με την παγκόσμια ανάπτυξη, είναι πως κάθε μεταβολή 1 ποσοστιαίας μονάδας στο ΑΕΠ της Κίνας σχετίζεται με μια αλλαγή στην παγκόσμια παραγωγή της τάξης των 0,3-0,4 ποσοστιαίων μονάδων. Ωστόσο, αυτή είναι μια στατιστική σχέση που δεν δείχνει απόλυτα την αλληλεξάρτηση μέσω των παγκόσμιων αλυσίδων προμηθειών ή την επίπτωση που φόβου στην επενδυτική και καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Οι προηγούμενες προβλέψεις για υποτονική παγκόσμια ανάπτυξη κυμαίνονταν από περίπου 2,5% σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα μέχρι το αισιόδοξο 3,3% του ΔΝΤ, όμως οι προβλέψεις αυτές εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες αβεβαιότητας και πτωτικών ρίσκων. Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας κινείται επιθετικά για την περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της, με τα αναμενόμενα δημοσιονομικά μέτρα να έχουν στόχο τη στήριξη της ανάπτυξης. Η Νότια Κορέα και άλλες ασιατικές χώρες λαμβάνουν παρόμοια μέτρα.
Εκτός της περιοχής, όμως, η έλλειψη επαληθεύσιμων δεδομένων και οι ατελείς προβλέψεις για την επίπτωση της επιδημίας του κορωνοϊού, έχουν δέσει τα χέρια των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής. Το αν θα μπορέσει η χαμένη οικονομική παραγωγή να ανακτηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της, αν όχι όλη, παραμένει αναπάντητο ερώτημα. Άλλωστε, οι οικονομολόγοι βρίσκονται σε αχαρτογράφητες περιοχές, χρησιμοποιώντας σετ δεδομένων που δεν τα γνωρίζουν και δεν διαθέτουν κάποιο καλό προηγούμενο.