Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ανεβάζουν το… κασέ οι ΗΠΑ για την «προστασία» συμμάχων

Εως και τετραπλασιασμό των ποσών που πληρώνουν για την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στα εδάφη τους ζητά η υπερδύναμη από Νότια Κορέα, Ιαπωνία και Γερμανία. Ποιες χώρες αναμένεται να «ενδώσουν» και ποιες έχουν… εναλλακτικές.

Ανεβάζουν το… κασέ οι ΗΠΑ για την «προστασία» συμμάχων

Οι ΗΠΑ απαιτούν τεράστιες αυξήσεις του ποσού που πληρώνουν τρεις από τους κυριότερους εταίρους τους, Νότια Κορέα, Ιαπωνία και Γερμανία, για την παραμονή των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στα εδάφη τους, κάτι που μπορεί να προκαλέσει σημαντικές αλλαγές στο παγκόσμιο στρατιωτικό αποτύπωμα των ΗΠΑ.

Ο κομβικός ρόλος των ΗΠΑ και του στρατού τους στις στρατηγικές ασφαλείας της Νότιας Κορέας και της Ιαπωνίας σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον είναι σε ισχυρή θέση για να εξασφαλίσει περισσότερα χρήματα. Η προσπάθεια, όμως, να πιεστεί η Γερμανία ίσως σπρώξει το Βερολίνο πιο μακριά από την υπερδύναμη.

Ρεπορτάζ αυτού του μήνα υποστηρίζουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει απαιτήσει από τη Νότια Κορέα να πληρώσει 4,7 δισ. δολάρια τον επόμενο χρόνο ή 400% περισσότερα απ’ όσα διαθέτει τώρα, για να συνεχίσει να απολαμβάνει αμερικανική στρατιωτική προστασία. Εν συνεχεία άλλο ρεπορτάζ αποκάλυψε ζητήθηκε από την Ιαπωνία να αυξήσει τέσσερις φορές τη συμμετοχή της στον διαμοιρασμό του κόστους, στα 8 δισ., όταν λήξει, τον Μάρτιο του 2021, η υφιστάμενη διμερής συμφωνία. Οι πληροφορίες έρχονται, καθώς οι ΗΠΑ ήδη ετοιμάζονται να πιέσουν τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ, και ειδικά την Γερμανία, να πληρώσουν περισσότερο για την παρουσία Αμερικανών στρατιωτών στην Ηπειρο.

Οι πρόσφατες αμερικανικές απαιτήσεις δεν ήταν η πρώτη ένδειξη ότι σχεδιάζεται αυτή η αλλαγή πολιτικής. Τον Μάρτιο το Bloomberg μετέδωσε ότι υπό τις οδηγίες του Λευκού Οίκου, η διοίκηση έγραψε λίστα με απαιτήσεις οι οποίες προβλέπουν ότι Γερμανία και Ιαπωνία δεν θα πληρώσουν μόνο το πλήρες κόστος για τα αμερικανικά στρατεύματα που βρίσκονται στα εδάφη τους αλλά και επιπλέον 50% για το «προνόμιο» να τα έχουν εκεί. Το ίδιο πλαίσιο χρησιμοποιήθηκε αρχικά στις διαπραγματεύσεις με την Νότια Κορέα το 2018 πριν οι ΗΠΑ κάνουν πίσω. Τον Ιούνιο, η Washington Post έγραψε ότι το Πεντάγωνο ανέλυε το αντίκτυπο από μια μεγάλης κλίμακας αποχώρηση αμερικανικών από τη Γερμανία, κάτι που κινητοποίησε ευρωπαϊους αξιωματούχους οι οποίοι αναζήτησαν εξηγήσεις από τις ΗΠΑ.

Παρά τις αντιστάσεις από το Πεντάγωνο και το υπουργείο Εξωτερικών, οι οποίες κάποιες φορές επιτυχημένα μετρίασαν τις απαιτήσεις, ο Λευκός Οίκος και προσωπικά ο Ντόναλντ Τραμπ είναι αποφασισμένοι να διαπραγματευτούν γι’ αυτό που θεωρούν «δίκαιες συμφωνίες» για τις αναπτύξεις στρατού σε δυτικούς συμμάχους. Μελέτη του Πενταγώνου για την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από την Γερμανία υπογραμμίζει ότι οι ΗΠΑ πραγματικά εμφανίζονται πρόθυμες να αποσύρουν δυνάμεις αν αυτές οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν.

Η αμερικανική προσπάθεια να εξασφαλιστούν χρήματα για τον στρατό που έχει στο εξωτερικό δεν είναι κάτι καινούργιο και δεν θα σταματήσει όταν φύγει ο Τραμπ από τον Λευκό Οίκο. Ο αμερικανός πρόεδρος, όμως, «υπερφόρτωσε» τη διαδικασία, μετατρέποντάς την σε κεντρική συνιστώσα των σχέσεων με αυτές τις χώρες.

Δεδομένου του χρονοδιαγράμματος, η Νότια Κορέα βρίσκεται σε δύσκολη θέση με λίγα περιθώρια κωλυσιεργίας, αλλά Ιαπωνία και Γερμανία μπορούν να ακολουθήσουν αυτή την τακτική και να δουν το κατά πόσο το 2021 θα φέρει μια νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ η οποία θα έχει περισσότερο ήπιες θέσεις σε αυτό το θέμα.

Σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον για τον επόμενο χρόνο και ίσως περισσότερο, οι αμερικανικές προσπάθειες για σημαντικές αλλαγές σε αυτές τις συμφωνίες με βασικούς συμμάχους θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν εκτεταμένες συνέπειες.

Η περίπτωση της Νότιας Κορέας

Η Νότια Κορέα βρίσκεται σε αδύναμη θέση για να αντισταθεί στην αμερικανική προσέγγιση. Εχοντας ήδη συμφωνήσει να πληρώσει τις ΗΠΑ 8,2% περισσότερα σε μια σκληρή διαπραγμάτευση το 2018, αντιμετωπίζει τώρα απαίτηση για τετραπλασιασμό των πληρωμών. Η νέα συζήτηση δεν ξεκίνησε σε καλό κλίμα. Στις 19 Νοεμβρίου οι αμερικανοί διαπραγματευτές σταμάτησαν τις επαφές όταν έγινε ξεκάθαρο ότι δεν θα υπήρχε προ το παρόν πρόοδος.

Εν τέλει, όμως, η Σεούλ θα πρέπει να κλείσει μια συμφωνία. Ο λόγος είναι ότι παρά την αξιοσημείωτη στρατιωτική της δύναμη, η αμυντική της στρατηγική εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ και τους 28.500 στρατιώτες που υπάρχουν στη χερσόνησο. Αν και πιο ισχυρή σε συμβατική δύναμη από τη Βόρεια Κορέα, σε οποιαδήποτε μεγάλη στρατιωτική αναμέτρηση θα στηριχθεί στις δυνατότητες των ΗΠΑ σε ότι αφορά την διοίκηση και τη συγκέντρωση πληροφοριών, καθώς και στην ναυτική και αεροπορική τους ισχύ. Αυτές οι δυνατότητες θα είναι κρίσιμες για να εξουδετερωθούν οι επιθετικές δυνατότητες της Βόρειας Κορέας πριν η Πιονγιάνγκ επιφέρει οδυνηρές ζημιές στους ανθρώπους και την οικονομία της Νότιας Κορέας. Η αυξανόμενη ισχύ της Βόρειας Κορέας σε ότι αφορά το οπλοστάσιο πυραύλων και πυρηνικών απλά αυξάνει την σημασία των ΗΠΑ στην άμυνα της χώρας.

Οι σκληρές απαιτήσεις των ΗΠΑ έχουν αυξήσει τις φωνές για περισσότερη αμυντική αυτονομία, ειδικά από πολιτικούς στα αριστερά. Η χώρα ήδη κινείται στην κατεύθυνση της ελλάτωσης της εξάρτησης ενισχύοντας τις αμυντικές της δυνατότητες, ενώ κάποιοι καλούν ακόμα και για την απόκτηση πυρηνικών.

Η εξασφάλιση πραγματικής στρατιωτικής ανεξαρτησίας, όμως, θα απαιτήσει δεκαετίες, κάτι που σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά απίθανο να υπάρξει ρήξη με τις ΗΠΑ, παρά τις μεγάλες αξιώσεις που έχουν. Σε κάθε περίπτωση οι επίμαχες διαπραγματεύσεις θα αυξήσουν την τάση για περισσότερη ανεξαρτησία στην άμυνα, ενώ ένα αδιέξοδο θα μπορούσε να ωθήσει τον Τραμπ να αποσύρει μέρος των στρατευμάτων με μονομερή ενέργεια.

Η περίπτωση της Ιαπωνίας

Όπως η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ, ενώ και αυτή αντιμετωπίζει απαιτήσεις για μεγάλες αυξήσεις στις πληρωμές. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Foreign Policy, τον Ιούλιο οι ΗΠΑ ζήτησαν να ανεβάσει το μερίδιό της στον διαμερισμό του κόστους κατά τέσσερις φορές, στα 8 δισεκατομμύρια δολάρια, όταν λήξει η διμερής συμφωνία τον Μάρτιο του 2021.

Η χώρα διαθέτει ισχυρό στρατό, αλλά οι ένοπλες δυνάμεις της εστιάζουν στην αμυντική ικανότητα και το Τόκιο πολύ πρόσφατα ξεκίνησε να συσσωρεύει σοβαρή επιθετική δύναμη πυρός. Εν τω μεταξύ στηρίζεται στους περίπου 50.000 αμερικανούς στρατιώτες που βρίσκονται στο έδαφός της για να τονώσει τη δυνατότητά της να αντιδράσει σε εξωτερικές απειλές.

Αυτές οι απειλές και ειδικά αυτή της ανερχόμενης Κίνας, θα «εξασφαλίσουν» ότι, όπως και η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία δεν θα τα «σπάσει» με τις ΗΠΑ για τις απαιτήσεις τους για περισσότερα χρήματα. Αν και η Ιαπωνία θα πασχίσει να κλείσει καλύτερη συμφωνία από αυτή που προσφέρει η Ουάσιγκτον, είναι ένας από τους συμμάχους που μπορεί με μεγαλύτερη «ασφάλεια» να πιεστεί από τις ΗΠΑ, δεδομένου του μεγάλου πλούτου και της ανάγκης για στενή ευθυγράμμιση με την υπερδύναμη.

Το Τόκυο μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την πίεση ως επιχείρημα για να επιταχύνει την ομαλοποίηση του στρατού του αντιμετωπίζοντας την εγχώρια κριτική που διατυπώνεται για το θέμα. Ενώ οι ΗΠΑ, όμως, πίεζαν γι’ αυτό, αν συμβεί μπορεί να εγκυμονεί κάποιους κινδύνους για τις ΗΠΑ, όπως η μεγαλύτερη απειλεί να συρθούν από την Ιαπωνία σε μια σύγκρουση.

Η περίπτωση της Γερμανίας

Η Γερμανία είναι σε πολύ καλύτερη θέση σε ότι αφορά τη δυνατότητα να αντισταθεί στις απαιτήσεις. Όπως η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, φιλοξενεί μεγάλο αριθμό στρατιωτών, 34.000, σε αντίθεση με τις άλλες δυο χώρες, όμως, αισθάνεται ασφαλής απέναντι σε μια άμεση στρατιωτική απειλή. Επίσης, σε αντίθεση με τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία, οι Γερμανοί συνολικά είναι πολύ πιο επικριτικοί απέναντι στην παρουσία Αμερικανών στρατιωτών στη χώρα τους. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι περίπου τα 2/3 των κατοίκων σε Ιαπωνία και Νότια Κορέα στηρίζουν την παρουσία αμερικανικού στρατού, ενώ μια δημοσκόπηση το 2018 αποφάνθηκε ότι στην Γερμανία το 42% των πολιτών έβλεπε θετικά την αποχώρησή τους και μόνο το 37% τάσσονταν αντίθετο.

Οι Γερμανοί συχνά θεωρούν ότι οι αμερικανικές βάσεις στη χώρα τους πρωτίστως υπηρετούν τα συμφέροντα εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, αντί τα δικά τους. Στην πραγματικότητα οι στρατιωτικές υποδομές που έχτισαν με την πάροδο των δεκαετιών οι αμερικανοί, όπως αεροδρόμια και νοσοκομεία, χρησιμοποιήθηκαν πολύ κατά τους πολέμους που διεξήγαγε η υπερδύναμη στην Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν. Αυτοί οι παράγοντες κάνουν περισσότερο πιθανό να απορριφθούν τα αιτήματα των ΗΠΑ για μεγάλη αύξηση των πληρωμών και να υπάρξει σημαντική μείωση των αμερικανικών δυνάμεων.

Ακόμα πιο πιθανό κάνει το παραπάνω ενδεχόμενο το γεγονός ότι εκτιμάται πως το μέρος στο οποίο θα μετεγκατασταθούν αυτές οι δυνάμεις είναι η γειτονική Πολωνία. Από την πλευρά της, η τελευταία επιδιώκει να φιλοξενήσει περισσότερους στρατιώτες των ΗΠΑ και έχει προσφερθεί να πληρώσει σημαντικό ποσό για να τους προσελκύσει. Δεδομένου ότι η μεγαλύτερη ανησυχία της Γερμανίας σε ότι αφορά την ασφάλεια είναι η Ρωσία, η μετακίνηση στρατού των ΗΠΑ στην Πολωνία δίνει στο Βερολίνο αυτό που θέλει χωρίς να χρειαστεί να πληρώσει.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτό το σενάριο έχει «κόστος» την χειροτέρευση των σχέσεων Γερμανίας-ΗΠΑ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v