Τις επόμενες ημέρες, η ελληνική κυβέρνηση θα ξεκινήσει έναν ακόμα γύρο περίπλοκων διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές της χώρας και με τα πολιτικά κόμματα, για τη νέα φάση της οικονομικής μεταρρύθμισης. Στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων θα βρεθεί το σχέδιο για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα, δεδομένου ότι οι συντάξεις αποτελούν ένα από τα τελευταία κοινωνικά «δίκτυα ασφαλείας» που έχουν απομείνει σε μια χώρα όπου τουλάχιστον το ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργο.
Αν και ο κίνδυνος χρεοκοπίας της Ελλάδας ή εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη θα είναι χαμηλότερος φέτος απ' όσο ήταν το 2015, ωστόσο ο κίνδυνος κοινωνικών αναταραχών και πολιτικής αστάθειας παραμονεύει.
Η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται γι' αυτό που πιθανότατα θα είναι μια δύσκολη διαπραγματευτική διαδικασία τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Η ανεργία επηρεάζει περίπου το 25% του ενεργού πληθυσμού της Ελλάδας και σχεδόν το 50% των νέων της, κάτι που σημαίνει ότι ολόκληρες οικογένειες εξαρτώνται από τις συντάξεις που λαμβάνουν τα ηλικιωμένα μέλη τους για την επιβίωσή τους. Ως αποτέλεσμα, οι ελληνικές κυβερνήσεις ιστορικά υπήρξαν απρόθυμες να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα.
Όμως η κυβέρνηση δεν μπορεί πλέον να τις αποφύγει. Οι διεθνείς πιστωτές της χώρας πιέζουν την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να αντιμετωπίσει «κατά μέτωπον» το θέμα του συνταξιοδοτικού συστήματος. Η χώρα δαπανά περίπου το 17% του ΑΕΠ της στις συντάξεις -το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση- και με το συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό, τον χαμηλό ρυθμό γεννήσεων, τον αναποτελεσματικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό και τη χρηματοδότηση ελλειμμάτων και τα νομικά «παραθυράκια», το σύστημα δεν είναι πλέον βιώσιμο.
Οι διεθνείς πιστωτές θέλουν η κυβέρνηση να κόψει τις δαπάνες κατά περίπου 1,8 δισ. ευρώ φέτος. Προς τον σκοπό αυτό, η Ελλάδα παρουσίασε ένα επίσημο σχέδιο που δείχνει το πώς θα κινηθεί για να πετύχει τον στόχο αυτόν. Οι πιστωτές θα αξιολογήσουν την πορεία του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας και θα αποφασίσουν αν η Αθήνα θα λάβει την επόμενη δόση του δανείου. Η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει πως θα λάβει έγκριση για τις μεταρρυθμίσεις -και για τη δόση- κάπου στις αρχές Φεβρουαρίου.
Ωστόσο, η Αθήνα θα αντιμετωπίσει αρκετά σοβαρά εμπόδια στην επίτευξη των στόχων της. Ο Τσίπρας έχει στη Βουλή μια πλειοψηφία μόλις τριών εδρών. Έτσι, ακόμα και μια μικρή «ανταρσία» εντός του κυβερνώντος συνασπισμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση της κυβέρνησης. Εν τω μεταξύ, ο Τσίπρας πρέπει να πείσει τους πιστωτές στο εξωτερικό ότι η Ελλάδα επιτυγχάνει αρκετή πρόοδο, για να λάβει την επόμενη χρηματική «ένεση».
Αυτό εξηγεί και την «επίθεση γοητείας» της ελληνικής κυβέρνησης. Στις 4 Ιανουαρίου, απέστειλε ένα προσχέδιο των μεταρρυθμιστικών προτάσεών της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ελπίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις θα ξεκινήσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Αυτές τις μέρες, Έλληνες αξιωματούχοι πραγματοποιούν συναντήσεις σε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Παρίσι, σε μια προσπάθεια να πείσουν τους πιστωτές ότι η Αθήνα είναι προσηλωμένη στη μεταρρύθμιση.
Το ελληνικό υπουργικό συμβούλιο μοίρασε επίσης τις προτάσεις του στο ελληνικό κοινοβούλιο, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει στήριξη από όσο το δυνατόν περισσότερους βουλευτές (σημειώνεται ότι κατά το παρελθόν, οι βουλευτές της αντιπολίτευσης έχουν κατηγορήσει τον Τσίπρα ότι «κρατούσε στο σκοτάδι» τη Βουλή για τα κυβερνητικά σχέδια).
Το να χειριστεί τις απαιτήσεις των εγχώριων και διεθνών «παικτών» θα είναι ένα εξαιρετικά περίπλοκο εγχείρημα. Οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης περιλαμβάνουν τη συνένωση όλων των ασφαλιστικών ταμείων, αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων και υψηλότερες εργοδοτικές εισφορές, ενώ η Αθήνα σχεδιάζει επίσης να μειώσει τις συντάξεις για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, κάτι που πιθανότατα θα αποτελέσει και το πιο «δύσκολο» θέμα, αφού οι πιστωτές θέλουν η Ελλάδα να μειώσει τις συντάξεις και σε όσους ήδη λαμβάνουν σύνταξη.
Μέχρι τώρα, η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης έχει τύχει «ψυχρής» υποδοχής τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ήδη αρνηθεί να στηρίξουν το σχέδιο, κάτι που θα αναγκάσει τον Τσίπρα να βασιστεί στους δικούς του βουλευτές για να ψηφιστούν οι μεταρρυθμίσεις στη Βουλή. Εν τω μεταξύ, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων σε γενικές γραμμές τηρούν σιωπή για το θέμα, αν και είναι πιθανό να αυξηθεί η δυσαρέσκεια τις επόμενες εβδομάδες. Και από την πλευρά των πιστωτών θεωρείται ότι η αύξηση των εργοδοτικών εισφορών θα μπορούσε να αποθαρρύνει τη δημιουργία θέσεων εργασίας και να υπονομεύσει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.
Κοινωνική αναταραχή και πολιτική αστάθεια ενόψει
Αν το 2015 ήταν η χρονιά κατά την οποία η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη κρεμόταν από μια κλωστή, το 2016 θα είναι η χρονιά που η Ελλάδα θα νιώσει το πραγματικό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό βάρος της απόφασής της να παραμείνει στην ευρωζώνη.
Επιπροσθέτως της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, η Αθήνα θα πρέπει να αρχίσει την επιβολή της αμφιλεγόμενης αύξησης της φορολογίας των αγροτών και να προχωρήσει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων τους επόμενους μήνες. Τα μέτρα αυτά θα δοκιμάσουν τη σταθερότητα του κυβερνώντος συνασπισμού και την ανοχή του ελληνικού λαού.
Έτσι, οι συνθήκες στην Ελλάδα θα είναι ώριμες για αναταραχή φέτος. Οι αγρότες έχουν ήδη υποσχεθεί «πόλεμο» κατά των σχεδίων για τις αγροτικές επιδοτήσεις. Τα συνδικάτα των εργαζομένων πιθανότατα θα βγουν στους δρόμους διαδηλώνοντας κατά της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Και ένα μέτρο που ελήφθη πρόσφατα, το οποίο περιορίζει την προστασία των δανειοληπτών στεγαστικών δανείων έναντι των κατασχέσεων, θα μπορούσε να κάνει τους Έλληνες ακόμα πιο ανήσυχους για το μέλλον τους, παρά το γεγονός ότι το ίδιο το μέτρο είναι απίθανο να οδηγήσει σε μαζικές κατασχέσεις.
Η μεγαλύτερη πρόκληση του Τσίπρα θα είναι να κρατήσει ενωμένη την κυβέρνησή του ενόψει αυτής της δυσαρέσκειας. Ευτυχώς γι' αυτόν, η αντιπολίτευση είναι αδύναμη και διχασμένη. Η Νέα Δημοκρατία, η αξιωματική αντιπολίτευση της Ελλάδας, έψαχνε μέχρι πρόσφατα τη νέα της ηγεσία και κανένα άλλο κόμμα δεν είναι τόσο μεγάλο ώστε να «τα βάλει» με τον ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι, η μεγαλύτερη απειλή για την κυβέρνηση του πρωθυπουργού θα έρθει εκ των έσω. Αν ο Τσίπρας χάσει τη στήριξη του κυβερνητικού συνασπισμού, θα πρέπει να αναζητήσει νέους εταίρους στη Βουλή ή να προκηρύξει νέες εκλογές.
Οι περισσότεροι Έλληνες ψηφοφόροι εξακολουθούν να θέλουν να παραμείνουν στην ευρωζώνη, γεγονός που ανάγκασε τον Τσίπρα να αποδεχθεί ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης τον Ιούλιο του 2015. Όμως, στην περίπτωση νέων εκλογών, η λαϊκή στήριξη για την παραμονή στην ευρωζώνη δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας είναι σχεδόν βέβαιο πως θα είναι βραδεία και ασταθής.
Αυτό που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση είναι η υπόσχεση της Αθήνας στους ψηφοφόρους ότι οι τρέχουσες μεταρρυθμίσεις θα οδηγήσουν σε κάποιου είδους ελάφρυνση του χρέους, πιθανότατα με τη μορφή παράτασης των λήξεων των δανείων και μείωσης των επιτοκίων. Όμως αρκετά ζητήματα καθυστερούν τις διαπραγματεύσεις για την ελάφρυνση αυτή.
Πρώτον, η Αθήνα δεν θέλει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να εμπλακεί στις μεταρρυθμίσεις της Ελλάδας μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, τον Μάρτιο. Το ΔΝΤ είναι ένας από τους σκληρότερους διεθνείς οργανισμούς σε ό,τι αφορά στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας, όμως είναι επίσης ένας από τους ισχυρότερους υπέρμαχους της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Αν εξαιρεθεί το ΔΝΤ από τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις, τότε οι πιθανότητες της Αθήνας να εξασφαλίσει μια ελάφρυνση χρέους θα μειωθούν.
Ένα ακόμα ζήτημα που επηρεάζει τις διαπραγματεύσεις είναι η προσφυγική κρίση στην Ευρώπη, που δημιουργεί εντάσεις στις σχέσεις της Ελλάδας με τη Βόρεια Ευρώπη, καθώς ορισμένες χώρες υποστηρίζουν πως η Αθήνα θα πρέπει να κάνει περισσότερα για να εμποδίσει τη μαζική εισροή αιτούντων άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπό την πίεση του μπλοκ, η Ελλάδα δέχθηκε απρόθυμα βοήθεια από τη Frontex για την αύξηση των ελέγχων στα σύνορα Ελλάδας-ΠΓΔΜ. Ωστόσο ορισμένοι πολιτικοί στη Γερμανία και σε άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ εξακολουθούν να πιστεύουν πως η Ελλάδα θα πρέπει να βγει από τη Συμφωνία Σένγκεν. Αν και η ελάφρυνση χρέους και η προσφυγική κρίση υποτίθεται ότι είναι δύο ξεχωριστά ζητήματα, θα συνεχίσουν να αλληλοσυνδέονται στις διαπραγματεύσεις, καθώς η Αθήνα και οι πιστωτές της θα τα χρησιμοποιούν ως διαπραγματευτικά «ατού».
Στο σημείο αυτό, η κυβέρνηση Τσίπρα εξακολουθεί να έχει κάποια στοιχεία που λειτουργούν υπέρ της. Η στήριξη προς τη Χρυσή Αυγή και προς αντιμνημονιακά κόμματα όπως η Λαϊκή Ενότητα παραμένει σχετικά χαμηλή. Το ημερολόγιο των λήξεων ομολόγων για το 2016 δεν είναι τόσο πιεστικό όσο αυτό του 2015, κάτι που μειώνει κάπως την πιθανότητα κήρυξης χρεοστασίου, και οι ελληνικές τράπεζες ολοκλήρωσαν τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία προβλέπεται ότι και φέτος θα συρρικνωθεί, κάτι που σημαίνει πως οι κοινωνικές αναταραχές θα παραμείνουν μια απειλή καθ' όλη τη διάρκεια του 2016.
Αν τελικά υπάρχουν παρατεταμένες διαδηλώσεις και πρόωρες εκλογές, τότε αυτό θα μπορούσε και πάλι να εγείρει ερωτήματα αναφορικά με την εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος διάσωσης, αλλά και για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη.