Ζοφερό δείχνει το τοπίο στην κοινωνική ασφάλιση, καθώς οι «τρύπες» που εμφανίζει ήδη το σύστημα αναμένεται μόνο να επιδεινωθούν, τόσο από το οξύ δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, όσο και από τις παρενέργειες της κρίσης.
Ως εκ τούτου, οι εργαζόμενοι σε «παραγωγική ηλικία» προβληματίζονται ήδη για το μέλλον, συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούν να στηριχθούν εξ’ ολοκλήρου στην κοινωνική ασφάλιση καθώς το ποσό σύνταξης που θα αναλογεί σε ατομικό επίπεδο δε θα είναι αρκετό για να εξασφαλίσει τη συνέχιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης μετά την συνταξιοδότηση.
Ειδικότερα, η δυνατότητα παροχής συντάξιμων αποδοχών από τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, ικανών για να εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης μετά το πέρας του εργασιακού μας βίου τίθεται σε αμφισβήτηση λόγω τριών σημαντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα.
1. Δημογραφικό
Στην χώρα τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούμε μια γήρανση του πληθυσμού που οφείλεται τόσο στην αύξηση του προσδόκιμου, από 72 το 1970 σε 80 το 2015, όσο και της υπογεννητικότητας, από 2,19 το 1961 σε 1,39 παιδιά ανά γυναίκα το 2012 (μ.ο. Ε.Ε. 1,49).
Μπορεί η γήρανση του πληθυσμού να μην αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο, αλλά η Ελλάδα δυστυχώς καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως.
Ένας νέος παράγοντας της γήρανσης του πληθυσμού είναι η μετανάστευση νέων ανθρώπων σε αναπαραγωγική ηλικία στα χρόνια της κρίσης. Σύμφωνα με την έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος με τίτλο «Φυγή ανθρωπίνου κεφαλαίου: σύγχρονη τάση μετανάστευσης των Ελλήνων στα χρόνια της κρίσης» ο αριθμός των μονίμως εξερχόμενων Ελλήνων ηλικίας 15-64 ετών, από το 2008 μέχρι σήμερα, ξεπερνά τις 427.000.
2.Oικονομία
α) Αύξηση Ανεργίας : Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ η ανεργία στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης έχει υπερδιπλασιαστεί από 9% το 2009 σε 23,5% το 2017, ενώ το 2014 είχε αγγίξει το ποσοστό του 27,20%.
β) Αύξηση μερικής απασχόλησης: Σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ, η μερική απασχόλησης στα χρόνια της κρίσης έχει διπλασιαστεί από το 5% του εργατικού δυναμικού στο 10%, ενώ την ίδια στιγμή, για τις νέες προσλήψεις η εκ περιτροπής απασχόληση, έχει αυξηθεί από το 4% στο 15% του συνόλου μεταξύ 2009 και 2016, αντιστοίχως και η μερική απασχόληση από το 17% στο 40%. Αυτή η αύξηση της μερικής απασχόλησης συμπαρασύρει προς τα κάτω των μέσο μισθό των ιδιωτικών υπαλλήλων και κατά επέκταση τις ασφαλιστικές εισφορές τους προς τα κάτω, καθώς οι 587.924 εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης λαμβάνουν ως μέσο μισθό μόλις 393,79 ευρώ μεικτά.
3) Κοινωνία
Α) Αδήλωτη εργασία : Σύμφωνα με την «Διαγνωστική Έκθεση για την αδήλωτη εργασία στην Ελλάδα» η οποία καταρτίστηκε υπό την αιγίδα της ΔΟΕ και επικύρωσαν οι κοινωνικοί εταίροι και το υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το ποσοστό αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα εκτιμάται στο 25% του ΑΕΠ της Ελλάδας.
Αυτό σημαίνει ότι αόρατοι για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και το Δημόσιο παραμένουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, που ανασφάλιστοι παρέχουν την εργασία τους σε εργοδότες, τροφοδοτώντας τα ελλείμματα του ασφαλιστικού συστήματος, στερώντας στα Ταμεία τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Οι κλάδοι που κατά κανόνα παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά αδήλωτης εργασίας είναι: Επισιτιστικά επαγγέλματα (εστιατόρια - ταβέρνες, αίθουσες δεξιώσεων, μεζεδοπωλεία, καφετέριες - μπαρ, κέντρα διασκέδασης), βιοτεχνικά πάρκα, βιομηχανικές ζώνες, κομμωτήρια, πρατήρια βενζίνης, συνεργεία αυτοκινήτων, μεταφορικές επιχειρήσεις, λιανικό εμπόριο, καθαριότητα, κατασκευές, φιλοξενία, υπηρεσίες ασφαλείας (Security), επιχειρήσεις φασόν.
Β)Φοροδιαφυγή
Η Ελλάδα διαχρονικά κατέχει η ένα από υψηλότερα ποσοστά φοροδιαφυγής στην Ευρώπη στερώντας αρκετά δισεκατομμύρια από τα δημόσια ταμεία. Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν για το 2014 το έλλειμμα ΦΠΑ (vat gap), δηλαδή η διαφορά μεταξύ του ποσού του ΦΠΑ που πράγματι εισπράττεται και το εκτιμώμενο ποσό του ΦΠΑ που θεωρητικά πρέπει να εισπραχθεί με βάση τους κανόνες του ΦΠΑ είναι για την Ελλάδα 4,9 δισ. Ευρώ, όσο ακριβώς και αυτό της Ολλανδίας η οποία έχει 4 φορές το ΑΕΠ της Ελλάδας.
Συμπέρασμα
Η Αύξηση των συνταξιούχων λόγω του δημογραφικού, σε συνάρτηση με την μείωση εργαζόμενων λόγω της υπογεννητικότητας, της μετανάστευσης, της υψηλής ανεργίας και της μείωσης των μισθών συνηγορούν ότι το παραδοσιακό διανεμητικό σύστημα ασφάλισης δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της ασφαλιστικής δαπάνης. Το ασφαλιστικό πρόβλημα για την περίοδο 2015-2060 δηλαδή η διαφορά μεταξύ των αναμενόμενων εισφορών και των αναμενόμενων παροχών, εκτιμάται στα 760 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές και σε 470 δισ. ευρώ σε αποπληθωρισμένες τιμές.
Η ιδιωτική ασφάλιση παρέχει στους ασφαλισμένους τη δυνατότητα να λαμβάνουν εγγυημένα τη σύνταξή τους από τη στιγμή που συνταξιοδοτούνται είτε για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, είτε με ισόβια σύνταξη. Στην πρώτη περίπτωση το ποσό της εγγυημένης σύνταξης επηρεάζεται σημαντικά από τα έτη ασφάλισης, δηλαδή όσο μεγαλύτερη διάρκεια σε έτη έχει το πρόγραμμα, τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσό της εγγυημένης σύνταξης που θα λάβει ο ασφαλισμένος.
Στη δεύτερη περίπτωση το ποσό της σύνταξης επηρεάζεται σημαντικά από την ηλικία της συνταξιοδότησης.