Ο πόλεμος δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε. Αυτό ίσως δεν φαίνεται πουθενά πιο ξεκάθαρα απ’ ό,τι στη συνεχιζόμενη μάχη της Ρωσίας με τη Δύση για απόκτηση επιρροής, που τώρα φαίνεται να διεξάγεται τόσο παρασκηνιακά όσο και ανοικτά. Με την αυγή της ψηφιακής εποχής, οι συγκρούσεις μεταξύ μεγάλων δυνάμεων έχουν επεκταθεί από το πεδίο της μάχης στον κυβερνοχώρο, κάτι που το Κρεμλίνο έχει «αγκαλιάσει», «ακονίζοντας» τις δυνατότητές του στον υβριδικό πόλεμο.
Ο όρος «υβριδικός πόλεμος» μπορεί να είναι της μόδας αυτές τις μέρες, όμως είναι κάτι που διεξάγεται εδώ και αιώνες. Χρησιμοποιήθηκε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στους Ναπολεόντειους Πολέμους, στις επαναστάσεις στην Αμερική και στον Ψυχρό Πόλεμο, συνδυάζοντας συμβατικές με ανορθόδοξες τακτικές.
Όμως η πρόσφατη εξέλιξη της τεχνολογίας και των μέσων μαζικής επικοινωνίας έχουν δώσει νέο ορισμό στο concept αυτό, αλλάζοντας την ίδια τη φύση του, με την εισαγωγή στοιχείων όπως τα trolls, τα bots και οι χακτιβιστές. Αν και υπάρχει συζήτηση σχετικά με τον ορισμό του, ο υβριδικός πόλεμος -τουλάχιστον για τους σκοπούς αυτής της ανάλυσης- μπορεί τώρα να περιλαμβάνει την ανάπτυξη διάφορων εργαλείων στον κυβερνοχώρο, πλέον των παραδοσιακών στρατιωτών, των παραστρατιωτικών ομάδων, των τιμωρητικών οικονομικών μέτρων, της πολιτικής χειραγώγησης και της διασποράς προπαγάνδας και παραπληροφόρησης. Και καθώς τα κόστη του συμβατικού πολέμου έχουν αυξηθεί, έχει αυξηθεί η εξέχουσα θέση του υβριδικού πολέμου ως εργαλείου στις διεθνείς σχέσεις.
Δύση εναντίον… Δύσης
Στην «πρώτη γραμμή» αυτής της κίνησης είναι η Ρωσία. Από τότε που ανέκαμψε από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και ξανα-αναδύθηκε ως περιφερειακή δύναμη στα μέσα της δεκαετίας του 2000, η Ρωσία έχει κάνει αρκετή χρήση του υβριδικού πολέμου ως κεντρικού στοιχείου της στρατηγικής εθνικής ασφάλειάς της, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στη Δύση. Καθώς δεν διαθέτει πλέον τη συντριπτική συμβατική δύναμη που χρειάζεται για να κοιτά αφ’ υψηλού το ΝΑΤΟ και να ανακτήσει τα εδάφη που έχασε με την κατάρρευση του Σοβιετικού μπλοκ, η Ρωσία έπρεπε να στραφεί σε άλλα μέσα για να μεγιστοποιήσει τα πλεονεκτήματά της και να ελαχιστοποιήσει τις αδυναμίες της.
Αυτή η στρατηγική ήταν πλήρως εμφανής στην Ουκρανία, όπου η Ρωσία βασίστηκε σε αρκετές τακτικές υβριδικού πολέμου στα ανατολικά της χώρας. Εκεί το Κρεμλίνο έχει αναπτύξει «μικρά πράσινα ανθρωπάκια» -δυνάμεις που κατά ορισμένους είναι Ρώσοι στρατιώτες, αν και η Μόσχα ισχυρίζεται πως είναι οργανωμένες τοπικές δυνάμεις αυτοάμυνας- καθώς και κυβερνοεπιθέσεις και εκστρατείες προπαγάνδας κατά της κυβέρνησης του Κιέβου. Η Ρωσία, όμως, δεν σταμάτησε εκεί, καθώς προχώρησε σε παρόμοιες επιχειρήσεις κατά των Δυτικών συμμάχων της Ουκρανίας (περιλαμβανομένης της εμπλοκής στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές) και τις χώρες που βρίσκονται στην «αυλή» της Μόσχας και τείνουν προς τη Δύση.
Η ρωσική κυβέρνηση, μάλιστα, υπαινίχθηκε από πριν την πρόθεσή της για αυτές τις επιθέσεις. Τον Μάρτιο του 2014, λίγες ημέρες προτού η Ρωσία προσαρτήσει την Κριμαία, ο κορυφαίος σύμβουλος του Κρεμλίνου Βλάντισλαβ Σουρκόφ εξέδωσε ένα φανταστικό δυστοπικό μυθιστόρημα με το ψευδώνυμό του, Νάταν Ντουμποβίτσκι, περιγράφοντας το μέλλον του πολέμου. Στο μυθιστόρημα αυτό γράφει: «Ήταν ο πρώτος μη γραμμικός πόλεμος. Στους πρωτόγονους πολέμους του 19ου και 20ού αιώνα ήταν σύνηθες να μάχονται μόνο δύο πλευρές. Δύο χώρες, δύο μπλοκ συμμάχων. Τώρα τέσσερις συμμαχίες συγκρούστηκαν. Όχι δύο εναντίον δύο, ή τρεις εναντίον ενός. Αλλά όλοι εναντίον όλων».
Η δύναμη είναι σχετική
Αν και ο τρόπος και η ένταση με την οποία η Ρωσία χρησιμοποιεί τον υβριδικό πόλεμο έχουν εξελιχθεί με την πάροδο των ετών, τα κίνητρα δεν έχουν εξελιχθεί. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η χώρα είναι ευάλωτη στα δυτικά της. Άλλωστε, η Ρωσία διαχωρίζεται από τις μεγαλύτερες δυνάμεις της Ευρώπης μόνο από την τεράστια Βόρεια Ευρωπαϊκή Πεδιάδα και είναι ελάχιστα τα άλλα φυσικά εμπόδια μεταξύ των δύο πλευρών. Ως αποτέλεσμα, τα συνοριακά εδάφη που βρίσκονται στη μέση, παραδοσιακά αποτελούν σημείο συνεχούς ανταγωνισμού και συγκρούσεων.
Ιστορικά, η έκταση μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης έχει οδηγήσει σε πολιτικούς ελιγμούς και στρατιωτικές εισβολές και προς τις δύο πλευρές. Από την εκστρατεία του Ναπολέοντα προς τη Μόσχα τον 19ο αιώνα μέχρι τη ναζιστική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση και την επακόλουθη «επέκταση» των Σοβιετικών στη Γερμανία κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, οι δύο πλευρές πηγαινοέρχονται προσπαθώντας να χτίσουν τις σφαίρες επιρροής τους.
Η άνοδος των ΗΠΑ στο διεθνές σκηνικό και η ευθυγράμμισή τους με τη Δυτική Ευρώπη κατά της Ρωσίας έχει απλώς εντείνει αυτόν τον ανταγωνισμό. Αν και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου αφαίρεσε την άμεση απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, δεν εξάλειψε την αντιπαλότητά τους. Αντιθέτως, μάλιστα: η εξάπλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ τις τελευταίες δεκαετίες έχουν απλώς υπενθυμίσει στη Ρωσία την απειλή -μια απειλή που θα μπορούσε να αποδειχθεί υπαρξιακή- που βρίσκεται στο κατώφλι της.
Στα τέλη της δεκαετίας του 2000, η Ρωσία άρχισε να ανακτά κάποια από την προηγούμενη ισχύ της, εν μέρει χάρη στη συγκέντρωση εξουσίας στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, την οικονομική ανάκαμψη που έφεραν οι υψηλές τιμές πετρελαίου και τον αποπροσανατολισμό των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Η αξιοσημείωτη επιστροφή της Ρωσίας έδωσε τη δυνατότητα στη χώρα να απωθήσει αυτό που θεωρούσε ως δυτική καταπάτηση στην περιφέρειά της. Όμως η επιτυχία της ήταν βραχύβια, και μεταξύ της εξέγερσης Euromaidan της Ουκρανίας και των κυρώσεων και της αύξησης των στρατιωτικών δυνάμεων της Δύσης, η Ρωσία βρέθηκε να αγωνίζεται και πάλι για να προστατεύσει τα συμφέροντά της. Οι εντάσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης έχουν κλιμακωθεί έκτοτε και η Μόσχα έχει στραφεί στον υβριδικό πόλεμο, σε μια προσπάθεια να πάρει το «πάνω χέρι».
Και έτσι ακριβώς η Ρωσία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τέτοιες τακτικές: ως μέσο ενίσχυσης της δύναμής της σε σχέση με τη Δύση. Η Μόσχα ελπίζει να υπονομεύσει τον αντίπαλό της δημιουργώντας αστάθεια εντός των δυτικών κυβερνήσεων, προκαλώντας ρήξεις μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, αποδυναμώνοντας τη διατλαντική αλληλεγγύη και καθυστερώντας την ενοποίηση χωρών με τη Δύση.
Όλες αυτές οι προσπάθειες στόχο έχουν να υλοποιήσουν τρεις από τις μεγαλύτερες στρατηγικές επιταγές της Ρωσίας: η πρώτη είναι να προστατεύσει τις θέσεις εξουσίας της στη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη.
Ο δεύτερος στόχος της Ρωσίας είναι να μπλοκάρει την ξένη επιρροή στην περιφέρειά της, προτού ασχοληθεί με τον τρίτο στόχο: την εξάπλωση της επιρροής του Κρεμλίνου σε βασικές γεωγραφικές «άγκυρες», όπως οροσειρές, ή να έχει πρόσβαση στην ανοικτή θάλασσα. Όμως αφού κάποιες από αυτές τις «άγκυρες» υπάρχουν στο ανοικτό πεδίο μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης, δεν διαφαίνεται πως θα υπάρξει τέλος στη συνεχή άπωση και έλξη με τη Δύση στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Και επειδή η Ρωσία δεν μπορεί πλέον να εμφανίζεται ως η παγκόσμια δύναμη που ήταν κατά τη Σοβιετική εποχή, ο υβριδικός πόλεμος θα είναι όλο και περισσότερο η καλύτερη επιλογή της για να αντισταθμίσει τις αδυναμίες της και να περιορίσει τη δύναμη των εχθρών της.