Η Τουρκία βρίσκεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο μιας εμπλοκής στη Λιβύη η οποία θα οδηγήσει σε μια μη σχεδιασμένη μακροπρόθεσμη εμπλοκή στη χώρα, καθώς αυξάνει την παρουσία και τις επενδύσεις στη χώρα.
Για δεύτερη φορά μέσα σε τέσσερις μήνες σχεδιάζει μια αμφιλεγόμενη στρατιωτική ανάπτυξη σε αραβική χώρα, τώρα στη Λιβύη, αφότου η αναγνωρισμένη από τη διεθνή κοινότητα Κυβέρνησης Εθνικής Συνεννόησης (GNA) ζήτησε στήριξη από την Αγκυρα σε στρατό, ναυτικό και αεροπορία προκειμένου να υπερασπιστεί την Τρίπολη.
Η αυξημένη στρατιωτική στήριξη της Τουρκίας είναι βέβαιο ότι θα βοηθήσει την GNA και τις πολιτοφυλακές της που προσπαθούν να αποκρούσουν την επίθεση των δυνάμεων του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA), του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ που στηρίζεται από Ρώσους μισθοφόρους, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Σαουδική Αραβία.
Γιατί η Αγκυρα εξετάζει την αποστολή στρατευμάτων στην Τρίπολη για να προστατεύσει την αδύναμη GNA, κίνηση που θα περιπλέξει τα πράγματα; Η απάντηση είναι ότι πρέπει να την προστατεύσει αν θέλει να πραγματοποιήσει τις περιφερειακές της φιλοδοξίες.
Η μεγαλύτερη εμπλοκή στη Λιβύη, όμως, έχει ένα μεγάλο κίνδυνο. Μια αυξημένη παρουσία της Τουρκίας δεν θα κερδίσει τον πόλεμο για την GNA και οι ξένοι υποστηρικτές του Χαφτάρ χωρίς αμφιβολία θα αυξήσουν την στήριξή τους προς αυτόν. Η Αγκυρα ρισκάρει να γίνει το μοναδικό σωσίβιο για την GNA και αν δεν διευρύνει περαιτέρω την υποστήριξή της, η κυβέρνηση της Τρίπολης θα μπορούσε να πέσει, δημιουργώντας τον σημαντικό κίνδυνο να συρθεί η Τουρκία σε ένα αδιέξοδο.
Η στροφή στην τουρκική εξωτερική πολιτική
Την τελευταία δεκαετία ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα του (AKP) επεδίωξε μια στροφή στην εξωτερική πολιτική, από την εμβάθυνση των δεσμών με την Ευρωπαϊκή Ενωση (ή ακόμα και το ΝΑΤΟ) προς ένα ευρύτερο ρόλο σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική και τον μουσουλμανικό κόσμο.
Η πτώση αυταρχικών καθεστώτων, όπως αυτό του Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη κατά την Αραβική Ανοιξη του 2011 προσέφερε στην Αγκυρα μια ευκαιρία να επιδιώξει αυτή την στροφή. Ο Ερνοτάν και το AKP δεν έχασαν χρόνο, στηρίζοντας ισλαμικές πολιτικές ομάδες -όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Κατασκευής στη Λιβύη- που είναι ιδεολογικά κοντά στο AKP και τις ρίζες του σουνιτικού Ισλάμ.
Η προσπάθεια της Τουρκίας να αποκαταστήσει τον ιστορικό της ρόλο στους Μουσουλμάνους, καθώς και η άνοδος ισλαμικών πολιτικών ομάδων, όμως, ενόχλησε βαθιά την Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία, αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία βλέπουν ότι η Αγκυρα καταπατά τις παραδοσιακές σφαίρες επιρροής τους. Η οικονομική, πολιτική και στρατιωτική δύναμη της Τουρκίας θα μπορούσε να χαλιναγωγήσει την επιρροή τους στην περιοχή και οι ισλαμικές ομάδες που υποστηρίζει καθώς και η «δημοκρατία» την οποία προωθεί, δημιουργούν υπαρξιακό κίνδυνο για τις μοναρχίες του Κόλπου. Η συγκρουσιακή πορεία μεταξύ του Αμπου Ντάμπι και του Ριάντ από την μια πλευρά και της Αγκυρας από την άλλη, έγινε έτσι αναπόφευκτη όταν η Τουρκία αποφάσισε να γίνει περισσότερο ενεργή στον αραβικό κόσμο.
Παρά τη στήριξη της Τουρκίας, οι ισλαμικές κυβερνήσεις στην περιοχή κατέρρευσαν. Στην Αίγυπτο, ο Μοχάμεντ Μόρσι δεν άντεξε ούτε μια χρονιά στην θέση του Προέδρου και η Μουσουλμανική Αδελφότητά του έχει τώρα απαγορευτεί. Υπό τον πρόεδρο Αμπτέλ Φατάχ Ελ Σίσι, το Κάιρο είναι τώρα ακράδαντα στο στρατόπεδο του οποίου ηγείται η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα ενάντια στην Τουρκία.
Στην Τυνησία, το ισλαμικό κόμμα Ενάχντα είδε το ποσοστό του να συρρικνώνεται κατά σχεδόν 50% από το 2011 και αναγκάστηκε να γίνει περισσότερο μετριοπαθές ώστε να συμμετάσχει σε κυβερνήσεις συνασπισμού. Οι τουρκικές προσπάθειες να στηριχθεί πυροδότησαν σφοδρή αντίδραση από τα φιλελεύθερα και κοσμικά πολιτικά κόμματα αλλά και τα μέσα ενημέρωσης.
Στα νότια και το περισσότερο φιλικό προς το Ισλάμ Σουδάν, η ισλαμιστική κυβέρνηση του Ομάρ Αλ Μπασίρ έπεσε το 2019 και η χώρα τώρα είναι στενά ευθυγραμμισμένη με το Αμπου Ντάμπι και το Ριάντ. Εν τω μεταξύ στη Λιβύη, αν και η Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι στην εξουσία στην Τρίπολη μέσω της GNA, παρότι ηττήθηκε πανηγυρικά στις βουλευτικές εκλογές του 2014, οι ισλαμιστές έχουν περιορισμένο ρόλο στην συνολική βάση υποστήριξης της GNA.
Προστατεύοντας τα τουρκικά συμφέροντα στη Λιβύη
Η ικανότητα της Τουρκίας να ασκεί επιρροή στη Βόρεια Αφρική μέσω ισλαμιστικών ομάδων φθίνει με την Λιβύη να αποτελεί ίσως την τελευταία της ευκαιρία να το πράξει. Θα δώσει μάχη, όμως για να το καταφέρει, δεδομένης της φαινομενικά ατελείωτης οικονομικής, στρατιωτικής και αεροπορικής στήριξης που απολαμβάνει ο LNA. Η GNA δεν έχει λάβει τέτοια βοήθεια, αναγκάζοντας τον Ερντογάν να παρέμβει από τον φόβο κατάρρευσής της.
Αν καταρρεύσει η GNA και ο Χαφτάρ εγκαταστήσει τη δική του κυβέρνηση, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θα αποκτήσουν ένα ακόμα ισχυρό ιδεολογικό και στρατιωτικό εταίρο. Από την πλευρά της, η Τουρκία είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χάσει όλους τους οικονομικούς δεσμούς της με τη Λιβύη, δεδομένου ότι το φιλικό προς τον στρατηγό Χαφτάρ Κοινοβούλιο στο Τομπρούκ έχει απαγορεύσει σε Τούρκους εργολάβους να εργαστούν στην Τρίπολη.
Η Τουρκία έχει σημαντικούς οικονομικούς και πολιτιστικούς δεσμούς με τη Λιβύη. Εκτιμάται ότι τουρκικές εταιρείες ελέγχουν πάνω από 15 δισεκατομμύρια δολάρια απλήρωτου χρέους της Λιβύης. Εποφθαλμιούν επίσης τη δυνητικά ιδιαίτερα κερδοφόρα ανοικοδόμηση που θα γίνει κάποια στιγμή, όταν τελειώσει ο εμφύλιος.
Αντίθετα με τη Συρία, η χώρα διαθέτει τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου και επιπλέον περίπου 57 δισεκατομμύρια δολάρια σε παγωμένους λογαριασμούς από την Λιβυκή Αρχή Επενδύσεων, τα οποία θα χρηματοδοτήσουν την ανοικοδόμηση. Παράλληλα, πάνω από τους μισούς κάτοικους την ισχυρή εμπορική πόλη Μισράντα, περιλαμβανομένων πολλών προσώπων που εμπλέκονται στον εμφύλιο πόλεμο, είναι οθωμανικής καταγωγής και διατηρούν σημαντικούς οικονομικούς δεσμούς με την Τουρκία.
Ως τμήμα της αμυντικής συμφωνίας, Τουρκία και GNA υπέγραψαν μια δεύτερη που ορίζει τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δυο κρατών, προσφέροντας στην Αγκυρα ένα σπάνιο σύμμαχο στην ανατολική Μεσόγειο. Αν η συμφωνία είναι αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο, που ορίζει ότι δυο χώρες δεν μπορούν να διαπραγματευτούν θαλάσσια σύνορα που παραβιάζουν αυτά άλλου κράτους χωρίς να εμπλακεί και το τελευταίο, η «συμφωνία» απέβλεπε στο να έχει η Τουρκία αξιώσεις κοντά στην Κρήτη.
Η Αγκυρα μπορεί να επικαλεστεί τη «συμφωνία» για να δικαιολογήσει έρευνες για υδρογονάνθρακες στην περιοχή και να αξιοποιήσει την αυξημένη νομική ασάφεια για να παρακωλύσει τον προτεινόμενο αγωγό EastMed που στηρίζουν Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και Αίγυπτος.
Ο EastMed αυξάνει το κίνητρο να διατηρήσει την GNA ζωντανή. Η Τουρκία υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε έρευνα για υδρογονάνθρακες στην κυπριακή ΑΟΖ πρέπει να γίνει σε συνεργασία με την κυβέρνηση των κατεχόμενων. Στα χαρτιά τουλάχιστον, η «συμφωνία» με τη Λιβύη θα μπορούσε ουσιαστικά να μπλοκάρει ένα αγωγό που θα κατευθύνεται προς την Ελλάδα, καθώς θα πρέπει να περάσει από περιοχή που διεκδικεί είτε η Λιβύη, είτε η Τουρκία. Αυτή η νομική επιπλοκή θα μπορούσε να δώσει στην Αγκυρα de facto δύναμη βέτο σε κάθε αγωγό από την ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη.
Παρά τους κινδύνους η αυξανόμενη ανάμειξη της Τουρκίας στη Λιβύη μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος για να κρατήσει την περιφερειακή της στρατηγική ζωντανή.