Καθώς η ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν αλλάζει πορεία και κινείται προς μια πιθανή στρατιωτική αντιπαράθεση, ο ρωσικός παράγοντας γίνεται όλο και πιο κρίσιμης σημασίας. Η πολιτική της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή χαρακτηρίζεται από ασκήσεις ισορροπίας που διασφαλίζουν τον ρόλο της χώρας ως μιας ευέλικτης και αποτελεσματικής δύναμης εξισορρόπησης.
Η πτώση της Ισλαμικής Δημοκρατίας θα μπορούσε να υπονομεύσει την ικανότητα της Μόσχας να ισορροπεί στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και θα μπορούσε δυνητικά να πλήξει την πολιτική της Ρωσίας στη Συρία, δίνοντας περισσότερη ελευθερία δράσης σε ομάδες που συμμαχούν με τις ΗΠΑ, αποδυναμώνοντας περαιτέρω την ανακάμπτουσα κυβέρνηση Άσαντ. Την ίδια ώρα, η Ρωσία και το Ιράν έχουν μια σημαντική σύγκλιση στον τομέα της ασφάλειας, προκειμένου να ανταποκρίνονται σε κοινές απειλές και να προσαρμόζουν στρατηγικές προκειμένου να αποκτήσουν την απαιτούμενη διεθνή αναγνώριση, αναθεωρώντας την τάξη πραγμάτων της οποίας ηγούνται οι ΗΠΑ. Και το σημαντικότερο, μια καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ επίθεση κατά του Ιράν θα άνοιγε τον δρόμο για μια αρχιτεκτονική στον τομέα της ασφάλειας στη Μέση Ανατολή στην οποία θα ηγούνται οι ΗΠΑ, δίνοντας έτσι στην Ουάσινγκτον ένα τεράστιο πλεονέκτημα.
Όλες αυτές οι εξελίξεις δίνουν τροφή για εικασίες αναφορικά με τον βαθμό της εμπλοκής της Μόσχας σε μια πιθανή στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ.
Αν και η Μόσχα θα μπορούσε να κερδίσει οικονομικά από ένα πολιτικά απομονωμένο και λιγότερο οικονομικά ανταγωνιστικό Ιράν, ωστόσο οι γεωπολιτικές επιπτώσεις από μια αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη θα επισκιάσουν σημαντικά τα όποια πιθανά οικονομικά οφέλη.
Συγκεκριμένα, μια άμεση αντιπαράθεση μεταξύ της Τεχεράνης και της Ουάσινγκτον που θα μπορούσε να επαναφέρει την μεγάλη αμερικανική στρατιωτική ανάπτυξη, είναι μια γεωπολιτική πρόκληση που απειλεί τα Ρωσικά συμφέροντα στη Μέση Ανατολή. Η Μόσχα έχει ήδη κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι προκαλούν το Ιράν και έχει δείξει την αντίθεσή της στην αύξηση της αμερικανικής πίεσης στο αμυντικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, αναγνωρίζοντας τα νόμιμα αμυντικά συμφέροντα του Ιράν.
Επιπλέον, η ενεργή εμπλοκή της Ρωσίας στην παγκόσμια πολιτική, όπως έχει φανεί τα τελευταία χρόνια, απέχει μακράν της σχετικής παθητικότητας που χαρακτήριζε την αντίδραση της Μόσχας στον Πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας ή στην Αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Ως εκ τούτου, δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν η Ρωσία αποφασίσει να προχωρήσει πέραν της διπλωματικής στήριξης για να προστατεύσει τα συμφέροντά της στη Μέση Ανατολή, και να κάνει βήματα όπως η παροχή στρατιωτικής βοήθειας στο Ιράν.
Τα τελευταία χρόνια, η Μόσχα και η Τεχεράνη έχουν θεσμοθετήσει τον στρατιωτικό συντονισμό τους μέσω της πρωτοφανούς συχνότητας τακτικών υψηλού επιπέδου στρατιωτικών επαφών και επαφών στον τομέα των πληροφοριών. Αυτό θα μπορούσε να συμβάλλει επίσης στην προθυμία της Μόσχας να διευρύνει την βοήθειά της προς το Ιράν και πέραν των διπλωματικών μέτρων.
Επιπροσθέτως, η παγκόσμια φιλοδοξία στη βάση της οποίας ενεργεί σήμερα η Ρωσία, απαιτεί η Μόσχα να δώσει την αρμόζουσα απάντηση στην όποια ακραία αμερικανική πολιτική έναντι του Ιράν. Μια από τις βασικές φιλοδοξίες του Πούτιν αναφορικά με την εξωτερική πολιτική, είναι να επιβεβαιώσει πως η Ρωσία είναι μια παγκοσμίως αναγνωρισμένη υπερδύναμη. Για να το πετύχει αυτό η Μόσχα πρέπει να δείξει το μέγεθος της επιρροής που έχει παγκοσμίως, ιδιαίτερα όταν τίθεται θέμα σημαντικής διεθνούς κρίσης ασφαλείας.
Αν δεν καταφέρει να δείξει έναν σημαντικό βαθμό εμπλοκής σε μια εξελισσόμενη κρίση, τότε η Ρωσία θα δει το κύρος της να βλάπτεται και να υπονομεύεται η θέση της ως της υπερδύναμης που υποστηρίζει η Μόσχα πως είναι. Ο Πούτιν έχει στείλει ξεκάθαρο μήνυμα πως οι προσδοκίες του Ιράν για μια δυνητική Ρωσική βοήθεια, θα πρέπει να είναι σοβαρά μετρημένες. Ωστόσο, θα μπορούσε να υποτεθεί πως η αντίδραση του Πούτιν σε μια πλήρη σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ ίσως είναι διαφορετική.
Η άμεση εμπλοκή της Ρωσίας σε μια σύγκρουση ΗΠΑ-Ιράν, εάν υπάρξει τέτοια σύγκρουση, είναι εξαιρετικά απίθανη. Ωστόσο. Η Μόσχα μπορεί να κάνει ορισμένες επιφυλακτικές κινήσεις προκειμένου να ενισχύσει τις αποτρεπτικές ικανότητες του Ιράν. Είναι αμφίβολο αν η Μόσχα θα κάνει ριζοσπαστικές αλλαγές στην πολιτική της να μην προμηθεύει την Τεχεράνη με επιθετικά όπλα, όμως αυτό δεν σημαίνει πως η Ρωσία δεν μπορεί να ενισχύσει τις αμυντικές δυνατότητες του Ιράν. Οι πρόσφατες διαστρατιωτικές σχέσεις μεταξύ της Τεχεράνης και της Μόσχας θα μπορούσαν να δώσουν μια εικόνα των ρεαλιστικών βημάτων που θα μπορούσε να κάνει η Μόσχα για να βοηθήσει την Τεχεράνη. Από το 2011 η Ρωσο-ιρανική συνεργασία έχει αναπτυχθεί σε τρεις βασικές κατηγορίες.
Στις πωλήσεις όπλων, με αποκορύφωμα την παράδοση των συστημάτων S-300PMU2· στην ανταλλαγή πληροφοριών με επίκεντρο το Ισλαμικό Κράτος και τις μάχες στη Συρία· και στην επιχειρησιακή συνεργασία κυρίως υπό τη μορφή συντονισμού στις μάχες και κοινών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Συρία. Αυτοί οι μοναδικοί πυλώνες αλληλεπίδρασης μεταξύ των δυο χωρών, σε συνδυασμό με τις κοινές επιτροπές για την διευκόλυνσή τους, έχουν θεσμοθετήσει τη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ της Μόσχας και της Τεχεράνης πολύ πέραν της Συρίας. Η ρωσική εμπλοκή στη σύγκρουση ΗΠΑ-Ιράν πιθανόν να βασίζεται ευρύτερα σε αυτό το τριπλό μοντέλο.
Η πρώτη επιλογή της Μόσχας για να «απαντήσει» στην κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ θα μπορούσε να είναι η ενίσχυση των δυνατοτήτων του συστήματος αεράμυνας του Ιράν, προκειμένου να μειώσει την αεροπορική υπεροχή των ΗΠΑ. Η ρωσική εμπλοκή στη Συρία έχει δείξει πως το Κρεμλίνο έχει σιγουριά για τη χρήση προηγμένων συστημάτων αεράμυνας για να αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων εν μέσω συνεχιζόμενων μαχών. Ξεκάθαρο παράδειγμα αποτελεί η απόφαση της Μόσχας να δώσει στον Στρατό της Συρίας μονάδες S-300 στη Συρία, μετά την κατά λάθος κατάρριψη ρωσικού αναγνωριστικού αεροσκάφους από τον Στρατό της Συρίας. Έδειξε την προθυμία της Ρωσίας να προσαρμόσει τη στρατιωτική ισορροπία μέσω της ταχείας προμήθειας όπλων.
Ως εκ τούτου, η Ρωσία μπορεί να διατηρήσει την επιλογή της βελτίωσης των αμυντικών δυνατοτήτων του Ιράν μέσω της προμήθειας πιο εξελιγμένων μονάδων, αν προκύψει κάποια τέτοια ανάγκη. Η προμήθεια πυροβολαρχιών των S-400 ή επίγειων συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου περιλαμβανομένων των Borisoglebsk-2 και Krasukha-4S που μπορούν να περιορίσουν την αεροπορική υπεροχή των ΗΠΑ, θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος της απάντησης της Ρωσίας. Αυτά τα προηγμένα συστήματα καταστολής της αεροπορικής υπεροχής θα μπορούσαν να βελτιώσουν στρατηγικά τις ικανότητες Αντιπρόσβασης και Άρνησης Περιοχής [Anti Access/Area Denial (A2/AD)] του Ιράν, πλήττοντας σοβαρά την ικανότητα των ΗΠΑ για εναέριο πόλεμο. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένοι τεχνικοί περιορισμοί, περιλαμβανομένης της εκπαίδευσης του πληρώματος και των λειτουργικών απαιτήσεων για να καταστούν λειτουργικά τα σύγχρονα συστήματα όπως το S-400, όταν το Ιράν βρίσκεται εν μέσω μια επαπειλούμενης σύγκρουσης με τις ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, η Μόσχα μπορεί να μην διακινδυνεύσει την προμήθεια στην Τεχεράνη ρωσικού προσωπικού για να λειτουργήσει τα συστήματα αυτά.
Μια από τις μορφές που θα μπορούσε δυνητικά να λάβει μια ρωσική αντίδραση, θα ήταν η ανάπτυξη ρωσικών στρατιωτικών πόρων στο Ιράν προκειμένου να περιορίσει την έκταση ή να περιπλέξει τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Ιράν. Η Ρωσία έδειξε πρόσφατα πως είναι έτοιμη να αναπτύξει περιορισμένες στρατιωτικές μονάδες σε επίμαχες χώρες προκειμένου να καταπολεμήσει τις απειλές στα συμφέροντά της. Η περίπτωση των Tu-160 και της ανάπτυξης περιορισμένων δυνάμεων στη Βενεζουέλα προκειμένου να αποτραπεί η αμερικανική απειλή προς στήριξη της κυβέρνησης Μαδούρο, είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα, θέτοντας ως πιθανή επιλογή τη στρατηγική ανάπτυξη στρατευμάτων. Η Τεχεράνη είναι επίσης πιθανό να στηρίξει τους Ρώσους στρατιώτες που θα βρίσκονται σε εδάφη του Ιράν.
Στο αποκορύφωμα του πολέμου στη Συρία το 2016, υπήρξε η πληροφορία πως ρωσικά βομβαρδιστικά Tu-22M3 χρησιμοποίησαν ιρανική βάση στην Χαμαντάν για να εξαπολύσουν επιθέσεις κατά στόχων στη Συρία. Παρά το επαναστατικό σλόγκαν «Όχι Ανατολή, Όχι Δύση», το περιστατικό αποκάλυψε πως η Ισλαμική Δημοκρατία έχει γίνει αρκετά ρεαλίστρια ώστε να μεταβάλλει την πολιτική της όταν διακυβεύονται ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Αυτές οι εξελίξεις αυξάνουν την πιθανότητα η Ρωσία να είναι πρόθυμη να εφαρμόσει το ίδιο μοντέλο προκειμένου να στηρίξει την ιρανική κυβέρνηση. Η κίνηση θα έχει περιορισμένη επιχειρησιακή αξία, αν και θα έστελνε στην Ουάσινγκτον ένα ισχυρό μήνυμα πολιτικής στήριξης. Ωστόσο, αυτή η πολιτική θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο ως αποτρεπτικό εργαλείο, αποθαρρύνοντας έναν δυνητικό αντίπαλο από το να εμπλακεί σε στρατιωτική σύγκρουση. Τη στιγμή που θα κλιμακωθεί η βία, η τοποθέτηση στρατιωτών δεν θα αποτελεί πλέον επιλογή για τη Ρωσία.
Τέλος, η Ρωσία μπορεί να παράσχει στο Ιράν επιχειρησιακές πληροφορίες πριν ή κατά τη διάρκεια του ξεσπάσματος ενός πολέμου με τις ΗΠΑ. Δεν θα είναι η πρώτη φορά που η Ρωσία παρέχει τέτοιου είδους βοήθεια στους συμμάχους της. Το 2003, σε έκθεση του Πενταγώνου υπήρχε ο ισχυρισμός πως η Ρωσία διοχέτευε στον Σαντάμ Χουσεϊν πληροφορίες για τις κινήσεις Αμερικανών στρατιωτών στο Ιράκ, κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών του πολέμου. Σε ό,τι αφορά το Ιράν και τη Ρωσία, η εμπειρία των δυο χωρών στην ανταλλαγή ευαίσθητων αντιτρομοκρατικών πληροφοριών για το Ισλαμικό Κράτος στο Αφγανιστάν και η δημιουργία κοινού κέντρου πληροφοριών το 2015, έχουν διευκολύνει τη συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών.
Αν και η έκταση της συνεργασίας αυτής δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη, οι συχνές επισκέψεις αξιωματούχων του τομέα της ασφάλειας των δυο χωρών, υποδηλώνουν πως έχουν δημιουργήσει αξιόπιστα κανάλια για τη διατήρησή της. είναι δύσκολο να υποτεθεί πως η Ρωσία θα παράσχει εκτεταμένα δεδομένα παρακολούθησης και αναγνώρισης στο Ιράν. Ωστόσο, ακόμα και η περιορισμένη πρόσβαση σε πληροφορίες για την ανάπτυξη αμερικανικών στρατευμάτων, εξοπλισμού και θέσεων θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση των αμυντικών ικανοτήτων του Ιράν.
Η Μόσχα ξεκάθαρα δεν σκοπεύει να εμπλακεί σε μια στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ και ως εκ τούτου θα χρησιμοποιήσουν κάθε δυνατό μέτρο για να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ των δυο δυνάμεων. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως η Ρωσία δεν έχει άλλες επιλογές παρά να παραμείνει αδρανής ή να περιορίσει τη στήριξή της στην απλή διπλωματική βοήθεια. Αντιθέτως, η Μόσχα δεν έχει καμία επιθυμία για μια μεγάλη αλλαγή δυνάμεων στη Μέση Ανατολή προς όφελος των ΗΠΑ. Έτσι, σε αντίθεση με αυτό που εύχεται η Αμερικανική κυβέρνηση, δεν είναι πιθανό η Μόσχα να τηρήσει παντελώς ουδέτερη στάση στην επαπειλούμενη κρίση.
Η Ρωσία εξακολουθεί να έχει αρκετές επιλογές για να επηρεάσει την ισορροπία των στρατιωτικών δυνατοτήτων μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ. Δεν είναι επιλογές που θα αλλάξουν το παιχνίδι, ούτε είναι απαραιτήτως ικανές να αλλάξουν τη ροή του πολέμου, όμως μπορούν οπωσδήποτε να δημιουργήσουν σημαντικά εμπόδια στις πολεμικές προσπάθειες της Ουάσινγκτον. Οι επιλογές αυτές καθιστούν την αμερικανική περιπέτεια στο Ιράν πολύ πιο περίπλοκη απ’ όσο φαίνεται.