Οι πολιτικές του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχουν αρχίσει να μορφοποιούνται και η στρατηγική της Γερμανίας για να τις αντιμετωπίσει έχει ήδη γίνει σαφής. Η Γερμανία από καιρό θεωρεί ότι μια ισχυρή συμμαχία με τις ΗΠΑ αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής της πολιτικής, και θα κάνει το παν για να προστατεύσει αυτή τη συμμαχία. Όμως, η Γερμανία θα κάνει επίσης κινήσεις για να προστατεύσει το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της –που τώρα είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο- για να μην γίνει ο επόμενος στόχος τιμωρητικών εμπορικών μέτρων.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας (στοιχείο που περιλαμβάνει το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας) έχει σχεδόν διπλασιαστεί, αγγίζοντας τα 256,1 δισ. ευρώ το 2015. Ο Τραμπ έχει κατηγορήσει τη Γερμανία ότι δεν κάνει αρκετά για να αυξήσει τις εισαγωγές της ενώ έχει τόσο μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα και, τον Οκτώβριο, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών έβαλε τη Γερμανία στη λίστα με τις χώρες που πρέπει να παρακολουθούνται λόγω του πλεονάσματος τρεχουσών συναλλαγών. Οι χώρες της ευρωζώνης επίσης κατηγορούν τη Γερμανία ότι ενθαρρύνει την αποταμίευση αντί για την κατανάλωση, επιβραδύνοντας έτσι την εξέλιξη της ανάκαμψης της νομισματικής ένωσης.
Όμως, οι ΗΠΑ δεν μπορούνε να πάνε και πολύ μακριά έναν εμπορικό πόλεμο με τη Γερμανία. Υπό την αμερικανική νομοθεσία, η Ούασινγκτον μπορεί να επιβάλει προσωρινές δικλείδες ασφαλείας για να προστατεύσει τις εγχώριες βιομηχανίες που απειλούνται από ορισμένες εισαγωγές. Οι δικλείδες αυτές όμως μπορούν να έχουν στόχο μόνο εισαγωγές και όχι συγκεκριμένες χώρες, και η Γερμανία θα τις αμφισβητούσε αμέσως στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Αν η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθήσει να απομονώσει τη Γερμανία, θα πρέπει να επιχειρηματολογήσει επιτυχώς πως το Βερολίνο στηρίζει αθέμητα τους Γερμανούς εξαγωγείς και στη συνέχεια να επιβάλει αντισταθμιστικούς δασμούς στις Γερμανικές εξαγωγές.
Αν οι ΗΠΑ μπορέσουν επιτυχώς να βάλουν στο στόχαστρο τις Γερμανικές εξαγωγές, τότε το Βερολίνο θα στραφεί στον Αμερικανικό λαό. Θεωρητικά, θα μπορούσε να υποστηρίξει πως οι υψηλότεροι δασμοί για τα Γερμανικά προϊόντα απλώς θα αυξήσουν το κόστος για τους Αμερικανούς καταναλωτές. Επίσης, το Βερολίνο θα υπενθυμίσει στους Αμερικανούς εργαζόμενους ότι πολλές Γερμανικές εταιρείες, περιλαμβανομένων των BMW, Volkswagen και Siemens, έχουν μονάδες στις ΗΠΑ που απασχολούν πολλούς Αμερικανούς και χρησιμοποιούν προϊόντα από αμερικανικές εταιρείες στις αλυσίδες προμηθειών τους.
Στην «καρδιά» της διαμάχης βρίσκεται η ανησυχία του Βερολίνου πως άλλα μέρη του αναπτυγμένου κόσμου θα αρχίσουν να απηχούν την εθνικιστική ρητορική του προέδρου, θέτοντας μια υπαρξιακή απειλή σε μια οικονομία που βασίζεται στις εξαγωγές, όπως η γερμανική. Αρκετά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα έχουν ήδη αρχίσει να επαινούν τις δηλώσεις του Τραμπ, που υποσχέθηκε ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα αποδείξει πως «ο προστατευτισμός λειτουργεί».
Η Γερμανία τρομοκρατείται από την προοπτική αυτές οι ίδιες εθνικιστικές δυνάμεις να πάρουν τον έλεγχο κυβερνήσεων της Ευρώπης στις επερχόμενες εκλογές του 2017. Επιπλέον, η Γερμανία ανησυχεί πως η επίθεση του Τραμπ κατά του φθηνού ευρώ μπορεί να μετατραπεί σε (ή τουλάχιστον να εκληφθεί ως) επίθεση κατά ολόκληρης της ευρωζώνης. Άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης μπορεί να αρχίσουν να ανησυχούν πως η συμμετοχή τους στο μπλοκ θα τις βάλει και αυτές στο στόχαστρο προστατευτισμού του Λευκού Οίκου.